Αντίχριστος
Αντίχριστος
Συγγραφή: Κεπενές Δημ. Ευάγγελος (17/04/2017)
Βιβλικές παραπομπές από: WH, Βάμβας, LXXA
Παιδία, εσχάτη ώρα είναι
«Και μη φοβιζόμενοι εις ουδέν από των αντικειμένων, το οποίον εις αυτούς μεν είναι ένδειξις απωλείας, εις εσάς δε σωτηρίας, και τούτο από Θεού.» (Φιλιππησίους 1:28)
Στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ. ο Ιωάννης, απόστολος προς τους περιτετμημένους (Γαλ. 2:9), έγραψε, στα τέκνα της επαγγελίας, ότι ζούσαν τις έσχατες ημέρες του Παλαιού κόσμου, του αιώνα του Μωσαϊκού Νόμου. Ο ερχομός της αποστασίας και ο καιρός της αποκάλυψης του ανθρώπου της αμαρτίας, του υιού της απώλειας, του αντικείμενου/του ενάντιου, εις πάντα λεγόμενο θεό ή σέβασμα, ήταν επικείμενα. Ο ερχομός του Αντίχριστου θα γινότανε κατ’ ενέργεια και δύναμη του Σατανά, με σημεία και τέρατα ψεύδους, (σπάνια, ασυνήθιστα), μεταξύ των απολλυμένων εκ των Εβραίων των χρόνων εκείνων, που δεν δέχτηκαν την αγάπη της αλήθειας για να σωθούν. Αυτό το γεγονός, ήταν σημείο, του τέλους/ολοκλήρωσης, της διακονίας του θανάτου (=του Νόμου) και των τύπων του (=του επίγειου Ναού της Ιερουσαλήμ με τις τελετουργίες του) και το σημείο της ελεύσεως του Σωτήρα Ιησού. (2 Θεσ. 2:1-4, 2 Κορ. 3:7-8)
«Παιδία εσχάτη ώρα εστίν και καθώς ηκούσατε ότι αντίχριστος έρχεται και νυν αντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν όθεν γινώσκομεν ότι εσχάτη ώρα εστίν, εξ ημών εξήλθαν (= αποστασία/απόσχιση από την αρχέγονη εκκλησία), αλλ’ ουκ ήσαν εξ ημών, ει γαρ εξ ημών ήσαν, μεμενήκεισαν αν μεθ΄ημών (θα είχαν μείνει μαζί μας), αλλ΄ ίνα φανερωθώσιν ότι ουκ εισίν πάντες εξ ημών και υμείς χρίσμα έχετε από του αγίου και οίδατε πάντες». (Α΄Ιωάν. 2:18-20, Β΄Θεσ. 2:3)
Βιβλική αναδρομή για την κατανόηση των γραφθέντων υπό του Ιωάννου ιστορικών τετελεσμένων
Ο Συμεών είπε στη Μαρία για τον οκταήμερο τότε Ιησού:
«Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον.» (Λουκ. 2:34)
Τα ιστορούμενα γεγονότα από τους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης επαλήθευσαν πλήρως τα λόγια του Συμεών. Η αποδοχή του Ιησού, που είναι η αλήθεια η ζωή και η οδός, που οδηγεί στον Πατέρα, ήταν η αιτία για ανάσταση πολλών εις τον Ισραήλ, ενώ αντιθέτως η άρνηση / αντιλογία / εναντίωση, ήταν η αιτία για την πτώση πολλών. (Ιωάν. 14:6)
Αυτή η αντιλογία, στην ταυτότητα και διδασκαλία του Ιησού, είχε αφετηρία Ιουδαίους αρνητές και συνεχίζεται έως και σήμερα από τα κυρίαρχα θρησκευτικά συστήματα και τις ποικίλες χριστιανικές ομολογίες.
«Επειδή δε αντέλεγον οι Ιουδαίοι, ηναγκάσθην να επικαλεσθώ τον Καίσαρα, ουχί ως έχων να κατηγορήσω κατά τι το έθνος μου.» (Πράξ. 28:19)
«Προς δε τον Ισραήλ λέγει· Όλην την ημέραν εξέτεινα τας χείρας μου προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα.» (Ρωμ. 10:21, Τίτ. 1:9)
Ο Ιησούς λοιπόν ετέθη για πτώση και ανάσταση πολλών εις τον Ισραήλ και εις σημείο αντιλεγόμενο. Τα ιστορικά συμβάντα, στην περίοδο της αποστολικής γενεάς, ήταν η εκπλήρωση των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης με συνέπειες εξαρτώμενες, από το τι θέση πήραν οι Εβραίοι, μπροστά στην οδό, στην αλήθεια και στην ζωή, που είναι ο επουράνιος Ιησούς.
«Όταν λοιπόν έλθη ο κύριος του αμπελώνος (=ο λαός Ισραήλ), τι θέλει κάμει εις τους γεωργούς εκείνους;» (Ματθ. 21:40)
«Βλέπετε (οι Εβραίοι) ουν μη επέλθη το ειρημένον εν τοις προφήταις (η οργή του Θεού)». (Πράξ. 13.40)
Σε ποιους απεστάλη ο Ιησούς
Αποκρινόμενος ο Ιησούς στους Ιουδαίους μαθητές Του, όταν του ζήτησαν να απολύσει την Χαναναία είπε: «Ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» αποκαλύπτοντας τους έτσι ότι αυτός ήταν ο «καλός ποιμένας», που ήρθε να συνάξει, τα πρόβατα τα διασκορπισμένα του οίκου Ισραήλ που ήταν κάτω από τον νόμο και αφού τους εξαγοράσε τους υιοθέτησε χαρίζοντας τους ζωή / αθανασία, σύμφωνα με τις γραφές. (Ματθ. 15:24, Ιωάν. 10:11-17, 11:52, Ιεζ. 34:6,12, Ησ. 40:10-11)
«Και εν τω τόπω όπου ελέχθη προς αυτούς, δεν είσθε λαός μου, εκεί θέλει λεχθή προς αυτούς, Υιοί του Θεού του ζώντος. Τότε θέλουσι συναχθή ομού οι υιοί Ιούδα και οι υιοί Ισραήλ, (οι δύο οίκοι), και θέλουσι καταστήσει εις εαυτούς αρχηγόν ένα, (τον Ιησού), και θέλουσιν αναβή εκ της γής· διότι μεγάλη θέλει είσθαι η ημέρα του Ιεζραέλ». (Ωσ. 1:11)
Ο Ιωάννης επιμαρτυρεί:
«Εις τα ίδια ήλθεν (στον λαό του Ισραήλ) και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον. Όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού, οι ουκ εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός (βιολογική σπορά Αβραάμ) αλλ’ εκ Θεού εγεννήθησαν (πνευματική σπορά)». (Ιωάν. 1:11-13)
«Αναγεγεννημένοι ουκ εκ σποράς φθαρτής (βιολογικής), αλλά αφθάρτου, δια λόγου ζώντος Θεού και μένοντος». (Α΄ Πέτρ. προς Εβραίους 1:23)
Που έδρασε ο Ιησούς
Ο Ιησούς έδρασε στην Γαλιλαία όπου κατοικούσαν Ισραηλίτες (παλαιότερα έμεναν και Εθνικοί εξ ου και το Γαλιλαία των εθνών) και στην Ιουδαία, περιοχές της Παλαιστίνης, γνωστή ως «γη του Ισραήλ» ή «Αγία γη» ή «γη του Θεού». Η διδαχή και το κήρυγμα του Ιησού έως την ανάσταση του, απευθύνονταν στους υπόλογους Εβραίους, που ήταν οι παραλήπτες και γνώστες της Παλαιάς Διαθήκης.
«Και ημείς είμεθα μάρτυρες πάντων όσα έκαμε και εν τη γη των Ιουδαίων και εν Ιερουσαλήμ· τον οποίον εφόνευσαν κρεμάσαντες επί ξύλου.» (Πράξ. 10:39)
Οι Ιουδαίοι ήταν υπόλογοι για την τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου
Η εντολή προς τους Εβραίους όταν παρέλαβαν τον Μωσαϊκό Νόμο, δεν ήταν να τον κηρύξουν στα έθνη, ώστε οι εθνικοί να περιτέμνονται, να φυλάνε το Σάββατο, να μη τρώνε χοιρινό και να ζουν ιουδαϊκά, αλλά οι ίδιοι να υπακούσουν στις εντολές του Θεού τους. Εξαίρεση για την τήρηση της περιτομής, υπήρχε μόνο για τους αγορασθέντες με αργύριο και τους προσήλυτους που ήθελαν να γιορτάσουν το Πάσχα. (Γεν. 17:13, Έξ. 12:48)
Προσήλυτοι, στον μονοθεϊσμό των Ιουδαίων, από τον πολυθεϊσμό ή ενοθεϊσμό των Εθνικών, γινόντουσαν, είτε εθελοντικά (Λευ. 18:26 Ο΄), είτε για τον φόβο των Ιουδαίων (Εσθήρ 8:17), είτε για πολιτικούς λόγους όπως έκανε ο Ιωάννης Υρκανός (134-104 π.Χ.) όταν νίκησε τους Ιδουμαίους και τους επέβαλε την περιτομή και τα ιουδαϊκά έθιμα για να παραμείνουν στην περιοχή (Ιώσ. Ιουδ. Αρχ. ΙΓ, ΙΧ.Ι 258), είτε για νεωτερισμό όπως έκαναν πολλοί Έλληνες που βλέποντας την λαμπρότητα των ιουδαϊκών θρησκευτικών τελετών, τις αντέγραψαν. (Ιώσ. Ιουδ. Πόλ. Ζ ΙΙΙ (3) 45)
Πολλοί προσήλυτοι υπάκουσαν στο ευαγγέλιο της ζωής, όπως ο Νικόλαος, προσήλυτος Αντιοχεύς, ο Αιθίοπας o ευνούχος και άλλοι. (Πράξ. 6:5, 2:11, 8:27-38, 13:43)
Ο Νόμος κατεργάζεται / επεξεργάζεται οργή (Ρωμ. 4:15)
Η παράβαση του Νόμου, από τους αντιπειθαρχικούς Ιουδαίους και η εναντίωση, μεγάλης μερίδας αυτών, στην διδαχή του Ιησού και των Αποστόλων, επέφερε και την οργή του Θεού πάνω τους, όπως είχε προαναγγελθεί σύμφωνα με τον γραπτό Νόμο. (Λευιτικό, κεφ. 26, Α΄ Θεσ. 2:16)
Τα Ουαί του Κυρίου στους αντικείμενους/ενάντιους εκ του Ιουδαϊσμού, εκτελέστηκαν με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του Ναού της το 70 μ.Χ., αφού προηγουμένως είχε εκτελεσθεί η μεγάλη εντολή. (Ρωμ. 10:18, 16:26, Κολ. 1:6, 23)
«Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη, και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» (Ματθ. 24:14)
Ιστορικές μαρτυρίες για την οργή του Θεού στους ασεβείς και αντικειμένους εκ των Ιουδαίων
Ο Ευσέβιος κατέγραψε τις πληροφορίες που δίνει ο Ιώσηπος, για τις συμφορές που έπληξαν όλο το ιουδαϊκό έθνος . Μας ιστορεί λοιπόν ότι το 12ο έτος της βασιλείας του Νέρωνος άρχισε ο πόλεμος όπου σταυρώθηκαν πολλοί εξέχοντες Ιουδαίοι στην Ιερουσαλήμ, επί επιτρόπου Φλώρου. Οι πόλεις στην επαρχία γέμισαν άταφα πτώματα από τον αλληλοσπαραγμό των Ιουδαίων, προσδοκούσαν δε μεγαλύτερα κακά από όσα ήδη συνέβαιναν. (Εκ. Ιστ. Β΄26: 1-2)
Ο δε Βεσπασιανός διέταξε μετά την άλωση των Ιεροσολύμων να διωχθούν όλοι οι εκ του γένους Δαυίδ. (Εκ. Ιστ. Γ΄12)
Επί πλέον μας ιστορεί ότι η μακροθυμία του Θεού πρόσμενε τους Ιουδαίους σαράντα χρόνια μετά την σταύρωση του Ιησού, για να μετανοήσουν και να σωθούν και να μη συμβούν σ’ αυτούς τα μέλλοντα κακά. (Εκ. Ιστ. Γ΄7: 8-9)
Σχετικά με την μακροθυμία του Θεού στους Ιουδαίους, έγραψε και ο Πέτρος στην δεύτερη προς αυτούς επιστολή, όντας απόστολος των περιτετμημένων, καθώς ήταν και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης (Γαλ. 2:7-9).
