Εναντίωση στην εγκυρότητα της τριαδικής μορφής του Ματθαίου 28:19
Συγγραφή: Ευάγγελος Δ. Κεπενές (Οκτώβριος 15, 2025, 12:10 μ.μ.)
‘Είναι αδύνατη η έρευνα και η αποδοχή της αλήθειας για όποιον νομίζει ότι την κατέχει’
Η παρούσα έρευνα εξετάζει την γνησιότητα των κειμένων σχετικά με το ιστορικό βάπτισμα στο νερό καθώς και την πρακτική και τον συμβολισμό του στην Πρώτη Αποστολική Εκκλησία η οποία βίωσε την χρονική περίοδο της μετάβασης από την Παλαιά διακονία του θανάτου του γράμματος και των σαρκικών συμβολικών τελετών στην Νέα διακονία της ζωής του Πνεύματος και στην οφειλόμενη λατρεία «εν πνεύματι και αληθεία» όπως αρμόζει στους υ ι ο ύ ς του Θεού, τους α λ η θ ι ν ο ύ ς προσκυνητές (Ιωάν. 1:12-13. 4:23-24).
Η μετάβαση, από το σκιώδες νεκρό τυπικό της Π.Δ. στην νέα ζωντανή προσωπική σχέση με τον Θεό, ολοκληρώθηκε με την εκτελεσθείσα οργή Του επί των ασεβών εκ των απογόνων του Αβραάμ «ο γ ὰ ρ ν ό μ ο ς ὀ ρ γ ὴ ν κ α τ ε ρ γ ά ζ ε τ α ι», «ο ὐ α ὶ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις· ἔσται γὰρ ἀ ν ά γ κ η μεγάλη ἐπὶ τῆς γ ῆ ς (του Ισραήλ) καὶ ὀ ρ γ ὴ τ ῷ λ α ῷ τ ο ύ τ ῳ». (Ρωμ. 4:15. Λουκ. 21:23)
Η οργή στους παραβάτες του Νόμου προτυπώθηκε με τον κατακλυσμό του Νώε (Ματθ. 24:37-39) ,όπου σώθηκαν εξ αυτού όσοι είχαν εισέλθει στην κιβωτό. Για την Πρώτη Εκκλησία αντίτυπο της σωτηρίας από την επικείμενη στην γενιά τους δικαιοκρισία του Θεού ήταν το βάπτισμα στο νερό όπως μαρτυρεί ο απόστολος προς τους περιτετμημένους Πέτρος «ὁ καὶ ὑ μ ᾶ ς [εσάς] ἀντίτυπον ν ῦ ν [στην γενιά τους] σῴζει βάπτισμα, οὐ σαρκὸς ἀπόθεσις ῥύπου ἀλλὰ συνειδήσεως ἀγαθῆς ἐπερώτημα εἰς θεόν, δι' ἀναστάσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ», και πάλι «βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ […] σώθητε ἀπὸ τῆς γενεᾶς τῆς σκολιᾶς ταύτης» (1Πέτ. 3:21. Πράξ. 2:40β).
Και ο Ιωάννης ο βαπτιστής στον οποίον ο Θεός είχε αποκαλύψει την επικείμενη οργή Του «ἤ δ η δ ὲ [τώρα πλέον] ἡ αξίνη πρὸς τὴν ῥίζαν τῶν δένδρων κεῖται» κήρυττε βάπτισμα μετάνοιας εις άφεση αμαρτιών (Μαρκ. 1:4) στους απογόνους του Αβραάμ προαναγγέλλοντας την Βασιλεία των ουρανών και την οργή του Θεού για όσους αρνούνταν το ‘σωτήριον του Θεού’, τον Χριστό, ο οποίος έγινε κατάρα υπέρ των υπό τον Νόμο Εβραίων σηκώνοντας το ανάθεμα στο σταυρό (Γαλ. 3:13-14). Έλεγε δε στους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους που έρχονταν να βαπτιστούν, ενώ εκείνοι υποκρίνονταν μετάνοια. «γεννήματα ἐχιδνῶν τὶς ὑπέδειξεν ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς;» ο δε Ιησούς επιβεβαίωσε το αυτό «ὄφεις γεννήματα ἐχιδνῶν, πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;» (Ματθ. 3:7-12, 23:33)
Ο δε Παύλος διαβεβαίωνε όσους είχαν δεχτεί το ‘σωτήριον του Θεού’, τον Χριστό, «πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες ν ῦ ν (στην γενιά τους) ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι' αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς». (Ρωμ. 5:9)
Τ έ λ ο ς γ α ρ ν ό μ ο υ Χ ρ ι σ τ ό ς. Η επουράνια αλήθεια, ο Χριστός, εκπλήρωσε τον Νόμο, τους προφήτες, πάσα δικαιοσύνη και την εκ του Νόμου κρίση για τους φονιάδες των προφητών και του αρχηγού της ζωής, και τους διώκτες του σώματός Του, της Εκκλησίας (1Θεσ. 2:14-16) και έθεσε τέλος στους τύπους της Π.Δ., στον επίγειο Ναό και στο αντίτυπο της κιβωτού του Νώε βάπτισμα στο νερό. Η δε σωτηρία ορίστηκε εις τον αιώνα δια της πίστεως εις το όνομα του Ιησού και η λατρεία του Θεού εν «Πνεύματι αγίω» για όσους είναι «εν Χριστώ» δηλαδή μέσα στο επουράνιο σώμα του Χριστού, τον αληθινό Ναό. (Ρωμ. 1:5. Ιωάν. 2:21. 1Κορ. 12:13)
Το νερό
Η χρήση του νερού, ως φυσικό στοιχείο και ως χημική ένωση υδρογόνου και οξυγόνου (Η2Ο) στην σύγχρονη επιστήμη, αποτελούσε την τυπική θρησκευτική φυσική μέθοδο αγνισμού και μετάνοιας δια πλυσίματος ή βαπτίσματος για όλους τους απογόνους του Αβραάμ, τους ιερείς, τον λαό και τις κοινωνικές τάξεις του Ιουδαϊσμού των (Εσσαίων - Φαρισαίων – Σαδδουκαίων), αλλά και για τον εξαγνισμό ιματίων και σκευών (Έξ. 19:10. Αρ. 8:7. Δευτ. 11:32).
Οι τελετουργικές όμως σαρκικές διατάξεις περί εορτών, ημερών, τροφών, ποτών και διαφόρων βαπτισμών του Νόμου δεν μπορούσαν να κάνουν τέλειο κατά την συνείδηση τον λατρεύοντα, αλλά δόθηκαν έως καιρού διορθώσεως (Εβρ. 9:6-10). Απεναντίας η δημόσια εκτέλεση των διατάξεων οδήγησε στην γέννηση του φαρισαϊσμού που διεπόταν από την αυτοδικαίωση και την υποκρισία τα οποία ο Ιησούς ξεσκέπασε και καυτηρίασε «οὕτως καὶ ὑμεῖς [Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί] ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δέ ἐστε μεστοὶ ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας.» (Ματθ. 23:28)
Η πλύση ή βύθιση σε καθαρό ‘ζωντανό’ νερό (όχι στάσιμο ή λιμνάζον), για τους ίδιους τυπικούς θρησκευτικούς λόγους, ήταν σύνηθες ακόμα και στον εθνικό κόσμο. Οι Σιβυλλικοί χρησμοί (στ. 160-166) που απευθύνονταν στους ειδωλολάτρες έλεγαν: «Άθλιοι θνητοί, μετανοήστε, πλύντε σε ζωντανές ροές ολόκληρο το σώμα σας με το βάρος της αμαρτίας του, σηκώστε στον ουρανό τα χέρια σας σε προσευχή για συγχώρεση και θεραπεύστε τον εαυτό σας από την ασέβεια με φόβο Θεού». Ομοίως και οι ιερείς στην Αίγυπτο έπρεπε να πλένονται δύο φορές κάθε μέρα και δύο φορές κάθε βράδυ σε κρύο νερό και να τηρούν και άλλα τυπικά θρησκευτικά έθιμα, αμέτρητα. (Ηρόδ. 2.37.3)
Βάπτισμα και αναγέννηση
Η ιουδαϊκή εγκυκλοπαίδεια στο λήμμα «Baptism» αναφέρει ότι στην μυστική ιουδαϊκή παράδοση το βάπτισμα του προσήλυτου είχε ως σκοπό τον καθαρισμό του από την ακαθαρσία των ειδώλων και την αποκατάστασή της αγνότητας ενός νεογέννητου “a new born man”. Αυτό μπορεί να μαθευτεί από το Ταλμούδ (Sotah 12b) σε σχέση με την κόρη του Φαραώ και το μπάνιο της στον Νείλο. Το μπάνιο στο νερό αποτελεί αναγέννηση (Yeb 48b) και πρέπει να γίνεται ‘ στο όνομα του Θεού’ [L’ shem shamayim = in the name of Heaven] «δηλαδή, να αναλάβει τον ζυγό της βασιλείας του Θεού που του επιβλήθηκε από αυτόν που τον οδήγησε στο βάπτισμα αλλιώς δεν γίνεται δεκτός στον Ιουδαϊσμό (Gerim vii. 8). Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι Ισραηλίτες πριν από τη αποδοχή του Νόμου έπρεπε, σύμφωνα με τον Φίλωνα για τον Δεκάλογο («De decalogo», ii., xi), καθώς και σύμφωνα με την ραβινική παράδοση, να υποβληθούν στην τελετή του βαπτισματικού καθαρισμού (συγκρίνατε 1Κορ. 10:2) «Βαπτίσθησαν στον Μωυσή [τον Νόμο] στις νεφέλες και στην θάλασσα»).
Δεδομένου ότι ο ραβινικός Ιουδαϊσμός απηχεί σε μεγάλο ποσοστό τις παραδόσεις των Φαρισαίων και Γραμματαίων της εποχής του Χριστού, και το γεγονός ότι ο Ιησούς ήταν υποταγμένος στον Νόμο (Γαλ. 4:4) για να εξαγοράσει τους υπό τον Νόμο, μας δίνουν να καταλάβουμε την ανατρεπτική δύναμη που είχε το φυσικό βάπτισμα στο νερό στο όνομα του «Ιησού Χριστού», όνομα που έπαιρνε την θέση του ‘ονόματος του Θεού της παράδοσης’ [L’ shem shamayim = in the name of Heaven]. Για δε την αναγέννηση, σύμφωνα με την αποστολική διδαχή, ήταν απαραίτητη η βάπτιση στο άγιο Πνεύμα «Οίτινες [οι Πέτρος και Ιωάννης] καταβάντες προσηυχήθησαν περί αυτών διά να λάβωσι Πνεύμα Αγιον· διότι δεν είχεν έτι επιπέσει επ' ουδένα εξ αυτών, αλλά μόνον ήσαν βεβαπτισμένοι εις το όνομα του Κυρίου Ιησού.» (Πράξ. 8:16-17)
Επίσης, ανατρεπτική ήταν και η δύναμη των λόγων του Ιωάννου του βαπτιστή σε σχέση με όσα προαναφέρθηκαν για το αντίτυπο του Νώε βάπτισμα στο νερό (1Πέτ. 3:21) αλλά και την αναγέννηση: «Εγώ μεν σας βαπτίζω εν ύδατι εις μετάνοιαν· ο δε οπίσω μου ερχόμενος είναι ισχυρότερός μου, του οποίου δεν είμαι άξιος να βαστάσω τα υποδήματα· αυτός θέλει σας βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί.» (Ματθ. 3:11). Ο Ιωάννης του οποίου η αποστολή ήταν να ετοιμάσει τις οδούς του Κυρίου υπέδειξε ότι το βάπτισμα στο νερό ήταν συμβολικός πρόδρομος ενός ανώτερου αληθινού καθαρισμού του εσωτερικού ανθρώπου όχι με φυσικό νερό αλλά δια του αγίου Πνεύματος.