«Ου βραδύνει Κύριος της επαγγελίας, ως τινες βραδύτητα ηγούνται, αλλά μακροθυμεί εις υμάς (τους Εβραίους ομοεθνείς του) μη βουλόμενος τινάς απολέσθαι αλλά πάντας εις μετάνοιαν χωρήσαι». (Β΄ Πέτρ. 3:9, Βλ. και Β΄Τιμ. 2:25-26)
Περισσότερες ιστορικές πληροφορίες για τα όσα έγιναν το 70 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ μπορείτε να διαβάσετε εδώ , και εδώ.
Οι προειδοποιήσεις του Ιησού στην Πρωτοχριστιανική Εκκλησία
«Ου μη παρέλθη η γενεά αύτη έως εάν πάντα ταύτα γένηται.» (Ματθ. 24:34)
Τα όσα έμελλαν να συμβούν, στην γενεά των Αποστόλων, είχαν τεράστια σημασία, για τον ισραηλιτικό λαό και την εθνική τους υπόσταση, αφού η επίγεια ζωή τους καθορίζονταν, από τις μωσαϊκές διατάξεις και τη λειτουργία του Ναού. Ήταν λοιπόν εύλογο ο Κύριος Ιησούς να τους προειδοποιήσει, για τις επικείμενες αλλαγές και τα μέλλοντα να συμβούν, σε αυτούς, στη γη τους και στο έθνος τους. Μάλιστα στους μαθητές του έδωσε και σημεία τα οποία θα προηγούντο, από τις έσχατες ημέρες, του τέλους του Νόμου, όπως το βδέλυγμα της ερημώσεως, την έγερση ψευδόχριστων και ψευδοπροφητών, που θα έδειχναν σημεία και τέρατα ψεύδους, την αποστασία από την εκκλησία και το ξεσκέπασμα/ αποκάλυψη, του υιού της ανομίας. Ακόμη τους προείπε, για τις διώξεις, που υπέστησαν από τους απειθείς Ιουδαίους, την διεθνοποίηση του Χριστιανισμού, την περικύκλωση της Ιερουσαλήμ και τα χαρακώματα γύρω από αυτή, από τα ρωμαϊκά στρατεύματα και για το κάψιμο του Ιερού και των συμβόλων του. (Λουκ. 21:31-36, Ματθ. 24:3, 9-13).
Οι κοσμοϊστορικές αλλαγές που έγιναν στην γενεά των Αποστόλων
(1) Στον Ιησού εδόθη πάσα εξουσία, στον ουρανό και πάνω στη γη. (Ματθ. 28:18)
(2) Ο επίγειος, χειροποίητος Ναός, του σαρκικού Ισραήλ, με τους θνητούς ιερείς και αρχιερείς, έδωσε τη θέση του στον επουράνιο Ναό του σώματος του Ιησού, με αθάνατο επουράνιο αρχιερέα και αθάνατους πνευματικούς ιερείς (Ιωάν. 2:21, Εβρ. 9:9-11, Αποκ. 1:6, 21:22, Α΄ Πέτρ. 2:5)
(3) Ο σαρκικός Ισραήλ, έδωσε τη θέση του στον πνευματικό Ισραήλ. (Γαλ. 6:15-16, Γαλ. 6:15-16)
(4) Οι σαρκικοί λατρευτές έδωσαν τη θέση τους στους αληθινούς πνευματικούς προσκυνητές. (Ιωάν. 4:23-24)
(5) Ο θάνατος έδωσε τη θέση του στην ανάσταση εκ των νεκρών/στην ζωή. (Α΄ Κορ. κεφ.15, Εφ. 2:1-7, Ρωμ. 6:11)
(6) Η Παλαιά Διαθήκη του θανάτου, έδωσε την θέση της στην Νέα Διαθήκη της ζωής. (Β΄ Κορ. 3:6-9)
(7) Η Παλαιά βασιλεία του Ισραήλ άλλαξε και έδωσε τη θέση της στη Νέα βασιλεία του σώματος του επουράνιου Ιησού. (Ματθ. 21:43, Εφ. 1:22-23, Ιωάν. 6:51)
(8) «Όθεν εάν τις ήναι εν Χριστώ είναι νέον κτίσμα· τα αρχαία παρήλθον, ιδού, τα πάντα έγειναν νέα.» (Β΄ Κορ. 5:17)
Ιουδαίοι οι πρώτοι μαθητές του Χριστού
Ο Ιησούς ο Ναζωραίος, «ων υιός, ως ενομίζετο, Ιωσήφ», έζησε ιουδαϊκά, περιτμήθηκε την όγδοη ημέρα, γιόρταζε το Πάσχα, συνήθιζε να πηγαίνει στην συναγωγή κάθε Σάββατο και να συμμετέχει στην ανάγνωση των εβραϊκών Γραφών, ήτο αποδεκτός από τους Ιουδαίους ως ραββί, είχε την φήμη ως ο μέγας Προφήτης, ήτο σύμφωνος με την διδαχή των Φαρισαίων και των Γραμματέων όχι όμως με τα έργα τους, ούτε με τις προφορικές τους παραδόσεις, αναφερόταν συνεχώς εις το «γεγραμμένο εν τοις προφήταις», διακόνησε μεταξύ των Ιουδαίων στην γη Ισραήλ, έκλεξε Ιουδαίους αποστόλους και αφού τους έδωσε εξουσία, τους απέστειλε στις πόλεις του Ισραήλ, φανερώνοντας τους, ότι θα διώκονταν από τους Ιουδαίους, όπως και ο ίδιος, («παραδώσουσιν γαρ υμάς εις συνέδρια, και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν») και ότι πριν προλάβουν να πάνε σε όλες τις πόλεις θα ερχότανε πάλι να τους παραλάβει. (Ιωάν. 14:3)
«Και εις ήντινα πόλιν (του Ισραήλ) εισέρχησθε και σας δέχωνται, τρώγετε τα παρατιθέμενα εις εσάς, και θεραπεύετε τους εν αυτή ασθενείς και λέγετε προς αυτούς· Επλησίασεν εις εσάς η βασιλεία του Θεού. Εις ήντινα όμως πόλιν (του Ισραήλ) εισέρχησθε και δεν σας δέχωνται, εξελθόντες εις τας πλατείας αυτής, είπατε· Και τον κονιορτόν, όστις εκολλήθη εις ημάς εκ της πόλεώς σας, εκτινάσσομεν εις εσάς· πλην τούτο γινώσκετε, ότι επλησίασεν εις εσάς η βασιλεία του Θεού». (Λουκ. 10:8-11)
«Όταν δε σας διώκωσιν εν τη πόλει ταύτη, φεύγετε εις την άλλην· διότι αληθώς σας λέγω, δεν θέλετε τελειώσει τας πόλεις του Ισραήλ, εωσού έλθη ο Υιός του ανθρώπου.» (Ματθ. 10:23)
Οι πρώτοι λοιπόν μαθητές (η απαρχή), ήταν Ιουδαίοι και ο αρχικός γνήσιος Χριστιανισμός είχε υπόβαθρο και εκπόρευση τους Προφήτες του Ισραήλ και τον Νόμο του Μωυσή και ΟΧΙ την αρχαία ελληνική σκέψη με την οποία ντύθηκε από τους φιλόσοφους "πατέρες".
«Και νυν επ΄ελπίδι της εις τους πατέρας ημών επαγγελίας γενομένης υπό του θεού έστηκα κρινόμενος [...] » (Πράξ. 26:6-7, 24:14-15, 28:20)
«Εξετίθετο διαμαρτυρόμενος την βασιλείαν του Θεού πείθων τε αυτούς τα περί του Ιησού από τε του νόμου του Μωυσέως και των προφητών από πρωί έως εσπέρας.» (Πράξ. 28:23)
Το μήνυμα της ανάστασης των νεκρών δια Ιησού Χριστού και στα έθνη
«Εις εσάς (τους Εβραίους) πρώτον ήτο αναγκαίον να λαληθή ο λόγος του Θεού· αλλ' επειδή απορρίπτετε αυτόν και δεν κρίνετε εαυτούς αξίους της αιωνίου ζωής, ιδού, στρεφόμεθα εις τα έθνη». (Πράξ. 13:46)
Βεβαίως, η επαγγελία της ζωής, προς τον Αβραάμ, προέβλεπε και την συμμετοχή των εθνών, όπως προείπαν και οι προφήτες, όταν μίλησαν για την Νέα Διαθήκη της ζωής, που θα έκανε ο θεός με τον Ισραήλ «τα πρόβατα», μαζί με τα έθνη «τα θηρία».
«Και διαθήσομαι αυτοίς εν εκείνη τη ημέρα διαθήκην μετά των θηρίων του αγρού και μετά των πετεινών του ουρανού και μετά των ερπετών της γης και τόξον και ρομφαίαν και πόλεμον συντρίψω από της γης και κατοικιώ σε επ΄ελπίδι.» ( Ωσηέ 2:18, Βλ. και Πράξ. 10:11-12)
Επισήμανση
Τους πρώτους αιώνες μ.Χ., αυτό το άδολο μήνυμα, της ζωοποίησις των νεκρών/θνητών ανθρώπων, δια του Ιησού Χριστού, το οποίο κατήγγειλε η αυθεντική Εκκλησία Του, τα συγκαιρινά θρησκευτικά και πολιτικά συμφέροντα, το συζεύξαν με την αρχαία ελληνική συγκρητιστική σκέψη και την απόκρυφη ιουδαϊκή γραμματεία και το μετέτρεψαν σε κρατική Θρησκεία. Η νέα αυτοκρατορική θρησκεία, ενδεδυμένη τους αποτεφρωμένους τύπους/κοσμικά στοιχεία, του Ιουδαϊσμού και υιοθετώντας αρχαίες παγανιστικές φαντασιώσεις, (Σιβυλλικοί χρησμοί, κ.ά), επεβλήθη με την βοήθεια των ρωμαϊκών όπλων, μεταλλικών οργάνων βασανισμού, αποκεφαλισμούς και αντιπαγανιστικών αυτοκρατορικών νόμων/έδικτα. Καταστρατηγώντας το «Ει τις θέλει οπίσω μου έρχεσθαι ...», διαμορφώθηκε σε όργανο εξουσίας και εξυπηρέτησης επίγειων συμφερόντων, επιφέροντας διαχρονικό, πνευματικό σκοταδισμό, σε δύση και ανατολή.
Το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον την εποχή της δημόσιας δράσης του Ιησού.
Αυτή η περίοδος της αρχαίας ιστορίας είναι η σημαντικότερη, διότι κατά την διάρκεια αυτής συντελέσθηκαν κοσμοϊστορικές εκ Θεού ανακατατάξεις, σχετικά με την άσκηση των εξουσιών, [«εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης (ΜατΘ. 28:18)»]. Η συνέχεια της ανθρώπινης ιστορίας έως και σήμερα, διαμορφώθηκε από τις επιπτώσεις της αποδοχής ή της άρνησης ή της καπήλευσης, από τα θρησκευτικά συστήματα, αυτής της νέας κοσμικής τάξης.
Ο ιουδαϊκός λαός είχε δεχτεί έντονες επιδράσεις από τους πολιτισμούς των βασιλειών, που είχε κατακτηθεί, τον βαβυλωνιακό, τον περσικό, τον ελληνικό και τον ρωμαϊκό. Ιδιαιτέρως δε η επίδραση του ελληνικού πολιτισμού, ο οποίος είχε κατακτήσει και τον ρωμαϊκό, έγινε η κύρια αιτία συγκρούσεων μεταξύ αυτών που επιδίωκαν τον εξελληνισμό και αυτών που παρέμεναν πιστοί στις ρίζες του ιουδαϊκού έθνους. Οι ιστορικές περιστάσεις, συντέλεσαν στην ανάγκη διαμόρφωσης διάφορων κοινωνικών τάξεων με έντονο πάντοτε το θρησκευτικό στοιχείο.
Γνωρίζοντας λοιπόν το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, την εποχή της δράσης του Ιησού και των Αποστόλων, όπου και εκπληρώθηκαν οι ρήσεις των Προφητών, μας βοηθάει να καταλάβουμε τις συνθήκες που συντέλεσαν στην διαμόρφωση και στην αντίδραση, του αντίπαλου σώματος της πρώιμης εκκλησίας, που ήταν αντικείμενο, (=αντίθετο, ενάντιο), με τα όσα αυτή πρέσβευε.
Το πολιτικό περιβάλλον
Οι εμφύλιες συγκρούσεις των αρχόντων του Ιουδαϊσμού, επέφεραν την απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας του ιουδαϊκού λαού. Έτσι η Ιουδαία στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. εντάχτηκε στην ρωμαϊκή επαρχία της Συρίας. Ήταν μέρος της βασιλείας του ελληνόφιλου Ηρώδη, ο οποίος ανακηρύχτηκε βασιλιάς των Ιουδαίων, από την ρωμαϊκή Σύγκλητο (40 π.Χ.). Η πολιτική των Ηρωδών, ήταν άκρως φιλορωμαϊκή, εξυπηρετούσα τα ρωμαϊκά συμφέροντα. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος το 66 μ.Χ., βασιλιάς της Ιουδαίας ήταν ο Ηρώδης Αγρίππας Β’, μισητός από τους Ιουδαίους, ο οποίος πήρε το μέρος των Ρωμαίων και πολιόρκησε τα Γάμαλα, που ήταν μέρος της επικράτειας του, όταν οι κάτοικοι της τάχτηκαν με τους επαναστάτες (Ιώσ. Ιουδ. Πολ. Δ΄ i 10). Η αρχαιολογία πιστοποιεί την τύπωση των κεφαλών των Ρωμαίων αυτοκρατόρων πάνω στα νομίσματα του.
Την ανώτατη εξουσία στην Ιουδαία την είχαν οι Ρωμαίοι και την εξασκούσαν με τους επιτρόπους, οι μόνοι που διέταζαν την θανατική ποινή.
Οι Ρωμαίοι είχαν παραχωρήσει πολλά προνόμια στο Θεοκρατικό Ισραήλ, κυρίως θρησκευτικά, αντιμετωπίζοντας το ως ξεχωριστό έθνος. Για περισσότερα κάντε κλικ εδώ.
Το κοινωνικοθρησκευτικό περιβάλλον
Οι κυριότερες κοινωνικές - θρησκευτικές τάξεις της Ιουδαίας στα χρόνια εκείνα περιλάμβαναν τις εξής ομάδες:
Το Συνέδριον
Θεωρείται συνέχεια των συμβουλίων των πρεσβυτέρων του Μωυσή. Υπήρχαν τα «επαρχιακά» με 23 μέλη και το «Μεγάλο Συνέδριο» με 71. Αποτελείτο από Αρχιερείς, Ιερείς, Γραμματείς και Πρεσβυτέρους. Πρόεδρος ήταν ο «αρχιερέας του ενιαυτού». Το Σανχεντρίν είχε δικαστική, θρησκευτική και διοικητική εξουσία, ελεγχόμενη από τους Ρωμαίους. Η ισχύς του έπαυσε με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ.
Οι Σαδδουκαίοι
Τάξη πλουσίων, φίλοι των Ρωμαίων, με ανεπιβεβαίωτη προέλευση, δεν πίστευαν σε ανάσταση, ούτε σε αγγελικά πνεύματα, ούτε στις προφορικές ιουδαϊκές παραδόσεις. Γνώριζαν την ελληνική γλώσσα και φιλοσοφία και αγαπούσαν τον ελληνικό τρόπο ζωής, όπως όλοι οι εύποροι της εποχής. Ως εκ τούτου, η αλληλοεπίδραση του εβραϊκού μονοθεϊσμού με την αρχαία ελληνική σκέψη ήταν αναπόφευκτη. Είχαν στενές σχέσεις με το ιερατείο και τον στρατηγό του Ιερού. Με τους Φαρισαίους ήταν σε αντιπαλότητα συνεργάστηκαν όμως αναγκαστικά για να απαλλαγούν από τον Ιησού. Σύμφωνα με ραβινικά κείμενα αποσχιστική ομάδα των Σαδδουκαίων ήταν οι Βοηθιανοί ή Βοηθουσιανοί.
Οι Φαρισαίοι
Φανατικοί εθνικιστές και τυπολάτρες. Επηρέαζαν κυρίως τα λαϊκά στρώματα. Σε αντίθεση με τους Σαδδουκαίους δεν επιδίωκαν τον εξελληνισμό, πίστευαν στην ανάσταση και σε πνεύματα. Γνώριζαν τις Γραφές, χωρίς όμως να είναι και εκτελεστές. Οι περισσότεροι ήταν εκμεταλλευτές, άδικοι, και φιλόδοξοι.
«Πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσιν προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις πλατύνουσιν γαρ τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσιν τα κράσπεδα.» (Ματθ. 23:5)
Τα ουαί του Ιησού δεν αφορούσαν όλους τους Φαρισαίους, πολλοί υπάκουσαν στην πίστη, όπως ο Απόστολος Παύλος και άλλοι που κράτησαν θετική στάση στο ζήτημα του Ιησού, όπως ο Νικόδημος και ο Γαμαλιήλ. Επίσης Φαρισαίοι προειδοποίησαν τον Ιησού ότι ο Ηρώδης ήθελε να τον θανατώσει (Λουκ. 13:32). Σύμφωνα με τον Ιώσηπο, παραδέχονταν, όπως και οι Έλληνες, την αθανασία της ψυχής και την ενσάρκωση/μετεμψύχωση των καλών σε άλλα σώματα, καθώς και την αδιάλειπτο τιμωρία των ασεβών μετά θάνατο. (Ιουδ. Πόλ. ΙΙ 163)
Οι Ηρωδιανοί
Ιουδαίοι, φίλοι της Ρώμης, που υποστήριζαν την δυναστεία του Ηρώδη. Μαζί με τους Φαρισαίους έστηναν κατηγορίες εναντίον του Ιησού και σχεδίαζαν πώς να τον σκοτώσουν
«Και εξελθόντες οι Φαρισαίοι συνεβουλεύθησαν ευθύς μετά των Ηρωδιανών κατ' αυτού, διά να απολέσωσιν αυτόν.» (Μάρκ. 3:6)
Οι Πρεσβύτεροι
Αποτελούσαν μαζί με τους Σαδδουκαίους την ελίτ της ιουδαϊκής κοινωνίας, συμμετείχαν στο μεγάλο Συνέδριο καθορίζοντας την πολιτική γραμμή του έθνους. Συνεργαζόντουσαν στενά με τους Αρχιερείς και τους Γραμματείς.