Σύμφωνα δε με τον ελληνομαθή Εβραίο ταλμουδιστή ραβίνο Abbalu (279-320) το αληθινό βάπτισμα τελείται με φωτιά (Sanh. 39a), χωρίς να εξηγεί περαιτέρω.
Η έμφαση λοιπόν δίνεται στην φανερωμένη αλήθεια του «εγώ ειμί η αλήθεια» και στο βάπτισμα στο άγιο Πνεύμα του Θεού, αναντίρρητα δε αυτός που σώζει και αγιάζει δεν είναι το φυσικό ύδωρ αλλά ο Κύριος και η υπακοή σ’ Αυτόν.
«καὶ οὐ βεβηλώσετε τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου καὶ ἁγιασθήσομαι ἐν μέσῳ τῶν υἱῶν ισραηλ ἐγὼ κύριος ὁ ἁγιάζων ὑμᾶς.» (Λευ. 22:32)
«Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου· ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17)
«Ήδη [τώρα] σεις είσθε καθαροί διά τον λόγον τον οποίον ελάλησα προς εσάς.» (Ιωάν. 15:3)
«ἀλλὰ ἀπελούσασθε, ἀλλὰ ἡγιάσθητε, ἀλλὰ ἐδικαιώθητε ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν τῷ Πνεύματι τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.» (1Κορ. 6:11)
«ὅτι εἴλατο [εξέλεξεν] ὑμᾶς ὁ θεὸς ἀπ' ἀρχης εἰς σωτηρίαν ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος καὶ πίστει ἀληθείας» (Ιωάν. 17:17. Λευ. 22:32. 2Θεσ. 2:13. Εβρ. 2:11).
Άξιο δε προσοχής είναι η φράση του Παύλου «οὐ γὰρ ἀπέστειλεν με Χριστὸς βαπτίζειν ἀλλὰ εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ» (1Κορ. 1:17)
Βιβλική πρακτική βαπτίσματος στο νερό τον πρώτο αιώνα
Το 63-69 μ.Χ. στις επιστολές του «αγαπητού ιατρού» Λουκά, συνοδοιπόρου του Παύλου, που συνέταξε με πληροφορίες όχι δια ακοής αλλά δι’ αυτοψίας «παρηκολουθηκότι ἄνωθεν πᾶσιν ἀκριβῶς», προς τον κράτιστο (εξοχότατο) Θεόφιλο ώστε αυτός να λάβει την βεβαίωση μετ’ ακριβείας των όσων είχε κατηχηθεί, ο Λουκάς του αφηγείται:
«Πέτρος δὲ [είπε] πρὸς αὐτοὺς [τους Ισραηλίτες]· μετανοήσατε καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν ὑμῶν καὶ λήμψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ ἁγίου πνεύματος». (Πράξ. 2:38)
Προκύπτουν λοιπόν τα ερωτήματα:
α) Είναι το Ματθαίος 28:19 έγκυρο η εμβόλιμο; Τι έγραψε στα αλήθεια το 40-60 μ.Χ. ο πολύγλωσσος, πρώην τελωνειακός Ματθαίος «Πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου πνεύματος» ή «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη εν τω ονόματί μου» όπως πολλές φορές μαρτυρούν τα πρώτα γραπτά του ιστορικού Ευσέβιου (Εκκλ. Ιστ. Βιβλ. 3, κεφ. 5:3), ο Λουκάς, τα λοιπά καινοδιαθηκικά κείμενα και η πρακτική βαπτίσματος της Πρώτης εκκλησίας;
Άλλωστε όλες οι αποστολικές μαρτυρίες έχουν αναφορά στο όνομα του Κυρίου Ιησού.
«καὶ πᾶν ὅ τι ἐὰν ποιῆτε ἐν λόγῳ ἢ ἐν ἔργω, πάντα ἐν ὀνόματι κυρίου Ἰησοῦ, εὐχαριστοῦντες τῷ θεῷ πατρὶ δι' αὐτοῦ». (Κολ. 3:17)
«Καὶ καλέσαντες αὐτοὺς παρήγγειλαν καθόλου μὴ φθέγγεσθαι μηδὲ διδάσκειν ἐπὶ τῷ ὀνόματι [τοῦ] Ἰησοῦ.» (Πράξ. 4:18)
«[…] διότι δεν είχεν έτι επιπέσει επ' ουδένα εξ αυτών (το άγιο Πνεύμα), αλλά μόνον ήσαν βεβαπτισμένοι εις το όνομα του Κυρίου Ιησού.» (Πράξ, 8:16)
β) Μήπως ο μονοθεϊστής Ματθαίος κλητός απόστολος του Ιησού που έγραψε στους ομοεθνείς του «καὶ καλέσουσιν τὸ ὅνομα αὐτοῦ [του Ιησού] Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον μεθ' ἡμῶν ὁ θεός» ήταν Εβραίος αποκρυφιστής ή ελληνιστής ή ο «πατέρας» του μυστικιστικού τριαδικού δόγματος της ελληνορθοδοξίας, ή ο πλαστογράφος του χωρίου (28:19);
Γιατί η αμφισβήτηση
Η αμφισβήτηση της εγκυρότητάς του Ματθαίου 28:19 είναι μείζον θέμα αναπροσδιορισμού της ιστορικής αλήθειας του Θεού που ο ίδιος την αποκάλυψε δια του μονογενούς υιού Του που ήταν η φανέρωση του εαυτού Του. Το «ἡ αλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» και το «εγώ ειμί η οδός η αλήθεια και η ζωή» που αποκάλυψε ο Ιησούς είναι «η αλήθεια» που μένει στον αιώνα και όχι οι εκκλησιαστικές αποκρυφιστικές παραδόσεις και τα επιβεβλημένα δόγματα του ελληνορθόδοξου ιερατείου των πρώτων αιώνων που στόχευαν στην διάσωση του Ελληνισμού και της ισχυρής επιρροής που είχε στον ρωμαϊκό πολιτισμό και στις εξελληνισμένες κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, και τα οποία έλαβαν την σφραγίδα της ‘εγκυρότητας’ και την ‘προστασία’ τους από θνητούς Ρωμαίους αυτοκράτορες. Άλλωστε είναι γνωστό ότι οι Έλληνες σεβόντουσαν τριαδικές ‘οντολογικές’ συνθέσεις και μετέβαλλαν τους θεούς τους με την σκέψη τους, ενώ οι Εβραίοι και η Πρώτη εκκλησία πίστευαν στους απεσταλμένους εκ Θεού προφήτες και προσκυνούσαν τον Θεό που τους είχε αποκαλυφθεί θεόθεν. Η Πρώτη εκκλησία λοιπόν γνώριζε ασφαλώς ότι:
«Εις τούτον [τον Ιησού] πάντες οι προφήται μαρτυρούσιν, ότι διά του ονόματος αυτού θέλει λάβει άφεσιν αμαρτιών πας ο πιστεύων εις Αυτόν.» (Πράξ. 10:43)
Η τριαδική μορφή του Ματθαίου 28:19 και ο τριαδισμός στον αρχαίο μυστικισμό
Η τριαδική μορφή του Ματθαίου 28:19 (το βιβλίο είναι στην ελληνική, το αρχικό του Ματθαίου στην μητρική του γλώσσα χάθηκε), είναι σε εναρμόνιση με τον αρχαίο τριαδιστικό συγκρητιστικό μυστικισμό των πρωταρχικών ιερατείων. Ο αρχαίος μυστικισμός συνδύαζε τα άστρα με θεούς και ήρωες και λάτρευε τον Ήλιο (στους Πλατωνικούς και Νεοπλατωνικούς ο ήλιος αντιπροσώπευε το Νοητό Φως, από το οποίο πήγαζε κάθε επίπεδο ύπαρξης), και την αδελφή του την Σελήνη από την οποία αντλούσαν, ως έλεγαν, την δύναμή τους οι μάγοι και την τέχνη τους οι αστρολόγοι. Οι αρχαίοι μυστικοί θεωρούσαν ιερό τον αριθμό Τρία (3) διότι παρατηρούσαν την Ανατολή το Μεσουράνημα και την Δύση του Ήλιου και τις τρεις όψεις της Σελήνης, την έκφανση της Μεγάλης Μητέρας. Οι τρεις όψεις της Σελήνης συμβόλιζαν τις τρεις φάσεις της γυναικείας ζωής. Η Νέα Σελήνη συμβόλιζε την παρθένα Νέα (την αρχή, το σπέρμα της δύναμης), η Ημισέληνος συμβόλιζε την Μητέρα, (την γεννήτρια μορφή), και η Πανσέληνος συμβόλιζε την Γραία (την παλαιά και την σοφή). Οι άντρες προσεύχονταν στον Ήλιο, οι δε γυναίκες θεωρούνταν Ιέρειες της ‘Μητέρας-Γης’ και προσεύχονταν στην Σελήνη. Ο όρος ‘Μητέρα-Γη’ αφορούσε την Γαία την προσωποποίηση της Γης που ήταν η μήτρα πάντων των πραγμάτων.
Στο ρωμαϊκό Πάνθεο η Άρτεμις (Diana) ήταν το μισοφέγγαρο ή το νέο φεγγάρι, η Σελήνη (Luna) η πανσέληνος και η Εκάτη (Hecate) η σκοτεινιά όταν το φεγγάρι ήταν αθέατο στο τέλος του σεληνιακού κύκλου ή στις εκλείψεις.