Οι Γραμματείς
Νομοδιδάσκαλοι, αντιγραφείς και ερμηνευτές του Μωσαϊκού Νόμου και φύλακες των προφορικών παραδόσεων. Λεγόντουσαν και Νομικοί. Υπερασπιζόντουσαν πάντα τα συμφέροντα των πλουσίων. Ήταν συνεργάτες των Φαρισαίων και μέλη του Συνεδρίου.
Οι Σαμαρείτες
Σχισματική μειονότητα που επέμενε ότι ο Θεός έπρεπε να λατρεύεται στο όρος Γαριζίν (Δευτ. 11:29). Η Σαμάρεια ήταν πρωτεύουσα του δεκάφυλου βασιλείου με κυρίαρχη φυλή τον Εφραίμ. Ο βασιλιάς της Ασσυρίας Ασεναφάρ ή Ασσουρμπανιπάλ ανάμειξε τους Σαμαρείτες με ανθρώπους από την Βαβυλώνα και επέφερε αλλοίωση του πληθυσμού της (Β΄ Βασ. 17:24). Για τον λόγο αυτό οι Ιουδαίοι τους περιφρονούσαν και έτσι ζούσαν απομονωμένοι διατηρώντας όμως την πίστη στον Θεό του Αβραάμ και την αποδοχή της πεντατεύχου του Μωυσή.
Οι Εσσαίοι
Η ερμηνεία του ονόματος «Εσσαίοι» αναφέρεται στην έννοια της «καθαρότητας» ή της «ησυχίας». Ήταν ιδιαίτερη κοινοβιακή ιουδαϊκή ομάδα που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους «υιούς του φωτός» ή «μέλη της Νέας Διαθήκης» ή «ανθρώπους της τελείας αγιότητος» που μάχονταν εναντίον των «υιών του σκότους». Τον ιδρυτή τους τον ονόμαζαν δάσκαλο της Δικαιοσύνης και περίμεναν τον Μεσσία για να εγκαθιδρύσει την βασιλεία του Θεού στην γη. Σύμφωνα με τους μελετητές, οι Εσσαίοι ήταν οι συγγραφείς των ανακαλυφθέντων Χειρογράφων της Νεκράς Θάλασσας στην περιοχή του Κουμράν το 1947-1950. Τα χειρόγραφα είναι γνωστά και ως «Πάπυροι της Νεκράς Θάλασσας».
Ζούσαν με δικούς τους κανόνες αποχωρισμένοι από τους υπόλοιπους τυπολάτρες Ιουδαίους και πρόσμεναν το τέλος του κόσμου. Ήταν προσηλωμένοι στη μελέτη του Μωσαϊκού Νόμου, στην ιατρική και στην αστρονομία και έδιναν έμφαση σε λουτρά εξαγνισμού. Διατηρούσαν αυστηρό ημερήσιο πρόγραμμα με προσευχές, κοινά γεύματα και εργασία αποκλειστικά για τα προς το ζην. Δεν είχαν πλούτη ούτε εμπορευόντουσαν. Απείχαν από τον γάμο, αλλά υιοθετούσαν παιδιά άλλων και τα ανέτρεφαν βάση των αρχών τους. Νυμφεύονταν μερικοί, αποκλειστικά για τεκνογονία, για αυτό και ήταν ολίγοι τον αριθμό. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο είχαν πλατωνικές δοξασίες. Η όποια προσπάθεια ταύτισης των Εσσαίων με τους Χριστιανούς είναι ανεπιτυχής. (Ιουδ. Πόλ. Βιβλίο 2, 119-121 και 154-158)
Οι Ζηλωτές
Ακραίοι εθνικιστές, Φαρισαίοι, επαναστάτες. Ο Ιούδας ο Γαλιλαίος θεωρείται ότι ήταν οργανωτής τους. Ομού μαζί με άλλες ιουδαϊκές εθνικιστικές παρατάξεις, δεν ανεχόντουσαν την ρωμαϊκή κατοχή, τους «Θνητούς δεσπότες (Ιουδ. Πολ. 2 118)» και την απόδοση φόρων στον Καίσαρα, με χρήματα που ανήκαν στο Ναό. Υποστήριζαν τον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα και θεωρούσαν προδότες όσους δεν συνέπλεαν με τις αντιλήψεις τους. Ήταν πρωτεργάτες της ένοπλης επανάστασης που οδήγησε στον πόλεμο με τους Ρωμαίους και ιδιαίτερα εχθρικοί, απέναντι στους εύπορους Ιουδαίους, διότι οι εύποροι ήταν ανεκτικοί στη ρωμαϊκή κατοχή. Στην περίοδο του πολέμου οι Ζηλωτές εξουσίαζαν στην Ιερουσαλήμ και στον Ναό της και θανάτωσαν πλήθος, εύπορων Ιουδαίων, αρπάζοντες τις περιουσίες τους, εκπληρώνοντας έτσι τα λόγια του Ιακώβου προς αυτούς: «Εθησαυρίσατε εν εσχάταις ημέραις». (Ιάκ. 5:3)
Οι Σικάριοι (=μαχαιροβγάλτες)
Aκραίοι Ζηλωτές, φόνευσαν πλήθος μετριοπαθών Ιουδαίων (αυτοί που δεν θέλανε τον πόλεμο) στην διάρκεια της εξέγερσης για την αποτίναξη του ρωμαϊκού ζυγού.
Οι Αρχιερείς
Το αξίωμα του Αρχιερέα ήταν κληρονομικό, ισόβιο και το ανώτερο του ιουδαϊκού ιερατείου, που αποτελούταν από τους Αρχιερείς, τους Ιερείς, τους Λευίτες και τους στρατηγούς του Ιερού. Την εποχή που εξετάζουμε η διαδοχή του Αρχιερέα, κατά την τάξη Ααρών είχε διακοπεί. Ο Αρχιερέας διορίζεται από τους Ρωμαίους με πλειοδοσία, εξυπηρετεί, ανταποδοτικά πάντα, τα ρωμαϊκά συμφέροντα και ασχολείται κυρίως με την πολιτική. Ενεργός Αρχιερέας ήταν ο Καϊάφας, γαμπρός του Άννα, διορισμένου Αρχιερέα, από τον Ρωμαίο λεγάτο της Συρίας Κυρίνιο το 7 μ.Χ.. Τον Άννα τον απομάκρυνε από την θέση του ο Ρωμαίος επίτροπος Βαλέριος Γράτος το 15 μ.Χ.. Ο Άννας είχε πέντε γιούς οι οποίοι διετέλεσαν όλοι Αρχιερείς, αφού το ισόβιο του λειτουργήματος είχε και αυτό καταργηθεί. Το ότι ο Ιησούς οδηγήθηκε πρώτα στον Άννα αντί στον εν ενεργεία Καϊάφα φανερώνει την ισχυρή επιρροή που ασκούσε ο Άννας στην πολιτική και θρησκευτική ζωή των Εβραίων. Ως διαχειριστές των εσόδων του Ναού οι Αρχιερείς είχαν συσσωρεύσει πλούτο που δεν συμβάδιζε με το λειτούργημα τους.
Ο Ιώσηπος αναφέρει την Ιερουσαλήμ ως χώρο «προσκυνούμενο υπό της οικουμένης όλης (Ιουδ. Πολ. Δ 262)». Το πλήθος που συνέρεε στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσει έπρεπε, να μετατρέψει τα νομίσματα του, να αγοράσει θύματα (= ζώα) για τις θυσίες και να προσφέρει δώρα στον ναό και αφιερώματα. Έτσι ο οίκος του Θεού είχε μετατραπεί σε «οίκο εμπορίου», εξ ου και ο πλούτος των Αρχιερέων.
Οι Στρατηγοί
Οι στρατηγοί (Λουκ. 22:4) προέρχονταν από την τάξη των Λευϊτών και ήταν οι κατεξοχήν αρμόδιοι για την αστυνομική επιτήρηση και φρούρηση του Ναού -θυρωροί, φρουροί- υπό τον φρούραρχο, τον στρατηγό του Ναού (Πράξ. 4:1), προϊστάμενο των στρατηγών «οι του ιερού φύλακες ήγγειλαν τω στρατηγώ». (Ιώσηπος Ιουδ. πόλ. VI 294)
.
Μπορούμε να διακρίνουμε και άλλες μικρότερες ομάδες, προσηλωμένες στις νομικίστικες ιδεολογίες τους, όπως τους Ναζηραίους τους Ρεχαβίτες και τους Θεραπευτές.
Οι επιβουλές των Αρχιερέων και των αρχόντων του Ιουδαϊσμού, που ήταν ενάντιοι/αντικείμενοι στον Ιησού και την Εκκλησία/σώμα Του
Ο Ιησούς έπρεπε να πεθάνει διότι ήτο επικίνδυνος για την κοινωνική δομή του ιουδαϊκού έθνους και τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης, δηλαδή των Ηρωδιανών, των Αρχιερέων, των Σαδδουκαίων, των Πρεσβυτέρων, των Φαρισαίων και των Γραμματέων. Επίσης προνόμια που είχαν αποκτήσει από τους Ρωμαίους, εξασκώντας φιλορωμαϊκή πολιτική, κινδύνευαν να τα χάσουν.
«Εάν αφώμεν αυτόν ούτως, πάντες πιστεύσουσιν εις αυτόν και ελεύσονται οι Ρωμαίοι και αρούσι ημών (= θα μας παύσουν) και τον τόπον και το έθνος». (Ιωάν. 11:48)
«Ην δε το πάσχα και τα άζυμα μετά δύο ημέρας και εζήτουν οι αρχιερείς και οι γραμματείς πως αυτόν εν δόλω κρατήσαντες αποκτείνωσιν.» ( Μάρκ. 14:1)
Οι Αρχιερείς, οι Γραμματείς και το Πρεσβυτέριον του λαού, οδηγούν τον Ιησού εις το Συνέδριο αυτών και στην συνέχεια την απόφαση της θανατικής ποινής, την αποσπούν με δόλο από τον πέμπτο Ρωμαίο επίτροπο της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο, κατηγορώντας τον Ιησού ως αποσρέφοντα τον ιουδαϊκό λαό από την Ρώμη και ως αντιλέγοντα στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
«Ήρξαντο δε κατηγορείν αυτού λέγοντες: Τούτον εύραμεν διαστρέφοντα το έθνος ημών και κωλύοντα φόρους Καίσαρι διδόναι και λέγοντα αυτόν Χριστόν βασιλέα είναι.» (Λουκ. 23:2, 14)
«Εκ τούτου ο Πιλάτος εζήτει απολύσαι αυτόν, οι δε Ιουδαίοι εκραύγασαν λέγοντες: Εάν τούτον απολύσης, ουκ ει φίλος του Καίσαρος πας ο βασιλέα εαυτόν ποιών αντιλέγει τω Καίσαρι.» (Ιωάν. 19:12)
«Λέγει αυτοίς ο Πιλάτος: Τον βασιλέα υμών σταυρώσω; Απεκρίθησαν οι αρχιερείς: Ουκ έχομεν βασιλέα ει μη Καίσαρα. Τότε ουν παρέδωκεν αυτόν αυτοίς ίνα σταυρωθή.» (Ιωάν. 19:15-16)
Οι αντικείμενοι Αρχιερείς και Άρχοντες δωροδοκώντας τους Ρωμαίους στρατιώτες, εμπόδισαν την διάδοση της ανάστασης του Ιησού.