«Η τριπλή αυτή μορφή της Σελήνης συνδέεται άμεσα με την Τριπλή Θεά (The Three Shaped Goddess–Maiden, Mother and Crone),η οποία σύμφωνα με ακαδημαϊκούς κληρονομήθηκε στα κελτικά και λοιπά προχριστιανικά ευρωπαϊκά φύλλα από την αρχαία Ελλάδα […] Η Παρθένα Θεά (Maiden) έφερε το σύμβολο του σεληνιακού μηνίσκου (μισοφέγγαρο) σε αύξουσα μορφή λόγω της νεαρής της ηλικίας, η Μητέρα Θεά (Mother Goddess) ήταν η ολόγιομη σελήνη (η ακμή) και η Γηραιά Θεά (Crone) έφερε το σύμβολο του σεληνιακού μηνίσκου σε φθίνουσα μορφή, το οποίο συνδυάζεται με το αρχέτυπο του μάρτυρα. Να σημειώσουμε εδώ πως ο σεληνιακός μηνίσκος (μισοφέγγαρο) αποτέλεσε ιδιαίτερο σύμβολο της πόλης του Βυζαντίου στη Κωνσταντινούπολη, το οποίο και υιοθετήθηκε στη συνέχεια από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη συνέχεια μεταδόθηκε σε όλους τους μουσουλμάνους και χρησιμοποιείται σε πολλές εθνικές σημαίες, εθνόσημα και αραβικά βασιλικά σύμβολα». (Γιώτα Χουλιάρα: «Η σεληνιακή θεότητα στην αρχαιότητα»)
Στον μυστικισμό και με βάση την ιερότητα του αριθμού Τρία (3) προέκυψαν και προσωνυμίες όπως:
* Ερμής ο Τρις-μέγιστος ο πατέρας του τριαδικού μονοθεϊσμού «… περί τριάδος εφθέξατο, ειπών εν μια τριάδι μίαν είναι η θεότητα» (Σουίδας).
*Διόνυσος ο τριούχος (οι ιεροί ύμνοι προς τον Διόνυσο τον ανέφεραν ως ‘μονάδα τριούχον’ = τριαδική μονάδα)
* Διόνυσος ο τρίγονος (τρις φορές γεννηθείς).
*Τρίμορφη ή Τρισώματη θεά Εκάτη (με τρεις μορφές ή σώματα)
* Τριπτόλεμος ουράνιος ήρωας της αγροτικής πανσπερμίας (τρίς + πτόλεμος) – εκ του πολέω που σημαίνει οργώνω κυκλικά τρεις φορές.
* Τριπαράδεισος (πόλη της Β. Συρίας).
* Τρισκατάρατος (ο Θεοκατάρατος).
* Τρισώματος Δαίμων (βρίσκεται στο μουσείο της Ακροπόλεως και στόλιζε τον ναό της Αθηνάς).
* Τρικέφαλη Χίμαιρα (μυθολογικό τέρας).
* Τρισώματος ή Τρικέφαλος Γηρυόνης (μυθικός γίγαντας που τον νίκησε ο ημίθεος Ηρακλής στον δέκατο του άθλο).
* Τρικέφαλος ή τριέλικτος Όφις (μνημείο της νίκης των Ελλήνων εναντίον των Περσών στην μάχη των Πλαταιών το 479 π. Χ).
* Τρικέφαλος Κέρβερος (σκύλος φύλακας του Άδη).
* Τριττύς (εκτός της διοικητικής έννοιας σήμαινε και τριπλή θυσία για επίσημες ορκωμοσίες από ομοειδή ή ανόμοια θύματα, συνήθως ήταν ταύρος, τράγος και κάπρος).
Επίσης στους αρχαίους ελληνικούς μύθους συναντάμε τόσο στην λατρεία όσο και στις δοξασίες και στην μαγεία το ιερό νούμερο τρία (3) όπως:
* Οι τρεις Μοίρες (Κλωθώ – Λάχεσις – Άτροπος) που όριζαν την μοίρα των νεογέννητων Ελλήνων και έγνεθαν το νήμα της ζωής των.
* Οι τρεις Γραίες (Πεμφρηδώ – Ενυώ – Δεινώ) αδελφές, πανάρχαιες θεότητες με άσπρα μαλλιά, ένα δόντι και ένα μάτι που κατοικούσαν στο σκοτάδι. Ήταν επίσης αδελφές με τις τρίδυμες Γοργόνες, την Σκύλα και την Χάρυβδη.
* Οι τρεις Γοργόνες (Σθενώ – Ευριάλη – Μέδουσα) τρίδυμες κατοικούσαν στον απλησίαστο χώρο του μεγάλου σκότους που μόνο οι τρεις Γραίες γνώριζαν.
* Οι τρεις Ερινύες (Αλυκτώ – Τισιφόνη – Μέγαιρα) αποκρουστικές, έφεραν δικαιολογημένη ή και αδικαιολόγητη εκδίκηση υπέρ της οργισμένης Γαίας – Μητέρας και της κάθε μητέρας, σύμφωνα με τους πρωταρχικούς νόμους της Μητριαρχίας.
* Οι τρεις Σειρήνες (Θελξίπεια – Αγλαόπη – Πεισηνόη) διφυείς θεότητες που γλυκοτραγουδούσαν και ξελόγιαζαν τους ναυτικούς παρασέρνοντάς τους στον θάνατο.
* Οι τρεις Άρπυες (Αελλώ – Ωκυπέτη – Κελαινώ) διφυείς θεότητες που άρπαζαν τα παιδία και τις αθάνατες κατά την μυθολογία ψυχές των ανθρώπων.
* Οι τρεις Εσπερίδες (Εσπέρα – Αίγλη – Ερύθεια) νύμφες, θυγατέρες της μεγάλης νύκτας που φύλαγαν το δέντρο που έκανε τα χρυσά μήλα στον ομώνυμο κήπο των θεών, δώρο της Γης στην Ήρα. Όποιος έτρωγε το μήλο αποκτούσε αθανασία.
* Τρεις ήταν και οι θεές που είχαν στην κατοχή τους το Μαντείο των Δελφών (Γαία – Θέμις – Φοίβη), τρεις ήταν και οι Χάριτες και τρεις ήταν και οι Ώρες.
Η τριαδική μορφή του Ματθαίου 28:19, κερκόπορτα δια την άλωση της Αλήθειας ότι ο Θεός είναι Ένας (Εις)
Η τριαδική μορφή του Ματ. 28:19 δεν είναι παρά ή κερκόπορτα δια την άλωση της Αλήθειας «Άκουε Ισραήλ Κύριος ο Θεός ημών Κύριος εις έστιν» (Δευτ. 6:4), και ο υβριδικός σπόρος της γέννησης του τριαδιστικού ‘ελληνίζοντος χριστιανισμού’ δια του οποίου επιβίωσε έως σήμερα ο αρχαίος μυθικός μυστικισμός μέσα από τα ‘ορθόδοξα’ τριαδικά θρησκευτικά νομοτελειακά συστήματα που κηρύττουν ότι ψήγματα της θεϊκής αιώνιας αλήθειας μπορούν να αναζητηθούν σε όλες τις θρησκείες της Ανθρωπότητας αντιστρατευόμενοι την αποστολική αλήθεια «οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν θεόν». Έχουν δε αυτά Α’ βαθμού συγγένεια με ανάλογα εσωτεριστικά και θεοσοφικά συστήματα και σχολές όπως Ερμητισμός, Ιουδαϊκός μυστικισμός, Γνωστικισμός, Καμπαλά, Σουφισμός, Ροδοσταυρισμός, Μαρτινισμός, Τεκτονισμός, Θεουργία που είναι η μαγεία, Ίδρυμα Ουράντια κ.ά.
Μερική παρουσίαση αρχαίων μυστικιστικών συστημάτων με τριαδικές δοξασίες
Ο Ερμητικός Μυστικισμός
Στην κοσμογονία του Ερμητισμού ο αριθμός τρία συμβολίζει την Θεϊκή Τριάδα και ξεκινά με την ύπαρξη του Όλου το οποίο δημιούργησε τα στοιχεία και το σύμπαν από τα δικά του συστατικά μέρη και ζωή «Στη συνέχεια το Όλο διαιρέθηκε σε αρσενικό (Θείος Πατέρας) και θηλυκό (Κοσμική Μητέρα) το οποίο έφερε το Λόγο για να δώσει μορφή σε έναν δεύτερο Νου, δημιουργό του κόσμου που με την σειρά του δημιούργησε επτά δυνάμεις ή θεότητες; Δηλαδή τον Ερμή, την Αφροδίτη, τον Άρη, τον Δία, τον Πλούτωνα, τον Ήλιο και την Σελήνη, οι οποίες ταξιδεύουν σε κύκλους, κυβερνώντας το πεπρωμένο.» https://www.kosmos-zine.gr/index.php/thematikes-enotites/dytiki-esoteriki-paradosi/285-ermitiki-paradosi
Συνοπτικά, ο αριθμός τρία στον Ερμητισμό όπως και στον Πυθαγορισμό είναι ένα ισχυρό σύμβολο της δημιουργίας, της ολοκλήρωσης και της ενότητας, που αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα και την αρμονία του σύμπαντος και του ανθρώπου. Η Αλχημεία, η Αστρολογία και τα Ταρώ, είναι η παρακαταθήκη του Ερμητισμού.
Ο Αρχαίος Ελληνικός Μυστικισμός
Ο μυστικισμός της Αρχαίας Ελλάδος πίστευε σε μια πρωταρχική αναμέτρηση, για την κυριαρχία του σύμπαντος, μεταξύ τριών ανθρωπομορφικών αρσενικών θεοτήτων με πρωτόγεννο τον Ουρανό, γιο της Γαίας που τον γέννησε χωρίς γονιμοποίηση με τον Έρωτα. Η Γαία θεωρείτο ως αρχή της ζωής, Γαία Μήτηρ ή ακόμα Παμμήτωρ. Η Γαία Μήτηρ συμβόλιζε την υλική πλευρά του κόσμου και συνέβαλλε στις δοξασίες μητριαρχικών κοινωνιών. Στον ελληνικό μυστικισμό τρεις ήταν οι προ-υπάρξεις, ο Έρωτας ή Φάνης, το Χάος και η Γαία που γεννήθηκαν με την σειρά από το Κοσμικό Αυγό που προήλθε από το μηδέν, το τίποτα ή από την Νύχτα. Το χάος συμβολίζει τον χώρο του Σύμπαντος. Ο Έρωτας συμβολίζει την δύναμη της κίνησης που ενώνει και μεταμορφώνει ότι φαίνεται εξ ου και η προσωνυμία ο Φάνης, το Παν.
Ουρανός - Κρόνος - Δίας.
Ο Ουρανός, που κατά τον Απολλόδωρο «πρώτος του παντός δυνάστευσε κόσμου» (1, 1, 1) ήταν η προσωποποίηση του Ουράνιου θόλου και εξουδετερώθηκε από τον γιο του Κρόνο που είχε κάνει με την Γαία τον οποίον στην συνέχεια εξουδετέρωσε ο γιος του Ζευς ή Δίας που είχε κάνει με την Ρέα ο οποίος και παρέμεινε κυρίαρχος του κόσμου, ο μόνος κάτοχος του κεραυνού και πατέρας των θνητών και των θεών «πατήρ ανδρών τε και θεών τε» κατά τον Όμηρο. Η πατροκτονία στον αρχαίο μυστικισμό ήταν δευτερεύουσας σημασίας διότι η τάξη θεών και ανθρώπων καθώς και η γραμμή συγγένειας εξ αίματος οριζόταν από τους νόμους της Μητριαρχίας. Οι τρεις τους ο Δίας και τα αδέλφια του Ποσειδώνας και Άδης μετά την νίκη τους εναντίον των Τιτάνων μοίρασαν τον κόσμο. Ο Δίας πήρε τον ουρανό, ο Ποσειδώνας τη θάλασσα, και ο Άδης τον Κάτω Κόσμο των νεκρών. Κατά την Μυθολογία στον κάτω κόσμο πήγαιναν οι νεκροί για να ζήσουν μια άλλη μορφή ζωής αφού θυμόντουσαν, μιλούσαν, επιθυμούσαν, έτρωγαν τις ρίζες του νεκρολούλουδου ασφοδέλου, άκουαν, βασανίζονταν, κάποιοι είχαν πρόσβαση και σε ψυχρό ύδωρ και άλλοι μπαινόβγαιναν από τον κάτω κόσμο στον πάνω κόσμο και αντίστροφα. Έτσι ο ορισμός του ‘Θνητού’ ή ‘Βροτού’ αναβαθμίστηκε σε ‘Αθανατοθνητός’ ή ‘Νεκροζώντανος'.
Γενικά στον αρχαίο μυστικισμό επικρατούσαν σύνθετες τριαδικές θεότητες με ιεραρχική τάξη και διανομή εξουσιών. Ο μυθολογικός συμβολισμός του ιερού αριθμού τρία (3) των πυθαγορείων ήταν ο αριθμός του ‘παντός’ «Το παν και τα πάντα τοις τρισίν ώρισται» και επηρέασε την γνωσιολογία της κοσμοθεωρίας της φιλοσοφίας, την ανθρωπογνωσία, την εξήγηση των αιτιών και τις μυθικές τριαδικές εκφάνσεις θηλυκών ή αρσενικών θεοτήτων. Οι πυθαγόρειοι δίδαξαν την απόκρυφη Διάλυση της Μονάδας σε τριάδα ή τριάδες, εισάγοντας έτσι την θεωρία των τριαδικών Μονάδων.
«Τον τέταρτο αιώνα π.Χ. ο Αριστοτέλης έγραψε: «όλα τα πράγματα είναι τρία, και τρεις φορές είναι όλα: και ας χρησιμοποιήσουμε αυτό τον αριθμό στη λατρεία των θεών, γιατί, όπως λένε και οι Πυθαγόρειοι, τα πάντα και όλα τα πράγματα οροθετούνται από τριάρια, για το τέλος, τη μέση και την αρχή έχουν αυτόν τον αριθμό σε όλα, και αυτά συνθέτουν τον αριθμό της Τριάδας» (Arthur Weigall, Paganism in Our Christianity, 1928, pp. 197-198).
Η Τρισήλιος θεότης
«Η φύση της ουράνιας περιφοράς του ήλιου θεωρείτο από τους αρχαίους σοφούς ως τριπλή. Σύμφωνα με τους μυημένους της αρχαιότητας, υπάρχουν τρεις ήλιοι σε κάθε ηλιακό σύστημα που αναλογούν στα τρία κέντρα ζωής, δηλαδή σε νου, ψυχή και σώμα. Τους ονόμαζαν τριπλό φως ή τριπλό λόγο. Πνευματικό ήλιο, Ψυχικό ήλιο και Φυσικό ήλιο. Στην ιεραρχική δομή του αυτοκράτορα Ιουλιανού προηγείται ο υπέρτατος ήλιος που ταυτίζεται με την Ιδέα του Σύμπαντος, το νοητό σύμπαν στο οποίο υπάγονται οι ανώτερες αρχές και τα γενεσιουργά αίτια εκδήλωσης ολόκληρης της δημιουργίας. Κατόπιν ακολουθεί ο νοερός ήλιος, η γόνιμη πηγή του νοερού φωτός, ενώ ο φυσικός ήλιος αποτελεί την ορατή αντανάκλαση του αιώνιου κόσμου των Ιδεών. Έχουμε δηλαδή την Τρισήλιο θεότητα ή, κατά το αρχαιοελληνικό σύστημα, τον Υπερίωνα-Δία, τον Απόλλωνα-Φοίβο και τον Διόνυσο (τριάδα) – τους επικεφαλής των τριών κόσμων του Ιάμβλιχου». https://theosophicalsociety.gr/
Κατά την ελληνορθοδοξία, οι Τρεις Ιεράρχες Ιωάννης ο Χρυσόστομος – Μέγας Βασίλειος – Γρηγόρης ο Ναζιανζηνός έως σήμερα προστατεύουν την αρχαιοελληνική παιδεία και τους μαθητές της, προνόμιο που απολάμβαναν και οι Αιγύπτιοι για την δική τους παιδεία από την σεληνιακή θεότητα ΘώΘ, και εκτός αυτού μεσολαβούν πάντα για μας προς την Αγία Τριάδα «Αυτοί γαρ τη Τριάδι υπέρ ημών αεί πρεσβεύουσιν». Ούτοι άριστοι γνώστες του ‘ελληνικού μυστικισμού’ πάντρεψαν την μυστική γνώση τους με την αποστολική διδαχή, την οποίαν θεωρούσαν ως την ανώτερη φιλοσοφία και κατέκτησαν τον τίτλο των τρισμέγιστων φωστήρων της Τρισηλίου Θεότητος. Κατ’ αυτούς «Φως ο πατήρ, Φως ο Υιός, Φως το Άγιο Πνεύμα, Θεός ο Πατήρ, Θεός ο Υιός, Θεός το Άγιο Πνεύμα». «Η πηγή του φωτός είναι ο Πατέρας. Η ακτινοβολία, οι ακτίνες είναι ο Ιησούς Χριστός. Το φως που διαχέεται παντού είναι το Άγιο Πνεύμα».
Κινέζικος μυστικισμός
Την τριαδική δύναμη της κοσμογονίας υποστηρίζει και ο Ταοϊσμός που είναι κινεζική λαϊκή θρησκεία μετά τον Βουδισμό και τον Κομφουκιανισμό. Έχει υπόβαθρο τα αρχαία φιλοσοφικά αξιώματα του Λάο - Τσέ και την ποιητική συλλογή του Τσουάνγκ – Τσέ, όπου οι Τρεις Αγνοί είναι οι ανώτεροι θεοί που συμβολίζουν τον ουρανό την γη και τον κάτω κόσμο και ταυτίζονται με το παρελθόν το παρόν και το μέλλον. Αυτοί είναι οι εκδηλώσεις της Πρωταρχικής απρόσωπης Ουράνιας Ενέργειας Τάο που έχει πολλές σημασίες όπως «δρόμος», «μονοπάτι», «λογική» κ.ά.. Το Τάο γέννησε το Εν την μεγάλη μονάδα, το Εν γέννησε τη δυαδικότητα το «γίν» και το «γιάν» που είναι η αρχή της αντίθεσης (αρσενικό – θηλυκό, θετικό – αρνητικό, φως – σκότος» και κάθε αντινομίας. Η ενοποίηση της δυαδικότητας / αντινομίας γέννησε την Τριάδα, και τα τρία γέννησαν όλα όσα υπάρχουν τα οποία εμπεριέχουν την αντινομία «γίν», «γιάν» (Άπό το βιβλίο του Ταοϊσμού «Τάο Τε Τζνγκ = Δοκίμιο για την αρετή και τον δρόμο»). Στόχος του Ταοϊσμού είναι η «αρμονία» η οποία επιτυγχάνεται με την μείξη των αντιθέτων και δια της ησυχίας και απάθειας. Αργότερα ο Ταοϊσμός εκφυλίστηκε σ’ ένα σύστημα μαγείας, αλχημείας, και αποκρυφιστικής μυστικοπάθειας.
Ιουδαϊκός μυστικισμός
Η αρχαία προφορική μυστική ιουδαϊκή παράδοση του Θρόνου ή του Άρματος που αναπτύχτηκε με αφορμή τα πρώτα κεφάλαια του Ιεζεκιήλ και της Γένεσης οι Ιουδαίοι μυστικοί των πρώτων αιώνων την ονόμασαν Μερκαβά ‘Μα’ ασέ’.
Το 200 μ.Χ. στην Παλαιστίνη, αυτή η απόκρυφη προφορική διδασκαλία που είναι μια μυστική ερμηνεία του Νόμου, η οποία σύμφωνα με τους Εβραίους μυστικούς παραδόθηκε στον Μωυσή από τον Θεό μαζί με τον γραπτό Νόμο, καταγράφηκε και εκδόθηκε σε βιβλίο, το ‘Μισνά’, από τον Γιουντά Ανασσί μαζί με το επεξηγηματικό του βιβλίο το Γεμαρά. Και τα δύο μαζί είναι γνωστά ως το Παλαιστινιακό Ταλμούδ που σημαίνει διδασκαλία ή μελέτη. Το 500 μ.Χ. το Γεμαρά συμπληρώθηκε στην Βαβυλώνα και μαζί με το Μισνά είναι γνωστό ως το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ. Και τα δύο Ταλμούδ εκδίδονται χωριστά. Απόληξη της αποκρυφιστικής ιουδαϊκής παράδοσης είναι η Καμπαλά που αναδύθηκε τον μεσαίωνα και σημαίνει παραλαβή ή παράδοση της μυστικής διδαχής περί Θεού και σύμπαντος που πρωταρχικά παραδόθηκε από αγγέλους στον Αδάμ, με πολυθεϊστικές πτυχές και έντονες επιρροές από τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Ερμή τον Τρισμέγιστο και τον θρησκευτικό συγκρητισμό της Ελληνιστικής Ανατολής που διαμορφώθηκε από την μυστικιστική και μαγική παράδοση των Βαβυλωνίων, των Γνωστικών και των Νεοπλατωνικών. Η απόκρυφη γνώση της Καμπαλά καταγράφηκε από ραβίνους σε βιβλία όπως το Ζοχάρ (βιβλίο της λαμπρότητος), το Σεφέρ Γετσιράχ (βιβλίο της δημιουργίας), το Σεφέρ Χα-Μπαχίρ (βιβλίο του φωτισμού) κ.α.. Στην καμπαλιστική θεολογία ο Θεός παρουσιάζεται ως απρόσωπη τριαδική ενέργεια «που σημαίνει ουσιαστικά αντικατάσταση της προσευχής προς τον προσωπικό Θεό με τον διαλογισμό και την μαγεία μέσω χειρισμού και ελέγχου απρόσωπων πνευματικών δυνάμεων» (Θεόφιλος Λεμοντζής)
Η Καμπαλά διδάσκει ότι «Ο Συνειδητός Θεός προβάλλει με όλη Του την ενέργεια και στη συνέχεια ακολουθούν δύο ακόμα Εκπορεύσεις, σχηματίζοντας τη φωτεινή τριάδα με το σύμβολο ενός ακτινοβόλου τριγώνου με εκδηλώσεις τις Σεφίρες» Το δέντρο των δέκα (10) Σεφιρώθ, ή αλλιώς το «δέντρο της ζωής» των καμπαλιστών μέσα από το οποίο διδάσκεται η πολυπροσωπία και οι ιδιότητες του θεού. Στηρίζεται στα τρία (3) πέπλα της Αρνητικής ύπαρξης που στην ουσία αντί να φανερώνουν τον θεό τον αποκρύπτουν όπως όλα τα πέπλα. «Τα τρία αυτά συμβολικά πέπλα δεν ξεχωρίζουν και δεν διακρίνονται το ένα από το άλλο. Σαν Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα είναι «Τριάδα ομοούσιος και αχώριστος» και ο ανώτατος μυημένος αυτού του ηλιακού συστήματος ακόμη (αλλά και άλλοι μεγαλύτεροι από αυτόν) δεν μπορεί να εισχωρήσει στα μυστικά τους».