«Και συναχθέντες (οι Αρχιερείς) μετά των Πρεσβυτέρων και συμβουλευθέντες έδωκαν εις τους στρατιώτας αργύρια ικανά, λέγοντες· Είπατε ότι οι μαθηταί αυτού ελθόντες διά νυκτός έκλεψαν αυτόν, ενώ ημείς εκοιμώμεθα. Και εάν ακουσθή τούτο ενώπιον του ηγεμόνος, ημείς θέλομεν πείσει αυτόν και εσάς θέλομεν κάμει αμερίμνους. Εκείνοι δε λαβόντες τα αργύρια, έπραξαν ως εδιδάχθησαν. Και διεφημίσθη ο λόγος ούτος παρά τοις Ιουδαίοις μέχρι της σήμερον.» (Ματθ. 28:12-15)
Οι Αρχιερείς και οι Άρχοντες αντιδρούν βίαια στη δράση της Εκκλησίας
«Αλλά ταύτα πάντα θέλουσι κάμει εις εσάς διά το όνομά μου, διότι δεν εξεύρουσι τον πέμψαντά με.» (Ιωάν. 15:21)
Οι επιβουλές των αντικειμένων/εναντιουμένων Ιουδαίων, συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση ενάντια στην Εκκλησία, όπως τους προείπε ο Ιησούς.
«Ιδόντες δε οι Ιουδαίοι τα πλήθη, επλήσθησαν φθόνου και ηναντιούντο εις τα υπό του Παύλου λεγόμενα, αντιλέγοντες και βλασφημούντες.» (Πράξ.13:45)
Δεν υπήρχε πόλις που να πήγαν οι μαθητές, σύμφωνα με την εντολή που έλαβαν, («υπάγετε σε όλη την κτίση»), που να μην διώχτηκαν ή φονεύτηκαν, από τους προσκείμενους στον Ιουδαϊσμό και αντικείμενους στον αρχηγό της ζωής Ιησού, Ιουδαίους και ελληνιστές [= Ιουδαίοι της διασποράς (Πραξ. 9:29)]. Αντιόχεια, Ικόνιο, Λύστρα, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Ιεροσόλυμα, Δαμασκός, παντού διωγμοί. Πάντες οι ενάντιοι/αντικείμενοι Ιουδαίοι, ήθελαν να τους θανατώσουν (Πράξ. 5:33).
Μαρτυρία του Ιουστίνου για τις επιβουλές των Ιουδαίων
Ο Ιουστίνος στο διάλογο προς Τρύφωνα Ιουδαίο 17-1 αναφέρει ότι: «Οι Ιουδαίοι όχι μόνο δεν μετανόησαν αλλά απέστειλαν εκλεγμένους (πράκτορες), εις όλη την γη με σκοπό να διαβάλουν και να κατηγορήσουν τούς χριστιανούς ως αιρετικούς, παράνομους και άθεους».
Την περίοδο που εξετάζουμε οι Ρωμαίοι δεν εδίωκαν τους Χριστιανούς
Η Πρωτοχριστιανική Εκκλησία λοιπόν δεν αντιμετώπιζε διωγμούς από τους Ρωμαίους για την πίστη της εις τον Ιησού, αλλά από τους απειθείς, ενάντιους, Ιουδαίους, παρακινούμενους από την άρχουσα τάξη, όπως τους είχε πει ο Ιησούς, «εάν εμέ εδίωξαν και σας θέλουν διώξει». (Ιωάν. 15:20)
Οι Ρωμαίοι δεν διέκριναν τη διαφορά μεταξύ Χριστιανών και Ιουδαίων, οι οποίοι αρχικά, συναθροίζονταν από κοινού στις συναγωγές. Νόμιζαν ότι ο Χριστιανισμός είναι ιουδαϊκή αίρεση και δεν είχαν λόγους να διώξουν την Εκκλησία, δεδομένου ότι ο Ιουδαϊσμός είχε προνομιακές σχέσεις με την Ρώμη. Αντιθέτως ρωμαϊκές αποφάσεις, που στρέφονταν ενάντια στους Ιουδαίους είχαν επιπτώσεις και στους Χριστιανούς, όπως στην περίπτωση του Ακύλα και της Πρίσκιλλας, όταν εκδιώχθηκαν από την Ρώμη όλοι οι Ιουδαίοι με εντολή του Κλαύδιου (41 μ.Χ. έως 54 μ.Χ.), όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Σουητώνιος, σύγχρονος του Τάκιτου «τους Ιουδαίους οι οποίοι τη υποκινήσει του Χριστού εδημιούργουν θόρυβον εις την Ρώμη τους εξόρισε». (Βίοι Καισάρων, ΧΧΧV, 4)
Απόσπαση/αποχώρηση των μαθητών από την συναγωγή έκανε ο Παύλος στην Έφεσο (Πράξ. 19:9, 18:2).
Τα ιστορικά γεγονότα που γράφτηκαν στο βιβλίο των Πράξεων επιβεβαιώνουν την στάση της Ρώμης
«Ότε δε ο Γαλλίων ήτο ανθύπατος της Αχαΐας, οι Ιουδαίοι εσηκώθησαν ομοθυμαδόν κατά του Παύλου και έφεραν αυτόν εις το δικαστήριον, λέγοντες ότι ούτος πείθει τους ανθρώπους να λατρεύωσι τον Θεόν παρά τον νόμον. Και ότε έμελλεν ο Παύλος να ανοίξη το στόμα, είπεν ο Γαλλίων προς τους Ιουδαίους· Εάν μεν ήτο τι αδίκημα ή ραδιούργημα πονηρόν, ω Ιουδαίοι, ευλόγως ήθελον σας υποφέρει· εάν δε ήναι ζήτημα περί λέξεων και ονομάτων και του νόμου υμών, θεωρήσατε σείς· διότι εγώ κριτής τούτων δεν θέλω να γείνω. Και απεδίωξεν αυτούς από του δικαστηρίου.» (Πράξ. 18:12-16)
«Και αφού αυτός είπε ταύτα, εσηκώθη ο βασιλεύς και ο ηγεμών και η Βερνίκη και οι συγκαθήμενοι μετ' αυτών, και αναχωρήσαντες ελάλουν προς αλλήλους, λέγοντες ότι ουδέν άξιον θανάτου ή δεσμών πράττει ο άνθρωπος ούτος (ο Παύλος). Ο δε Αγρίππας είπε προς τον Φήστον· Ο άνθρωπος ούτος ηδύνατο να απολυθή, εάν δεν είχεν επικαλεσθή τον Καίσαρα». (Πράξ. 26:30-32, 28:16-20)
Και από την οικία του Καίσαρος είχαν πιστέψει στον Ιησού, με τους οποίους ο Παύλος συναναστρεφότανε.
«Ασπάζονται υμάς πάντες οι άγιοι, μάλιστα δε οι εκ της Καίσαρος οικίας.» (Φιλιπ. 4:22)
Ο Παύλος για να γλυτώσει το μένος των αντικειμένων Ιουδαίων επικαλέστηκε τον Ρωμαίο Καίσαρα, διότι γνώριζε ότι ο Χριστιανισμός δεν ήταν απαγορευμένος από την Ρώμη, η οποία ήτο ανεκτική σε όλους τους «θεούς» και στο πάνθεον της είχε συμπεριλάβει πλήθος δοξασιών. Μάλιστα ο Ευσέβιος έγραψε για τον Καίσαρα Τιβέριο ότι του άρεσε το χριστιανικό δόγμα και πρότεινε στην Σύγκλητο να συμπεριλάβουν τον Ιησού στο ρωμαϊκό πάνθεον, η εισήγηση του απερρίφθη αλλά ο Τιβέριος απείλησε με θάνατο τους κατηγόρους των Χριστιανών. (Ευσέβιος Εκκλ. Ιστορία Β΄2,6)
Η πυρκαγιά στην Ρώμη το 64 μ.Χ.
Αρκετοί ιστορικοί, θεολόγοι και μελετητές, αμφιβάλουν εάν ο διωγμός του Νέρωνα, ο οποίος ήταν περιορισμένος στην Ρώμη και μικρής διάρκειας, αφορούσε την πίστη των Χριστιανών. Τα στοιχεία δείχνουν ότι σκοπός του Νέρωνα ήταν να τιμωρήσει τους υπαίτιους της πυρκαγιάς, σαν κακόβουλη πράξη και σύμφωνα με την Δωδεκάδελτο (=νόμοι του κράτους), οι ποινές, που προβλέπονταν για τους εμπρηστές ήταν το πυρ και το ρίξιμο στα θηρία. Αξίζει να σημειώσουμε ότι την ίδια περίοδο, σύμφωνα με τον Λατίνο ιστορικό Σουητώνιο, πάρθηκαν και άλλα μέτρα εναντίον διαφόρων ομάδων, όπως δίωξη από την Ρώμη των ηθοποιών των παραστάσεων παντομίμας και απαγόρευση των εορτών των αρματηλατών (= ιππικά αγωνίσματα /αρματοδρομίες προς τιμή θεών).
Οι Χριστιανοί, του πρώτου αιώνα, δεν είχαν κανένα λόγο να πυρπολήσουν την Ρώμη, κατηγορήθηκαν, ως υπαίτιοι. Η διδαχή του Ιησού και των Αποστόλων απέτρεπαν τις βίαιες συμπεριφορές και τον βίαιο εκχριστιανισμό των αλλόπιστων. Ιστορικά οι διαβολείς των Χριστιανών ήταν οι αντικείμενοι Ιουδαίοι.