Τα τρία πέπλα είναι
(Αΐν) = μη ενεργός (αρνητικότητα). Για να αυτοπροσδιοριστεί εκδηλώνεται ως (Αΐν σοφ) = ο θεός χωρίς όρια, το άπειρο και στην συνέχεια εκδηλώνεται ως (Αΐν Σοφ Αούρ) = το απόλυτο απεριόριστο φως.
Τα τρία πέπλα της Αρνητικής ύπαρξης είναι το Κέτερ = Στέμμα/Κορώνα στην γλώσσα του εβραϊκού αποκρυφισμού και η πρώτη Σεφίρα. Είναι η άπειρη ύπαρξη, ο Παλαιός των Ημερών όπου εμπεριέχονται τα τρία πέπλα. Είναι η πηγή της Ζωής και της Δημιουργίας με ανδρόγυνο φύση. Από το Κέτερ εκπορεύεται η δεύτερη Σεφίρα το Χοκμάχ = Σοφία, που είναι ο βασιλιάς με το όνομα Γιαχ. Στην συνέχεια εκπορεύεται η Τρίτη Σεφίρα το Μπινάχ = κατανόηση, η Μητέρα, η ρίζα της ουσίας και συμβολίζει την θηλυκή πλευρά που έχουμε μέσα μας. Με τις τρεις αυτές Σεφίρες φανερώνεται η Ουράνια Τριάδα.
Ο ερευνητής της εβραϊκής θρησκείας και ιστορίας Ισραήλ Σαχάκ, σχετικά με τον πολυθεϊσμό του μυστικιστικού ραβινικού Ιουδαϊσμού θα πει:
«[…] ότι και να ειπωθεί για το καμπαλιστικό σύστημα, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί μονοθεϊστικό, εκτός εάν είμαστε έτοιμοι να θεωρήσουμε επίσης «μονοθεϊστικές» θρησκείες τον ινδουισμό, την ύστερη ελληνορωμαϊκή θρησκεία ή ακόμα και τη θρησκεία της αρχαίας Αιγύπτου.» (Εβραϊκή θρησκεία, εβραϊκή Ιστορία ‘το βάρος 3.000 χρόνων’ σελ. 107-111)
Η πυθαγόρεια αριθμολογία
Όλες οι παλαιές και οι σύγχρονες φιλοσοφικές θεογνωσίες όπου κυριαρχούν οι σύνθετες τριαδικές θεότητες (τριαδικοί θεοί) στηρίζονται στον αρχαίο μυστικισμό και στην πυθαγόρεια αριθμολογία που θεωρούσε ότι τα όντα, τα φαινόμενα και η ‘συμπαντική μουσική’ εξαρτώνται από τις αριθμητικές σχέσεις τους και η βάση τη συγγένειας μεταξύ θεών και ανθρώπων είναι ο αριθμός τρία (3). Αυτός θεωρείτο ιερός και τέλειος αριθμός διότι είναι ο πρώτος που διαθέτει αρχή, μέσον και τέλος.
Οι μυστικές παραδόσεις άσκησαν μεγάλη επιρροή στα ιερά κείμενα των Γνωστικών, του Ραββινικού Ιουδαϊσμού που είναι το Παλαιστινιακό και το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ και των Κουμρανιτών. Επίσης επηρέασαν τις τάξεις των ‘Χριστιανών’ και την διαμόρφωση της ελληνορθόδοξης δογματικής και του αντιβιβλικού τριαδικού δόγματος με στοχευμένες παρεμβάσεις στα χειρόγραφα αντίγραφα κειμένων. Ακόμη επηρέασαν τις αποκρυφιστικές διδασκαλίες που αποτελούν τη βάση της Μαγείας, τις μυστικές αδελφότητες των ιπποτών, τις μυστικές αδελφότητες των Ελευθεροτεκτόνων, τις πολιτικές μορφές παγκοσμιοποίησης των ελιτιστών και γενικά την έως σήμερα ιστορία του κόσμου.
Οι Γραφές
Οι απόγονοι του Αβραάμ, ο Ιησούς Χριστός και οι απόστολοί Του αναγνώριζαν ως Γραφές τον γραπτό Νόμο του Μωυσή, τους Προφήτες και τους Ψαλμούς. Αυτές οι Γραφές έπρεπε να εκπληρωθούν στην γενιά τους δια του Ιησού Χριστού (Ματθ. 24:34, 5:17) και όχι να παραταθούν ή να αντικατασταθούν με νέες γραπτές προφητικές υποσχέσεις.
«εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψεν Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ.» (Ιωάν. 1:45)
«εἶπεν δὲ πρὸς αὐτοὺς [ο Ιησούς] οὗτοι οἱ λόγοι μου οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ τοῖς προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ.» (Λουκ. 24:44)
Ο Παύλος απολογούμενος είπε: «Αξιωθείς όμως της βοηθείας της παρά του Θεού, ίσταμαι έως της ημέρας ταύτης μαρτυρών προς μικρόν τε και μεγάλον, μη λέγων μηδέν εκτός των όσα ελάλησαν οι προφήται και ο Μωϋσής ότι έμελλον να γείνωσιν.» (Πράξ. 26:22)
Ο δε Πέτρος ο οποίος απεστάλη προς τους Ιουδαίους της διασποράς, τους συστήνει ως ασφαλέστερη οδό τον ‘προφητικόν λόγον’ παρά τις ουράνιες εμπειρίες ή τις φιλοσοφικές δοξασίες.
«Και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, εις τον οποίον κάμνετε καλά να προσέχητε ως εις λύχνον φέγγοντα εν σκοτεινώ τόπω, εωσού έλθη η αυγή της ημέρας και ο φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών·» (Β΄Πέτρ. 1:19)
Το περιεχόμενο της Καινής Διαθήκης
Το περιεχόμενο των επιστολών της Καινής Διαθήκης, όπως την γνωρίζουμε σήμερα, είναι γραπτές μαρτυρίες της δράσης και διδαχής του Ιησού ή γραπτές ερμηνείες του προφητικού λόγου της Π.Δ. ή προτροπές και διδαχές από τους Αποστόλους ή διηγήσεις από συνοδοιπόρους και συνεργάτες τους ή από ευαγγελιστές όπως ο Λουκάς και ο Μάρκος ή διδασκαλίες από ανώνυμους πιστούς συγγραφείς όπως η επιστολή «προς Εβραίους» για την οποία ο Ωριγένης είπε: «ποιος έγραψε την επιστολή ‘προς Εβραίους’ μόνο ο θεός το γνωρίζει». (Γ. Γρατσέα, Η προς Εβραίους Επιστολή, Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, (1999), σελ.66..)
Όμως αυτές οι επιστολές δεν διασώθηκαν στην αρχική τους μορφή διότι ουδείς φρόντισε ή έλαβε εντολή να συλλέξει τις επιστολές ή να τις διασώσει για τις επόμενες γενεές διότι, για τους παραλήπτες αυτών, ο καιρός που θα συντελούνταν όλα τα γραμμένα και θα έπαυαν οι σαρκικές τυπολατρίες και οι θνητοί λειτουργοί (ιερείς) και θα καίγονταν τα γήινα σκεύη και ο ναός που τις εξυπηρετούσαν ήταν εγγύς «πάντων δὲ τὸ τέλος ἤγγικεν». Άλλωστε η επαγγελία της Καινής Διαθήκης και το νέο σχήμα του κόσμου δεν ορίστηκε «εν γράμμασιν» όπως η Παλαιά Διαθήκη αλλά «εν πνεύματι», «διότι το σχήμα του κόσμου τούτου (της Π.Δ.) παρέρχεται.» (2Κορ. 3:6)
«Θέλω δώσει τους νόμους μου εις την διάνοιαν αυτών, και θέλω γράψει αυτούς επί της καρδίας αυτών και θέλω είσθαι εις αυτούς Θεός, και αυτοί θέλουσιν είσθαι εις εμέ λαός». (Β΄ Κορ. 3:7-8. Εβρ. 8:7-13)
Προς το παρόν δεν έχουμε στην διάθεσή μας κανένα κείμενο στην αρχική του μορφή, στα δε κείμενα πριν από τον 4ο μ.Χ. αιώνα σχεδόν ολόκληρο το εικοσιοκτώ (ΚΗ) κεφάλαιο του Ματθαίου έχει χαθεί γεγονός που υποψιάζει τους ερευνητές ως προς την γνησιότητα του (28:19).
«Πάλι [...] στους μόνους κώδικες που θα ήταν ακόμα και πιθανό να διατηρηθεί μια παλαιότερη γραφή, δηλαδή τον Σιναϊτικό Συριακό και το αρχαιότερο Λατινικό Χειρόγραφο, οι σελίδες που περιείχαν το τέλος του Ματθαίου έχουν εξαφανιστεί.» (F.C. Conybeare)
Ένας ακόμα λόγος για το ότι δεν έχουμε στην διάθεσή μας κείμενα στην αρχική τους μορφή είναι ότι οι φανατικοί διώκτες της νέας αίρεσης του Ιουδαϊσμού τα έκαιγαν σε κάθε ευκαιρία όπως μαρτυρεί ο ιστορικός Ευσέβιος: «Είδα με τα ίδια μου τα μάτια οι οίκοι της προσευχής να γκρεμίζονται και να ισοπεδώνονται εκ θεμελίων, και οι Θεόπνευστες και Ιερές Γραφές να παραδίνονται στην πυρά στην υπαίθρια αγορά […] Ήτο τούτο το δέκατον ένατον έτος της βασιλείας του Διοκλητιανού, κατά τον μήνα Δύστρον, ο οποίος κατά τους Ρωμαίους θα ελέγετο Μάρτιος. Τότε ενώ επλησίαζεν η εορτή του σωτηρίου πάθους εδημοσιεύοντο πανταχού βασιλικά διατάγματα, προστάσσοντα αι μεν εκκλησίαι να κατεδαφιστούν, αι δε Γραφαί να εξαφανισθούν με πυρ, και ορίζοντα οι μεν τιμημένοι με αξιώματα να τα χάσουν, οι δε ευρισκόμενοι εις την υπηρεσίαν ανωτάτων αξιωματούχων να στερηθούν της ελευθερίας των, εάν επιμένουν εις την ομολογίαν του Χριστιανισμού.» (Ευσέβιος εκκλ. Ιστ. Βιβλ. VIII 2:1, 4)
Η συλλογή των επιστολών
Τον 4ο μ.Χ. αιώνα, για εκκλησιαστικούς λόγους επελέγησαν κείμενα από ήδη υπάρχοντα αντίγραφα των επιστολών και συντάχτηκε ο Σιναϊτικός και ο Βατικανός κώδικας που περιέχουν τα βιβλία της Καινής Διαθήκης και ένα μέρος των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης και στους οποίους το Ματθαίος 28:19 αναφέρεται στην τριαδική μορφή του. Προηγήθηκαν τρεις αιώνες βίαιων χριστολογικών ερίδων στην διάρκεια των οποίων τα κείμενα της Κ.Δ. ‘πειραζόντουσαν’ ανάλογα με την μορφή πίστης της ‘έριδας’. Τελικά με θεσμική κατοχύρωση επικράτησε η ‘ελληνοποίηση’ του ενός Θεού της εβραϊκής Βίβλου (τριαδικό δόγμα) και του λυτρωτικού Του έργου δια Ιησού Χριστού και υπερίσχυσαν οι πλατωνικές και οι γνωστικές δοξασίες δια μέσου αποφάσεων αυτοκρατορικών Οικουμενικών Συνόδων (Δες: Δογματικό σύμβολο πίστης ‘Νίκαια – Κων/πολη’ της Ελληνορθοδοξίας), χωρίς όμως αυτές, οι αποφάσεις, να έχουν την δύναμη της καταστολής των ερίδων, αντιθέτως αυτές συνεχίστηκαν και συνεχίζονται έως και σήμερα. Οι ‘αποφάσεις’ είχαν νομοθετικό κύρος, και παίρνονταν με πλειοψηφία ή ομοφωνία και επικυρώνονταν από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα. Στις Συνόδους συμμετείχαν καλεσμένοι δια βασιλικών επιστολών εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι -επίσκοποι, αρχιεπίσκοποι ή αντιπρόσωποί τους και συμβουλάτορες ‘λαϊκοί’ - οι οποίοι πάντα επιζητούσαν ‘συμμαχίες’ διότι συνήθως διαφωνούσαν μεταξύ τους και αλληλοκατηγορούνταν ανάλογα με την μορφή της δογματικής θεολογίας τους. Όλοι όμως ήταν εξοικειωμένοι με τις φιλοσοφικές τάσεις της εποχής τους κυρίως δε με πλατωνικές δυϊστικές δοξασίες, με θεανθρώπους λυτρωτές και με την απόκρυφη Διάλυση της Μονάδας σε Ιερή Τριάδα ή Τριάδες που ήταν πάγια διδαχή του Πυθαγόρα πατέρα της θεωρίας των τριαδικών Μονάδων. Αυτά και υποστήριζαν με σθένος τα περισσότερα αξιωματικά μέλη των συνόδων «και περί της Αγίας Τριάδος, εν τριάδι μονάδα είναι» φιλοσοφούντες θεολογούσαν. (Σωκράτους του Σχολαστικού εκκλ. Ιστ. τομ. Α κεφ. 5)
σ.σ. Θεάνθρωπος = Σύνθεση άκτιστου και κτιστού: θεός ή άπειρο + άνθρωπος ή πεπερασμένο, όπου καταργoύνται οι αντινομίες «Ουράνιος-Γήινος», «Άπειρο-Πεπερασμένο», «Αθάνατος-Θνητός» κ.ά.
Όσοι δε εκ των εκκλησιαστικών ανδρών που συμμετείχαν, υποστηρίχθηκαν ποικιλοτρόπως και υπερίσχυσαν στις θεολογικές αυτές συζητήσεις / διαμάχες, ονομάστηκαν «πατέρες» της Ελληνορθοδοξίας ή «διασώστες και συνεχιστές» του κλασσικού ελληνικού πνεύματος. (Πατρολ. Στυλ. Γ. Παπαδόπουλου τομ. Α΄ σελ. 69)
Οι διάφορες προσπάθειες οριστικοποίησης των «κανονικών βιβλίων» ποτέ δεν έτυχαν ευρείας αποδοχής. Οι επιλογές πάντα επηρεαζόντουσαν από εθνικές, πολιτικές, δογματικές, προσωπικές, προσηλυτιστικές και επεκτατικές σκοπιμότητες για την εκπλήρωση μεγάλων ιδεών που έβλαψαν την ενότητα της Εκκλησίας και την απομάκρυναν από το φρόνημα της υγιούς διδαχής «τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης».
Ο Αθανάσιος και η Αλεξανδρινή θεοφιλοσοφική σχολή
Ο αλεξανδρινός πατριάρχης Αλεξάνδρειας Αθανάσιος αναγνωρισμένος ως «πατέρας» και «στύλος της ελληνορθοδοξίας» στην 39η εορταστική επιστολή του το 367 μ. Χ. πιστοποιεί ως κανονικά τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Ο ίδιος παλαιότερα παρέθετε και χωρία από τον Ποιμένα του Ερμά που όμως δεν συγκαταλέχτηκε ως κανονικό. Ούτος ο Μέγας ανήρ, κατά την ελληνορθοδοξία, συμμετείχε σθεναρά στην επίλυση των χριστολογικών ερίδων. Μάλιστα για την επιβολή των απόψεών του κατηγορήθηκε από αντιπάλους του ότι απείλησε λόγω του κύρους του με επισιτιστική κρίση την Κωνστ/πολη αφού μπορούσε να εμποδίσει την μεταφορά σιτηρών από την Αλεξάνδρεια προς αυτήν και εξαιτίας αυτού εξορίστηκε «Αλλά γαρ ισχύει διαβολή, όταν ο διαβάλλων αξιόπιστος ή. Τούτω γαρ συναρπαγείς ο βασιλεύς και εις θυμόν αχθείς, εξορία υποβάλλει τον Αθανάσιον, τας Γαλλίας κελεύσας οικείν» (Σωκράτους σελ. 89)
Ο Αθανάσιος σπούδασε στη Αλεξανδρινή σχολή (298-393 μ.Χ.) την οποία αρχικά διηύθυναν οι αλεξανδρινοί θεολόγοι Πάνταινος, Κλήμης και Ωριγένης που σκοπό είχαν να ανυψώσουν την αποστολική διδαχή σε φιλοσοφική θεωρία συμβατή με τον Ελληνισμό. Η σχολή λειτουργούσε ως σταυροδρόμι αναζητήσεων από χριστιανούς φίλους της φιλοσοφίας και άλλους στοχαστές, ανάλογα με την σχολή του φιλοσόφου Ιουστίνου στην Ρώμη ή άλλων γνωστικών σχολών. Η σχολή ιδρύθηκε στα ελληνιστικά χρόνια η δε Αλεξάνδρεια ήταν η γενέτειρα του Γνωστικισμού. Στην ίδια πόλη είχε ανθήσει και ιουδαϊκή πνευματική κοινότητα καρπός της οποίας ήταν η μετάφραση της εβραϊκής Βίβλου, Π.Δ., στην ελληνική και από εκεί κατάγονταν και ο ελληνιστής Εβραίος φιλόσοφος Φίλων ή Αλεξανδρινός.
«Οι Αλεξανδρινοί θεολόγοι δεν θεωρούσαν την ελληνική φιλοσοφία ως απειλή ή ξένη για τον χριστιανισμό, αλλά θεραπαινίδα του. Ως συνέπεια, ο χριστιανισμός χρειάζεται εμπλουτισμό από φιλοσοφικά στοιχεία. Η Αλεξανδρινή σχολή επιδίωκε τη συμφιλίωση της χριστιανικής διδασκαλίας με την ελληνική φιλοσοφία, ειδικά της νεοπλατωνικής σκέψης». (Θεολόγος, Κώστας Κουμουκέλης)
Αυτά τα «κανονικά κείμενα» της Καινής Διαθήκης επελέγησαν μέσα από πλήθος επώνυμων ή ανώνυμων γραπτών αντιγράφων των χειρόγραφων κειμένων του πρώτου αιώνα που από γενεά σε γενεά διέσωσαν και μετέδωσαν διάφοροι αντιγραφείς, οι οποίοι τα αντέγραψαν είτε από καλή θέληση είτε από διάθεση παραποίησης των κειμένων με σκοπό να υποστηρίξουν τις δικές τους δογματικές απόψεις. Σήμερα η παλαιογραφία και η κριτική των κειμένων προς διερεύνηση της αυθεντικότητας αναγνωρίζουν πλείστα αντιγραφικά λάθη και παραποιήσεις όπως η εμβολή των τριών μαρτύρων «ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ Πατὴρ, ὁ Λόγος καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, καὶ οὗτοι οἱ τρεῖς ἕν εἰσι καὶ τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῇ γῇ», στην Α΄ Ιωάννου 5:7-8 το γνωστό ως ‘Ιωάννειο κόμμα’.