Καθώς αναφέρει και ο καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Απόστολος Αθ. Γλαβίνας στο βιβλίο του: (Οι διωγμοί της Εκκλησίας στην Προκωνσταντίνεια εποχή» εκδόσεις «Τέρτιος» Κατερίνη 03/1992 σελ. 41-42)
«Οι Ιουδαίοι βρήκαν την ευκαιρία να τροφοδοτήσουν την πολιτική εξουσία της Ρώμης με εύφλεκτο υλικό εναντίον των Χριστιανών.»
Η ίδια πηγή σελ. 49-50 αναφέρει ότι: «Οι Χριστιανοί δεν ήταν εκτός νόμου, δεν είχε εκδοθεί κανένας νόμος εναντίον τους, δεν είχαν θεωρηθεί διαφορετική από τον Ιουδαϊσμό θρησκεία και απαγορευμένη».
Ψευδοπροφήτες
«Εγερθήσονται γαρ ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσιν σημεία και τέρατα προς το αποπλανάν ει δυνατόν τους εκλεκτούς.» (Μάρκ. 13:22)
Τα εκάστοτε θρησκευτικά συστήματα πάντοτε στήριζαν, μέσω των ιερατείων, την Άρχουσα τάξη (ελίτ), η οποία με την σειρά της, τα χρησιμοποιούσε ως εργαλείο, για την χειραγώγηση των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, με όφελος την διατήρηση της εξουσίας, από τους πλούσιους ολιγάρχες (Ιάκ. 2:6). Ισχυρός συνδετικός κρίκος σε αυτήν την διαπλεκόμενη σύμπραξη, θρησκείας και εξουσίας, ήταν οι ψευδοπροφήτες, των οποίων, οι χρησμοί, καθοδηγούσαν το λαό και τις «θεϊκές» αποφάσεις των κυβερνώντων. Η δράση των Ιουδαίων ψευδοπροφητών ανάμεσα στον ιουδαϊκό λαό, ήταν ενεργή και στους χρόνους των Αποστόλων (Ματθ. 7:15). Ένας από αυτούς ήταν και ο Ιουδαίος μάγος, ψευδοπροφήτης, ο Βαριησούς ή Ελύμας (Πράξ. 13:6-8).
Ο Ιώσηπος, βασική πηγή γνώσης για τον Ιουδαϊκό πόλεμο, στο (Βιβλ. ΣΤ 288) αναφέρει ότι στην περίοδο του πολέμου, απατεώνες και ψευδοπροφήτες εξαπάτησαν τους Ιουδαίους, οι οποίοι δεν πίστεψαν στα αληθινά σημεία του Θεού για το τέλος της Ιερουσαλήμ. (Βλ. και Αποκ. 19:20)
«Ισραήλ, οι προφήταί σου είναι ως αι αλώπεκες εν ταις ερήμοις.» (Ιεζ. 13:4)
Ψευδόχριστοι
«Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν (επίγεια) αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν (επουράνια)». (Εβρ. 13:14, 11:16)
Ο όρος ψευδόχριστος/οι εισάγεται από τον ίδιο τον Ιησού και σημαίνει ψεύτικος Χριστός, ψεύτικος Μεσσίας, όχι ο αληθινός, συνεπώς κάποιος που αναγγέλλει απατηλές επαγγελίες.
«Βλέπετε μη πλανηθήτε. Πολλοί γαρ ελεύσονται επί τω ονόματι μου λέγοντες: Εγώ ειμί και ο καιρός ήγγικεν. Μη πορευθήτε οπίσω αυτών.» (Λουκ. 21:8)
Θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι ο Θευδάς και ο Ιούδας είχαν χαρακτηριστικά ψευδομεσσία. Σύμφωνα με την ιουδαϊκή αντίληψη εκείνης της εποχής ο ερχόμενος Μεσσίας/Χριστός, θα τους έσωζε/ελευθέρωνε, από τον ρωμαϊκό ζυγό και θα αποκαθιστούσε την επίγεια βασιλεία εις τον Ισραήλ, κατά το πρότυπο Δαυίδ.
«Ο Ιησούς λοιπόν γνωρίσας ότι μέλλουσι να έλθωσι και να αρπάσωσιν αυτόν, διά να κάμωσιν αυτόν βασιλέα, ανεχώρησε πάλιν εις το όρος αυτός μόνος.» (Ιωάν. 6:15, Πράξ. 1:6)
Η αντίληψη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να είναι οι Εβραίοι ανυπότακτοι (Έσδρ. 4:19, Α΄Πέτρ. 2:17) και να προκαλούν συχνά εξεγέρσεις στην περιοχή. Πολλοί Ιουδαίοι μαθητές, βλέποντας ότι ο Ιησούς δεν ήταν ο τύπος του Μεσσία που ήθελαν, τον εγκατέλειπαν (Ιωάν. 6:66). Αυτή η εσφαλμένη αντίληψη, η συσχέτιση δηλαδή της επουράνιας βασιλείας του Θεού, με την εθνική αποκατάσταση του σαρκικού Ισραήλ επικρατεί και σήμερα σε πολλούς θρησκευόμενους, οι οποίοι προσέχουν σε ιουδαϊκούς μύθους και σε εντολές ανθρώπων που αποστρέφονται την αλήθεια (Τίτ. 1:14). (Βλέπε: Σύγχρονη θεωρία των Οικονομιών ή Dispensationalism)
Αντίχριστος
Ο όρος Αντίχριστος (= ο ενάντιος στον Χριστό), εισάγεται για πρώτη φορά από τον Ιουδαίο Ιωάννη, απόστολο προς τους Ιουδαίους, σε χρόνο που για την μορφωμένη τότε εκκλησία ήταν έσχατος. Ο απόστολος Ιωάννης λοιπόν, προσδιορίζει την πρώτη εκκλησία, ως διάγουσα τις έσχατες ημέρες του Ιουδαϊσμού και του τυπικού του «Παιδία εσχάτη ώρα εστίν».
Σώμα Χριστού και σώμα Αντίχριστου
Στην αρχέγονη εκκλησία πάντες ήταν χρισμένοι (=βαπτισμένοι με Άγιο Πνεύμα) και όλοι γνώριζαν «οίδατε πάντες». Κανένας δεν πίστευε ότι ο Αντίχριστος θα ήταν ένας παγκόσμιος ηγέτης, αλλά είχαν ακούσει ότι πριν τον ερχομό του Παντοκράτορα Ιησού (Αποκ. 1:8, Εβρ. 1:3, Ζαχ. 8:18 Ο΄) και την οργή του επί των αρνητών Ιουδαίων και το κάψιμο των τύπων του Ιουδαϊσμού, θα ερχότανε ο Αντίχριστος που θα δρούσε μεταξύ των απολλυμένων Ιουδαίων.
Τα μέλη της εκκλησίας του Χριστού, οι πιστοί, ήταν ένα «σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους». (Α΄ Κορ. 12:12-26, 19-20, Ρωμ. 12:5, Εφ. 1:22-23 )
Αντίχριστος/οι, ήταν συλλογικό σώμα, σύνολο προσώπων, συγκεκριμένης ιδεολογίας και πίστης, σύγχρονοι των Αποστόλων. Ήταν το αποτέλεσμα μακρόχρονης, εντός της εκκλησίας, αντιπαράθεσης περί της ταυτότητας και διδαχής του Κυρίου Ιησού, από Ιουδαίους, πιστούς μεν αλλά και ζηλωτές του Νόμου. (Πράξ. 21:20-21, Πράξ. 11:2, )
Ήταν μέσα στην εκκλησία, εξήλθαν απ’ αυτήν και αυτό ήταν σημείο/προμήνυμα, της Δευτέρας Παρουσίας και των εσχάτων ημερών του αιώνος του Νόμου.
Η πλάνη του/των αντίχριστου/ων ήταν ένδειξη απώλειας
Υπήρχε συγκεκριμένη πλάνη που χαρακτήριζε κάποιον σαν αντίχριστο/ενάντιο, του Χριστού, όμως αυτή η πλάνη δεν τον καθιστούσε υποψήφιο διάδοχο παγκόσμιας ηγεμονίας, τουναντίον ήταν ένδειξη απώλειας.
«Ότι πολλοί πλάνοι εξήλθον (από την πρώτη εκκλησία) εις τον κόσμον, οι μη ομολογούντες Ιησούν Χριστόν ερχόμενον εν σαρκί. Ούτος έστιν ο πλάνος και ο αντίχριστος». (Β΄Ιωάν.1:7)
«Τις έστιν ο ψεύστης ει μη ο αρνούμενος ότι Ιησούς ουκ έστιν ο Χριστός; Ούτος έστιν ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τον πατέρα και τον υιόν. Πας ο αρνούμενος τον υιόν ουδέ τον πατέρα έχει, Ο ομολογών τον υιόν και τον Πατέρα έχει.» (Α΄ Ιωάν. 2:22-23, Ιωάν. 10:30)
«Και παν πνεύμα ο μη ομολογεί τον Ιησούν εκ του Θεού ουκ έστιν. Και τούτο έστιν το του αντιχρίστου, ο ακηκόατε ότι έρχεται και νυν εν τω κόσμω εστίν ήδη.» (Α΄ Ιωάν. 4:3)
Η ανάγνωση των επιστολών σε πραγματικό χρόνο
Για όλους τους εξ Εβραίων αντιτασσόμενους (Πράξ. 18:6), υπεναντίους (Εβρ. 10:27), αντιδιατιθεμένους (2 Τιμ. 2:24), αντικείμενους (Φιλ. 1:28), αντιπίπτοντας (Πράξ. 7:54), αντιλέγοντας (Πράξ. 28:19), αρνητάς (2 Πέτρ. 2:1) στην υγιαίνουσα και σωτήρια διδασκαλία του Ιησού, οι Απόστολοι έγραψαν:
«Σας παρακαλώ δε […] να συναγωνισθήτε μετ' εμού, προσευχόμενοι υπέρ εμού προς τον Θεόν, διά να ελευθερωθώ από των εν τη Ιουδαία απειθούντων …» (Ρωμ. 15:30)
«Ιδόντες δε οι Ιουδαίοι τα πλήθη, επλήσθησαν φθόνου και ηναντιούντο εις τα υπό του Παύλου λεγόμενα, αντιλέγοντες και βλασφημούντες.» (Πράξ.13:45)
Εξετάζοντας λοιπόν τις επιστολές σε πραγματικό χρόνο καταλαβαίνουμε τον αγώνα των Αποστόλων και των εν Χριστώ αδελφών και την πολεμική που επιχειρούσαν εναντίον τους, μάλιστα οι εκ της περιτομής, αντικείμενοι/ενάντιοι, οι οποίοι είχαν εισχωρήσει ανάμεσα τους, εισάγοντας αιρέσεις απωλείας/ψευδοδιδαχές και αρνούμενοι τον αγοράσαντα αυτούς Δεσπότη, δημιουργώντας διχοστασίες και σκάνδαλα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες αγωνιζόμενος ο Παύλος, έγραψε, προτρέποντας τους σύγχρονους του αγίους.