«Φαίνεται ότι ‘το Ιωάννειο κόμμα’ προστέθηκε σε μια προγενέστερη Λατινική έκδοση της Α΄ Ιωάννη ως περιθωριακή σημείωση, πιθανώς λόγω της ανησυχίας για το ότι ούτε ένα εδάφιο της Καινής Διαθήκης δεν υποστηρίζει άμεσα το δόγμα της Τριάδας». (The Expositor's Bible Commentary: Hebrews-Revelation Revised ed., Zondervan, 2006, Τόμ. 13ος, σελ. 494)
«Κανένα άλλο κείμενο της Καινής Διαθήκης δεν προδίδει την τριαδιστική εκλέπτυνση του Κόμματος, το οποίο δεν αναφέρει μόνο τρεις θεϊκές οντότητες (όπως κάνει το Ματθ. 28:19) αλλά επίσης ότι είναι ένα». (Raymond E. Brown, The Epistles of John (Anchor Bible), Doubleday, 1982, σελ. 776)
Το επιστημονικό έργο της παλαιογραφίας και της διερεύνησης της αυθεντικότητας των κειμένων είναι υψίστης σημασίας διότι μας βοηθούν να έχουμε ορθότερη κατανόηση του καινοδιαθηκικού περιεχομένου. Κατά δε τον καθηγητή Αγουρίδη Σάββα «Ο συνολικός αριθμός των παραλλαγών, θελητών και αθελήτων, του ιερού κειμένου, αναβιβάζεται υπό των περισσοτέρων ερευνητών εις 150.000, υπ’ άλλων δε εις 250.000. Πρόκειται όμως κατά το πλείστον μέρος περί όλως ασημάντων (βλ. σ.σ.) δια το νόημα και την ουσίαν του κειμένου παραλλαγών.» (Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, 3η εκδ., Γρηγόρης, Αθήνα 1991, σελ. 36)
[σ.σ. Το μικρότερο μέρος όμως των παραλλαγών που οδηγούν από τον βιβλικό μονοθεϊσμό στον μυθολογικό τριαδικό πολυθεϊσμό είναι σημαντικό για το νόημα, την ουσία του κειμένου και την αλήθεια]
Προσθαφαιρέσεις και παραποιήσεις των επιστολών ήταν γνωστές ήδη από την αποστολική και την μεταποστολική εποχή.
Ο απόστολος Παύλος έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου της παραχάραξης της αλήθειας σημειώνοντας «να μη σαλευθήτε ταχέως από του φρονήματός σας, μηδέ να θορυβήσθε, μήτε διά πνεύματος μήτε διά λόγου μήτε δι' επιστολής ως γραφομένης υφ' ημών, ότι τάχα έχει έλθει (ενέστηκεν) η ημέρα του Χριστού». (Β΄Θεσ. 2:2)
Μέλημα δε του ιατρού Λουκά ήταν η έρευνα και η βεβαίωση των πραγμάτων «Επειδή πολλοί επεχείρησαν να συντάξωσι διήγησιν περί των μετά πληροφορίας βεβαιωμένων εις ημάς πραγμάτων, καθώς παρέδοσαν εις ημάς οι απ' αρχής γενόμενοι αυτόπται και υπηρέται του λόγου, εφάνη και εις εμέ εύλογον, όστις διηρεύνησα πάντα εξ αρχής ακριβώς, να σοι γράψω κατά σειράν περί τούτων, κράτιστε Θεόφιλε, διά να γνωρίσης την βεβαιότητα των πραγμάτων, περί των οποίων κατηχήθης» (Λουκ. 1:1-4). O Ωριγένης, σχολιάζοντας τον πρόλογο του κατά Λουκάν ευαγγελίου «επειδή πολλοί επεχείρησαν...» αναφέρει: «με τους πολλούς εννοεί τους αποκρυφογράφους που ‘επεχείρησαν’ αλλά δεν μπόρεσαν να γράψουν ‘ευαγγέλια’, γιατί έγραψαν ‘χωρίς χαρίσματος’. (Ομιλ. Α΄εις Λουκάν)
Ο Ωριγένης (185-253/4) μαρτυρεῖ επίσης: «Νυνὶ πολλὴ γέγονεν ἡ τῶν ἀντιγράφων διαφθορά, εἴτε ἀπὸ ῥαθυμίας τινῶν γραφέων εἴτε ἀπὸ τόλμης τινῶν μοχθηρᾶς τῆς διορθώσεως τῶν γραφομένων εἴτε καὶ ἀπὸ τῶν τὰ ἑαυτοῖς δοκοῦντα ἐν τῇ
διορθώσει προστιθέντων ἢ ἀφαιρούντων.» (ΡΟ 13 12934)
Επίσης ο ιστορικός Ηγήσιππος (110-180 μ.Χ.) στο έργο του «Υπομνήματα ΙΙΙ», ΒΕΠΕΣ (=Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων), εξαιτίας της σύγχυσης που δημιουργούσαν οι αιρέσεις και ιδιαιτέρως ο Γνωστικισμός, αναφέρει ότι «υπήρχόν τινες͵ παραφθείρειν επιχειρούντων τον υγιή κανόνα του σωτηρίου κηρύγματος».
Και ο Ειρηναίος (2ος – 3ος αιώνας) στο έργο του «κατά αιρέσεων» αναφέρει ότι ομάδες Γνωστικών είχαν πλάσει και χρησιμοποιούσαν «ἀμύθητον πλῆθος ἀποκρύφων καὶ νόθων γραφῶν». (1, 20, 1)
Επίσης, ο εθνικός Κέλσος, κριτικός του Χριστιανισμού αναφέρει: «Και γνωρίζω ότι κάποιοι από τους πιστούς σας, σαν να συνέρχονται από μεθύσι, καταπιάνονται με την παραχάραξη του αρχικού ευαγγελίου και το τροποποιούν και τρεις και τέσσερις και πολλές φορές, για να μπορούν να αντιπαρέρχονται την κριτική». (Κέλσος, Αληθής Λόγος, 176)
Ιδιαίτερα για το βιβλίο του Ματθαίου ο Παπίας θα γράψει: «Ματθαίος μεν ουν τη εβραΐδι διαλέκτω τα Λόγια (Q, η πηγή των Λογίων) συνεγράψατο ηρμήνευσε δ’ αυτά ως έκαστος ην δυνατός». (Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστ. Γ΄39, 16)
Και ο Διονύσιος Κορίνθου το 170 μ.Χ. θα γράψει: «Πράγματι έγραψα επιστολάς κατόπιν αξιώσεως των αδελφών να γράψω. Αυτάς δε οι απόστολοι του διαβόλου έχουν γεμίσει με ζιζάνια, άλλα μεν αφαιρούντες, άλλα δε προσθέτοντας, τούτους αναμένει το ουαί. Δεν είναι λοιπόν θαυμαστόν το ότι μερικοί έχουν επιχειρήσει να νοθεύσουν και τας γραφάς του Κυρίου, αφού και τας κατωτέρας στάθμης (αυτές δηλαδή που δεν είναι του Κυρίου) έχουν επιβουλευθή.» (Ευσέβιος «Εκκλ. Ιστορία βιβλ. Δ΄ 23, 12)
Ο Κώδικας B. (Vaticanus) «θα ήταν το καλύτερο από τα υπάρχοντα γραπτά χειρόγραφα εάν είχε διατηρηθεί πλήρης, λιγότερο χαλασμένος, (λιγότερο) διορθωμένος, ευκολότερα ευανάγνωστος, και όχι αλλαγμένος από ένα μεταγενέστερο χέρι σε περισσότερα από δύο χιλιάδες σημεία. Ο Ευσέβιος, επομένως, δεν είναι χωρίς αιτία που κατηγορεί τους υποστηρικτές του Αθανάσιου και του νέο-ανερχόμενου δόγματος της Τριάδας για την πλαστογράφηση της Βίβλου περισσότερο από μία φορά.» (Fraternal Visitor, στο The Christadelphian Monatshefte, 1924, page 148. WHISTON)
«Ξέρουμε βεβαίως για έναν μεγάλο αριθμό παρεμβολών και αλλοιώσεων που επήλθαν στις Γραφές [...] από τον Αθανάσιο, που σχετίζεται με το δόγμα της Τριάδας, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Ενώ δεν έχουμε, από ότι ξέρω, οποιεσδήποτε τέτοιες παρεμβολές και αλλοιώσεις, που να έγιναν σε καμία από αυτές ούτε από τους υποστηρικτές του Ευσέβιου ούτε από τους υποστηρικτές του Αρείου» [Second letter to the Bishop of London, 1719, page15. SMITH'S DICTIONARY OF CHRISTIAN ANTIQUITIES (Art. Baptism Sec. 50)]
Ο Ευσέβιος και η ευσεβιανή μορφή του Ματθαίος 28:19
Ο Ευσέβιος υπήρξε εξηγητής και ιστορικός και πατέρας της εκκλησιαστικής ιστορίας, ήταν ‘ο χριστιανός Ηρόδοτος’. Ήταν θαυμαστής του Ωριγένη και παιδί της ωριγενιστικής θεολογικής παραδόσεως, εις την οποίαν ο Υιός ήταν μεν θεός, αλλά κατώτερος του Θεού Πατρός. Η πεποίθηση αυτή τον οδήγησε να υπερασπιστεί την αρειανική θεολογία γενόμενος ηγετική μορφή του μετριοπαθούς αρειανικού κινήματος των Ομοιουσιανών. Ως φίλος και υπάκουος στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο επηρέασε και κατεύθυνε για πολύ καιρό την εκκλησιαστική του πολιτική. Ο Ευσέβιος δεν τήρησε ξεκάθαρη θέση στις διαφωνίες αρειανιστών και ελληνορθοδόξων τις οποίες θεωρούσε ασήμαντες «ἐν ἀλλήλοις ὑπὲρ μικρῶν καὶ λίαν ἐλαχίστων φιλονεικούντων» (Σωκράτους του Σχολαστικού). Άλλοτε συναινούσε σε καταδίκες αρειανιστών και άλλοτε σε καταδίκες ελληνορθοδόξων. Για τον λόγο αυτόν χαρακτηρίστηκε ‘δίγλωσος’ ο δε Φώτιος θα πει για τον Ευσέβιο «περί μέντοι γε της Αρειανής αιρέσεως ουδέν σαφές απαγγέλει».
Ο Ευσέβιος ήταν μαθητής του Παμφίλου που ίδρυσε την βιβλιοθήκη της Καισάρειας με την βοήθεια συνεργατών και αντιγραφέων και η οποία λειτουργούσε ως εκδοτικός οίκος και διορθωτήριο κειμένων Ο Ευσέβιος ήταν ο υπεύθυνος του καταλόγου των βιβλίων αυτής της βιβλιοθήκης καθώς και του βιβλιογραφικού εργαστηρίου από το οποίο προήλθαν αντίγραφα κειμένων της Αγίας Γραφής. Ο Πάμφιλος μαζί με τον Ευσέβιο εργάστηκαν και για την διόρθωση σφαλμάτων της μετάφρασης των Εβδομήκοντα. Έχοντας λοιπόν ο Ευσέβιος πρόσβαση σε τριών αιώνων διορθωμένες αντιγραφές των χειρόγραφων επιστολών, η μορφή που παραθέτει το Ματθαίος 28:19 στο βιβλίο του ‘Ευαγγελική απόδειξη’ (3.6.32) «Πηγαίνετε και κάντε μαθητές από όλα τα έθνη στο όνομά Μου, διδάσκοντάς τους να τηρούν τα πάντα, ότι σας διέταξα» είναι εγκυρότερη από αυτήν που εμφανίστηκε τον τέταρτο αιώνα όταν, επιτέλους, η ελληνοποίηση της εβραϊκής βιβλικής αλήθειας είχε πάρει πια την έγκριση των βασιλικών Οικουμενικών Συνόδων και το τριαδολογικό μυθολογικό δόγμα θριάμβευε με θεσμική ιερή βία.