«Και μη πτυρόμενοι (=φοβιζόμενοι) εν μηδενί υπό των αντικειμένων (αντίχριστων) ήτις εστίν αυτοίς ένδειξις απωλείας, υμών δε σωτηρίας και τούτο από Θεού ότι υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν». (Φιλιπ. 1:28-29)
Σημ. ETYM. < αρχ. ἀπώλεια [ήδη τον 5ο αι. π.Χ. στον Ιπποκράτη, πβ. Περὶ παθ. 1.77-8: τοῖσι πολλοῖσιν ὑποτροπιάσασα ἡ νοῦσος αἰτίη ἀπωλείης ἐγένετο] < ρ. ἀπόλλυμι / ἀπολλύω «ΧΑΝΩ, ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΩ» < ἀπό- + ὄλλυμι «ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΩ, ΑΦΑΝΙΖΩ – ΘΑΝΑΤΩΝΩ, ΣΚΟΤΩΝΩ» [από όπου ολετήρας, ΟΛΕΘΡΟΣ (εξ-ολοθρεύω), απολωλός εξώλης και προώλης] (Μπαμπινιώτης)
Για όσους θεωρούσαν ότι είναι ασφαλείς κάτω από το γράμμα του νόμου και ότι ειρηνεύουν με τον Θεό εκτελώντας απλά τους λατρευτικούς τύπους Του αφήνοντας τα βαρύτερα του Νόμου «τὴν κρίσιν καὶ το έλεος καὶ τὴν πίστιν (Ματθ. 23:23)» και αρνούμενοι το φως του Ευαγγελίου του Χριστού ο Παύλος έγραψε:
Επειδή όταν λέγωσιν, Ειρήνη και ασφάλεια, τότε επέρχεται επ' αυτούς αιφνίδιος ΟΛΕΘΡΟΣ (Απώλεια), καθώς αι ωδίνες εις την εγκυμονούσαν, και δεν θέλουσιν εκφύγει. (1Θεσ. 5:3)
Αφού λοιπόν εξετάσουμε με προσοχή, την τότε, επικρατούσα κατάσταση στην εκκλησία, τον αγώνα των πιστευσάντων, τα παθήματα τους, από τους Ιουδαίους και τους ζηλωτές του νόμου, όπως ακριβώς τους προείπε ο Ιησούς, το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον τους και την προσδοκία τους για την επικείμενη έλευση του «μεγάλου Θεού και σωτήρα Ιησού Χριστού» (Τίτ. 2:13), μπορούμε να εννοήσουμε τις γραφές με περισσότερη ακρίβεια.
Προς Θεσσαλονικείς επιστολή Β΄ (2:1-12)
«Ερωτώμεν δε υμάς αδελφοί υπέρ της παρουσίας του κυρίου ημών Ιησού Χριστού και ημών επισυναγωγής (=η επί το αυτό συγκέντρωσις εν τινι τόπω) επ’ αυτόν εις το μη ταχέως σαλευθήναι υμάς από του νοός μηδέ θροείσθαι (θορυβήσθε) μήτε δια πνεύματος μήτε δια λόγου μήτε δι’ επιστολής ως δι’ ημών,ως ότι ενέστηκεν η ημέρα του Κυρίου. Μη τις υμάς εξαπατήση κατά μηδένα τρόπον, ότι εάν μη έλθη η αποστασία πρώτον και από-καλυφθή ο άνθρωπος της ανομίας, ο υιός της απωλείας ο αντικείμενος και υπεραιρόμενος επί πάντα λεγόμενον θεόν η σέβασμα, ώστε αυτόν εις τον ναόν του θεού καθίσαι αποδεικνύντα εαυτόν ότι έστιν θεός. Ου μνημονεύετε ότι έτι ων προς υμάς ταύτα έλεγον υμίν; Και νυν το κατέχoν οίδατε εις το από-καλυφθήναι αυτόν εν τω εαυτού καιρώ. Το γαρ μυστήριον ήδη ενεργείται της ανομίας μόνον ο κατέχων άρτι έως εκ μέσου γένηται και τότε από-καλυφθήσεται ο άνομος, ον ο Κύριος Ιησούς ανελεί τω πνεύματι του στόματος αυτού και καταργήσει τη επιφανεία της παρουσίας αυτού. Ου έστιν η παρουσία κατ’ ενέργειαν του Σατανά εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασιν ψεύδους και εν πάση απάτη αδικίας τοις απολλυμένοις, ανθ’ ων την αγάπη της αληθείας ουκ εδέξαντο εις το σωθήναι αυτούς. Και δια τούτο πέμπει αυτοίς ο Θεός ενέργειαν πλάνης εις το πιστεύσαι αυτούς τω ψεύδει, ίνα κριθώσιν πάντες οι μη πιστεύσαντες τη αληθεία αλλά ευδοκήσαντες τη αδικία».
Το κατέχον και ο κατέχων
Η αυθαίρετα υποστηριζόμενη άποψη ότι το κατέχον ή ο κατέχων είναι η Εκκλησία που εμποδίζει / κωλύει τον Αντίχριστο να αποκαλυφθεί, ενώ ο Ιωάννης υποστηρίζει ότι οι αντίχριστοι «εξ ημών εξήλθαν», έχει ως βάση την εξ ίσου αυθαίρετη άποψη ότι ο Αντίχριστος θα αποκαλυφτεί στο τέλος της ιστορίας του κόσμου. Αυτή η εκδοχή οδηγεί τους ερμηνευτές και μεταφραστές των κειμένων της Καινής Διαθήκης, σε ανθρώπινες παρεμβάσεις όπως τα ακόλουθα παραδείγματα.
Β΄ Θεσσαλονικείς 2:6
Κείμενο
«Και νυν το κατέχον οίδατε, εις το αποκαλυφθήναι
αυτόν εν τω εαυτού καιρώ.» Textus Receptus.
Μετάφραση βιβλικής εταιρείας των Τεσσάρων Καθηγητών ISBN0564081299
«Και τώρα ξέρετε εκείνο που τον [ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ] (παρέμβαση) να
φανερωθεί ΠΡΙΝ (παρέμβαση) τον καιρό του».
Ερμηνευτική απόδοση Καινής Διαθήκης υπό Ιωάννου Θ. Κολιτσάρα. Αδελφότης Θεολόγων η «Ζωή» δεύτερη έκδοση.
«Και γνωρίζετε τώρα, ποίον είναι εκείνο, το οποίον
[ΣΥΓΚΡΑΤΕΙ ΚΑΙ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ] (παρέμβαση) τον άνομο να αποκαλυφθή
ΕΝΩΡΙΤΕΡΑ (παρέμβαση), δια να φανερωθή αυτός εις τον καιρόν
που του έχει καθορισθή από τον Θεόν».
Προς ενημέρωση των δυσκολιών και των διαφορετικών εκδοχών που αντιμετωπίζουν οι ερευνητές με «το κατέχον» και «ο κατέχων» έχοντας ως «δεδομένη αλήθεια» το τέλος του κόσμου διάβασε εδώ σχετική μελέτη που δημοσιεύτηκε στα πρακτικά του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου (Β-Παύλεια) της Ι.Μ Βεροίας, Ναούσης και Καμπάνιας. Βέροια 1996. Σελ. 81-92.) Μερικές εκδοχές σύμφωνα με την άνω μελέτη είναι οι εξής:
Ο Αυγουστίνος
«Ego prorsus quid dixerit me fateor ignorare» (= Εγώ ομολογώ ότι πραγματικά δεν γνωρίζω τι ήθελε να πει).
Ο Χρυσόστομος
«Οι μεν του Πνεύματος την χάριν φασίν, οι δε την ρωμαϊκήν αρχήν». Ο ίδιος προτιμάει τη δεύτερη άποψη, δηλαδή ότι «το κατέχον» και «ο κατέχων» είναι η ρωμαϊκή εξουσία.
Ο Ειρηναίος
Ο Ειρηναίος συμφωνεί με τον Χρυσόστομο «[...] όταν αρθή η ρωμαϊκή αρχή τότε εκείνος ήξει ...»
Ο Θεόδωρος Μοψουεστίας (δίδασκε την καθολική αποκατάσταση, βλέπε Ο Νύσσης Άγιος Γρηγόριος - Αποκατάσταση των πάντων»)
Ο Θεόδωρος Μοψουεστίας διαφωνεί με τους ανωτέρω «ου πιθανόν έμοιγε φαίνεται τούτο». Την άποψή του τη διατυπώνει ως εξής: «Λέγει δε "το κατέχον", ως αν του διαβόλου μεν εθέλοντος και ήδη τούτο ποιήσαι, του Θεού δε κατέχοντος αυτόν τέως δια το καιρόν ορίσαι τη συντέλεια του αιώνος, καθ' ον οφθήναι συγχωρεί κακείνον (=τον διάβολον). Τούτο "κατέχον" ο Απόστολος ονομάζει του θεού τον όρον». Την άποψη αυτή δέχθηκε ο Θεοδώρητος και αργότερα ο Μ. Φώτιος.
Τις πατερικές αυτές ερμηνείες τις υποστήριξαν και τις υποστηρίζουν και πολλοί νεότεροι και ακόμη και σύγχρονοι ερμηνευτές. Πολλοί από αυτούς είδαν στη μετοχή «το κατέχον» κάποια αναφορά του Παύλου στη ρωμαϊκή εξουσία, ενώ στη μετοχή «ο κατέχων» είδαν το Ρωμαίο αυτοκράτορα. Άλλοι είδαν τον άνθρωπο της ανομίας στο πρόσωπο του Νέρωνα και «το κατέχον» στο σύμβουλο του φιλόσοφου Σενέκα, ο οποίος εμπόδιζε την εμφάνισή του. Αρκετοί αναζήτησαν «το κατέχον» στους αγγέλους, επειδή η παρουσία τους τόσο στην ιουδαϊκή εσχατολογία όσο και στις εσχατολογικές αναφορές της Κ.Δ. είναι πάντοτε έντονη. Επίσης μόνον οι άγγελοι γνωρίζουν τα μυστικά του Θεού και επομένως μόνον αυτοί μπορούν να γνωρίζουν και το χρόνο της συντέλειας του κόσμου. Άλλοι εντοπίζουν «το κατέχον» στον αρχάγγελο Μιχαήλ, ο οποίος, σύμφωνα με την πεποίθηση των πρώτων χριστιανών, έχει αναλάβει τον αγώνα εναντίον του Σατανά (Αποκ 12.7 εξ. Ιούδα 9) και αυτός θα είναι που θα δώσει το σύνθημα για την ανάσταση των νεκρών και τη μέλλουσα κρίση.