Ο Ευσέβιος στο ίδιο βιβλίο ‘Ευαγγελική απόδειξη’ προχωρά σε ισχυρή διασάφηση για την δύναμη του ονόματος του Ιησού λέγοντας: [Διότι δεν τους πρόσταξε απλά και απροσδιόριστα να μαθητεύσουν πάντα τα έθνη αλλά με την προσθήκη «εις το όνομα Αυτού». Διότι τόση ήτο η δύναμη του ονόματος Αυτού που όπως είπε και ο απόστολος «ἐχαρίσατο αὐτῷ ὁ θεὸς τὸ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων». Ήταν εύλογο λοιπόν επειδή σε πολλούς δεν ήταν αντιληπτή η δύναμη που υπάρχει στο όνομα Αυτού να πει στους μαθητές Του «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη τῷ ὀνόματί μου»]. (3.7.12,13)
Την δύναμη του ονόματος του Ιησού μαρτυρεί και ο ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός κάνοντας αναφορά στην θεραπεία ενός Ιουδαίου παραλυτικού που έλαβε όταν τον βάπτισε ο επίσκοπος Κων/πόλεως Αττικός: «Κατηχήσας ουν αυτόν, και την εις Χριστόν ελπίδα ευαγγελισάμενος, κομισθήναι συν τη κλίνη κελεύει επί το φωτιστήριον. Ο δε παραλυτικός Ιουδαίος ειλικρινεί πίστει το βάπτισμα δεξάμενος, από της κολυμβήθρας του βαπτιστηρίου αναληφθείς, ευθύς απήλλακτο του νοσήματος και του λοιπού εν τοις υγιαίνουσιν ην. Ταύτην την θεραπείαν ή του Χριστού δύναμις και επί τοις ημετέροις καιροίς δείξαι τοις ανθρώποις ηθέλησε δι ήν Έλληνες μεν πολλοί πιστεύσαντες εβαπτίσθησαν» (Ζ:4)
σ.σ. Φωτιστήριον =βαπτιστήριο. Το βάπτισμα το έλεγαν και «φώτισμα» διότι κακοδοξούντες πίστευαν, όπως και αρκετοί θρησκευόμενοι σήμερα, ότι όποιος βαπτίζεται στο φυσικό νερό φωτίζεται και λαμβάνει και την δωρεά του αγίου Πνεύματος.
Η επιβολή του τριαδικού τύπου βαπτίσματος από την κρατική ελληνορθοδοξία
Η επιβολή του τριαδικού τύπου και τρόπου βαπτίσματος και μάλιστα με τριπλή βύθιση, ενάντια στην πρακτική της Πρώτης εκκλησίας η οποία βάπτιζε με μονή βύθιση και στο υπέρ παν όνομα του Ιησού, μαρτυρεί ο πεντηκοστός κανόνας (Ν) εκ των ογδόντα πέντε (ΠΕ) που θέσπισε η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος η οποία παραπλανητικά τους βάπτισε ‘Αποστολικούς κανόνες’ και επιτάσσει:
«Εἴ τις ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, μὴ τρία βαπτίσματα μιᾶς μυήοεως ἐπιτελέσῃ, ἀλλ᾿ ἓν βάπτισμα, τὸ εἰς τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου διδόμενον, καθαιρείσθω. Οὐ γὰρ εἶπεν ὁ Κύριος, εἰς τὸν θάνατόν μου βαπτίσατε· ἀλλά, Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος»
Είναι δε ολοφάνερο ότι οι εκκλησιαστικοί άνδρες της ελληνορθοδοξίας εφάρμοσαν την πολιτική του «μπαζώματος» της αλήθειας και βάπτιζαν με τον τριαδικό τύπο και με τρεις βυθίσεις ενισχύοντας την θεϊκή πολυπροσωπία σε αντίθεση με τον αποστολικό καινοδιαθηκικό λόγο του πρώτου αιώνα, όπου το βάπτισμα γινόταν ως αντίτυπο της κιβωτού του Νώε στο όνομα και στον θάνατο του Ιησού που σήκωσε την κατάρα / ανάθεμα του Νόμου. (Γαλ. 3:13)
«Η αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν; Συνετάφημεν λοιπόν μετ' αυτού διά του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα καθώς ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών διά της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς περιπατήσωμεν εις νέαν ζωήν.» (Ρωμ. 6:3)
«Η τριπλή βύθιση είναι αδιαφιλονίκητα πολύ αρχαία στην εκκλησία [...] Το αντικείμενό του είναι, φυσικά, να τιμήσει τα Τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας στης οποίας το όνομα γίνεται». (Καθολική εγκυκλοπαίδεια, σελ. 262)
Θεωρούνταν δε παραχαράκτες όσους βάπτιζαν στο όνομα του Ιησού Χριστού εις τον θάνατον αυτού, όπως έκαναν και οι Ευνομιανοί για τους οποίους ο Σωκράτης ο Σχολαστικός λέει: «Πλην ότι το βάπτισμα παραχάραξαν. Ου γαρ εις την τριάδα αλλ’ εις τον του Χριστού βαπτίζουσι θάνατον» (5:24)
Άλλες μαρτυρίες
Σύμφωνα με τον Conybeare, κριτικό βιβλικών κειμένων: «Ο Ευσέβιος παραθέτει αυτό το κείμενο ‘Ματθ. 28:19’ ξανά και ξανά σε έργα που γράφτηκαν μεταξύ 300 και 336, δηλαδή στα μακρά σχόλιά του στους Ψαλμούς, στον Ησαΐα, στο Ευαγγελική απόδειξη, στη Θεοφάνεια του […] στην περίφημη ιστορία της Εκκλησίας και στο πανηγυρικό του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Μετά από μια μέτρια αναζήτηση σε αυτά τα έργα του Ευσεβίου, βρήκα δεκαοκτώ παραπομπές του εδαφίου Ματθαίος 28:19, και πάντα με την εξής μορφή: «Πηγαίνετε και κάντε μαθητές από όλα τα έθνη στο όνομά Μου, διδάσκοντάς τους να τηρούν τα πάντα, ότι σας διέταξα».
Ο ίδιος Conybeare συνεχίζει, στο Hibbert Journal, 1902: «Είναι προφανές ότι αυτό ήταν το κείμενο που βρήκε ο Ευσέβιος στους πολύ αρχαίους κώδικες που συνέλεξαν πενήντα έως εκατό πενήντα χρόνια πριν από τη γέννησή του από τους μεγάλους προκατόχους του. Οποιαδήποτε άλλη μορφή κειμένου δεν την είχε ακούσει ποτέ και δεν γνώριζε τίποτα έως ότου επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη και παρευρέθηκε στη Σύνοδο της Νίκαιας. Έπειτα σε δύο αμφιλεγόμενα έργα που έγραψε σε μεγάλη ηλικία και με τίτλο, το ένα «Κατά Μαρκέλλου της Αγκύρας» και το άλλο «Περί της Θεολογίας της Εκκλησίας», χρησιμοποίησε την κοινή (τριαδολογική) ανάγνωση».
H Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας και της Ηθικής λέει για το Ματθαίος 28:19: «είναι το κεντρικό κομμάτι της απόδειξης για την παραδοσιακή τριαδική άποψη. Εάν ήταν αδιαφιλονίκητο, αυτό φυσικά θα ήταν αποφασιστικό, αλλά η αξιοπιστία του αμφισβητείται βάσει της κριτικής του κειμένου, της λογοτεχνικής κριτικής και της ιστορικής κριτικής.»
Επίσης, σύγχρονες έρευνες αποδεικνύουν ότι η πρωτοχριστιανική λατρεία ελάχιστη σχέση έχει με αυτά που πρεσβεύουν σήμερα οι κυριότερες χριστιανικές Εκκλησίες, ότι το μεγαλύτερο μέρος της είναι μεταγενέστερες προσθήκες και ερμηνείες των εκάστοτε Πατέρων και αποφάσεις των διαφόρων Οικουμενικών Συνόδων.
Άλλωστε είναι γνωστό ότι «Το Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας-Κων/πόλεως χρησιμοποιήθηκε βαθμηδόν ως βαπτιστήριο σύμβολο στην εκκλησιαστική πράξη, ενώ από τον τέταρτο (4ο) αιώνα ήδη συμπεριελήφθη «εις τα συνοδικά γενικού και υποχρεωτικού χαρακτήρος σύμβολα δια πάντας τους βεβαπτισμένους χριστιανούς», το οποίο ισχύει μέχρι και σήμερα.»
Από: Orthodox wiki
Η δε «Διδαχή των Δώδεκα Αποστολών» του 2ου μ.Χ. αιώνα, όπου αναφέρεται τριαδική φόρμουλα του Ματθαίου 28:19, κατατάσσεται από τον Ευσέβιο στα νόθα έργα «Ἐν τοῖς νόθοις κατατετάχθω [...] καὶ τῶν ἀποστόλων αἱ λεγόμεναι Διδαχαὶ». (Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία 3.25.4)
Ο δε Αθανάσιος αναφέρει ότι η «Διδαχή των Δώδεκα Αποστολών» βρίσκεται ανάμεσα στα "παραγεγραμμένα καὶ νόθα καὶ ἀπόβλητα" έργα και ότι «οὐδὲν τούτων, τῶν ἀποκρύφων μάλιστα, ἔγκριτον ἢ ἐπωφελὲς» (Σύνοψις Επίτομος της Θείας Γραφής 28.432. Βλέπε επίσης Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα Χριστιανικά Κείμενα, Τόμ. 1ος, Θεσ. 1999, εκδόσεις Πουρναρά).
Η μεγαλύτερη όμως απόδειξη αμφισβήτησης της τριαδικής μορφής του Ματθαίου 28:19 είναι τα γραπτά των έγκριτων Αποστόλων και η πρακτική βαπτίσματος της Πρώτης αποστολικής εκκλησίας όπου πάντες βαπτίζονταν στο νερό εις το υπέρ παν όνομα του Ιησού Χριστού. Αυτό σημαίνει τρία πράγματα:
α) Ή ότι οι Απόστολοι ξέχασαν την εντολή του Ιησού
β) Ή ότι οι Απόστολοι παράκουσαν την εντολή του Ιησού
γ) Ή ότι ποτέ δεν δόθηκε τέτοια εντολή από τον Ιησού το οποίο είναι και το βεβαιότερο
Η έρευνα δεν επιλέγει την αλήθεια αλλά οδηγείται σ' αυτήν
<< Επιστροφή στην Αρχική σελίδα