Ο Cullmann
Ο γνωστός Ελβετός θεολόγος Ο. Cullmann διατύπωσε με πολλά και ισχυρά επιχειρήματα μια θεωρία, η οποία αρχικά είχε διατυπωθεί από το Θεοδώρητο. Σύμφωνα με αυτή «το κατέχον» είναι το ιεραποστολικό κήρυγμα, δηλαδή η διάδοση του ευαγγελίου στα έθνη, ενώ «ο κατέχων» θεωρείται σαν ένας αυτοπροσδιορισμός του Παύλου.
Η Βίβλος εξηγεί την Βίβλο
Κατά το ρητό «Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν» (= Να εξηγείς τον Όμηρο με βάση τον Όμηρο» πιστεύουμε ότι η Γραφή εξηγεί την Γραφή και με αυτό το σκεπτικό θα επιχειρήσουμε την κατανόηση του (Β΄Θεσ. 2:1-12)
Ορισμοί λέξεων
Κατέχω = ρήμα πολυσημικό, έχει πολλαπλές σημασίες // επί περιστάσεως, σημαίνει κατέχω τον νουν, απασχολώ την προσοχή τινός, // επί αρχόντων, έχω υπό την εξουσία μου, εξουσιάζω, κ.α.. (Λεξ. Liddell - Scott)
Επίσης: Κατέχω = Λαμβάνω εις την κατοχή μου, καταλαμβάνω ως κατακτητής δια στρατού // γενικώς, κρύπτω, διατηρώ τι κεκρυμμένο κ.α.. (Λεξ. Ιωάν. Σταματάκου)
Γένηται = μέση φωνή, αόριστος β, υποτακτική, του ρήματος γίγνομαι ή γίνομαι που σημαίνει // έρχομαι εις το είναι // λαμβάνω χώρα, συμβαίνω // γεννώμαι // επί συμβάντων, συμβαίνω, επέρχομαι. (Λεξ. Ιωάν. Σταματάκου)
Εκ μέσου γίγνομαι = τίθημι εμαυτόν (θέτω/τοποθετώ τον εαυτόν μου), εξίσταμαι εκ του μέσου, εβγάζω εις την μέση (πράγμα κρυμμένο). (Λεξικό ελληνικής διαλέκτου Σκαρλάτος Βυζάντιος, σελ.295)
Εάν ο Ιουδαίος απόστολος Παύλος ήθελε να πει αυτά που λένε οι μεταφραστές, δηλαδή, να εκβληθεί, ή να φύγει, ή να λείψει εκ μέσου, ο κατέχων άρτι (όχι ο κωλύων άρτι), θα χρησιμοποιούσε ένα ρήμα όπως αίρω, εκβάλω, αναχωρώ, απέρχομαι, αποχωρώ, αρπάζω, αφαιρώ και όχι το γίγνομαι.
Παραδείγματα
«Εξαλείψας το καθ΄ημών χειρόγραφον τοις δόγμασιν ο ην υπεναντίον ημίν και αυτό ήρκεν εκ του μέσου προσηλώσας αυτό τω σταυρώ.» (Κολ. 2:14)
«Και υμείς πεφυσιωμένοι εστέ και ουχί μάλλον επενθήσατε ίνα αρθή εκ μέσου υμών ο το έργον τούτο πράξας.» (Α Κορ. 5:2)
«[…] και άνδρες δίκαιοι αίρονται και ουδείς κατανοεί από γαρ προσώπου αδικίας ήρται ο δίκαιος, έσται εν ειρήνη η ταφή αυτού ήρται εκ του μέσου.» (Ησ. 57:1-2)
«Ιδού εγώ αποσπώ αυτούς από της γης αυτών και τον Ιούδαν εκβαλώ εκ μέσου αυτών.» (Ιερ. 12:14 Ο΄)
Παραδείγματα δια τη χρήση του «γένηται»
«Προσεύχεσθε δε ίνα μη γένηται η φυγή υμών χειμώνος μηδέ σαββάτω.» (Ματθ. 24.20)
«Αμήν λέγω υμίν ότι ου μη παρέλθη η γενεά αύτη έως αν πάντα ταύτα γένηται.» (Ματθ. 24:34)
«Το γαρ μυστήριον ήδη ενεργείται της ανομίας, μόνον ο κατέχων άρτι έως εκ μέσου γένηται.» (Β΄Θεσ. 2:7)
Επίσης εάν «ο κατέχων» ερμηνεύεται «ο εμποδίζων», ή «ο κωλύων» τότε πως θα ερμηνεύσουμε τα ακόλουθα:
«Ός εὗρεν γυναῖκα ἀγαθήν εὗρεν χάριτας ἔλαβεν δὲ παρὰ θεοῦ ἱλαρότητα (18:22a) ὃς ἐκβάλλει γυναῖκα ἀγαθήν ἐκβάλλει τὰ ἀγαθά ὁ δὲ κατέχων μοιχαλίδα ἄφρων καὶ ἀσεβής». (Παρ. 18:22, Ο’)
«Ο κατέχων τὸν γῦρον τῆς γῆς καὶ οἱ ἐνοικοῦντες ἐν αὐτῇ ὡς ἀκρίδες ὁ στήσας ὡς καμάραν τὸν οὐρανὸν καὶ διατείνας ὡς σκηνὴν κατοικεῖν.» (Ησ. 40:22)
Τι κατάλαβαν και τι γνώριζαν οι Θεσσαλονικείς πιστοί παραλήπτες της επιστολής
Κατάλαβαν ότι πριν την Δεύτερη Παρουσία του Ιησού που την περίμεναν να γίνει ταχέως στη γενιά τους [ἡ νὺξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν (Ρωμ. 13:12)] και την επισυναγωγή τους επ΄αυτόν (Α΄Θεσ. 4:13-18), θα προηγείτο «πρώτον» η αποστασία από την Εκκλησία «εξ ημών εξήλθαν (Α’ Ιωάν. 2:18-19)» και θα αποκαλυπτόταν ο άνθρωπος της ανομίας, ο αντικείμενος (=ο Αντίχριστος), ο υιός της απώλειας, ο υπεραιρόμενος επί πάντα λεγόμενον θεόν η σέβασμα, ο οποίος θα καθόταν στον Ναό του θεού [τον επίγειο ναό της Ιερουσαλήμ τον οποίον οι Ιουδαίοι θαύμαζαν (Ματθ. 24:1)] αποδεικνύοντας τον εαυτό του ότι είναι θεός και θα δρούσε ανάμεσα στους απολλυμένους εκ των Ιουδαίων στη γενιά των Αποστόλων.
Γνώριζαν «Και νυν το κατέχον οίδατε …» ότι ζούσαν στον αιώνα του Νόμου / του θανάτου του οποίου θεός ήταν ο διάβολος ο οποίος τύφλωνε τον νου των απίστων.
«εἰ δὲ καὶ ἔστιν κεκαλυμμένον τὸ εὐαγγέλιον ἡμῶν ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις ἐστὶν κεκαλυμμένον, εν οις ο θεός του αιώνος τούτου (του αιώνα του Νόμου) ἐτύφλωσεν τὰ νοήματα τῶν ἀπίστων εἰς τὸ μὴ αὐγάσαι (=επιλάμψει) τὸν φωτισμὸν τοῦ εὐαγγελίου τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ θεοῦ.» (2Κορ. 4:3 -4)
Και πάλι «Και υμάς όντας νεκρούς τοις παραπτώμασιν και ταις αμαρτίαις υμών, εν αις ποτέ περιεπατήσατε κατά τον αιώνα του κόσμου τούτου, κατά τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος, του πνεύματος του νυν ενεργούντος εν τοις υιοίς της απειθείας.» (Εφεσ. 2:1-2)
Και ο απόστολος Ιωάννης βεβαιώνει το ίδιο
«Διά τούτο δεν ηδύναντο να πιστεύωσι διότι πάλιν είπεν ο Ησαΐας· ετύφλωσε (ο θεός του αιώνα του Νόμου) τους οφθαλμούς αυτών και εσκλήρυνε την καρδίαν αυτών, διά να μη ίδωσι με τους οφθαλμούς και νοήσωσι με την καρδίαν και επιστρέψωσι, και ιατρεύσω αυτούς.» (Ιωάν. 12:39-40)
Η Παλαιά Διαθήκη ήταν «Διακονία του θανάτου»
Εξ αρχής ο Νόμος ζωοποίησε την αμαρτία, της οποίας η δύναμη ήταν ο Νόμος (Α’ Κορ. 15:56), και έτσι βασίλευσε ο θάνατος (=όχι ο βιολογικός θάνατος αλλά ο σχετικός με την αθανασία). Οι βιολογικά ζωντανοί λοιπόν κατεστάθησαν νεκροί ως προς την αθανασία «άφες τους νεκρούς να θάψωσι τους εαυτών νεκρούς». (Λουκ. 9-60)
Ο απόστολος Παύλος επιβεβαίωσε ότι το γράμμα (ο Νόμος) θανάτωνε ενώ το Πνεύμα ζωοποιούσε
«Εγὼ δὲ ἔζων χωρὶς νόμου ποτέ, ἐλθούσης δὲ τῆς ἐντολῆς (ο Νόμος) ἡ αμαρτία ανέζησεν, ἐγὼ δὲ απέθανον καὶ εὑρέθη μοι ἡ ἐντολὴ ἡ εἰς ζωήν, αὕτη εἰς θάνατον·» (Ρωμ. 7:9-10)
Όσοι όμως έλαβαν τον Ιησού συνεσταυρώθηκαν και συνεζωποιήθηκαν με αυτόν και αποθανόντες ως προς τον Νόμο κατεστάθησαν ζώντες εν Χριστώ διότι ο Χριστός, η Ζωή, κατοίκησε μέσα τους.
«Διότι εγώ (ο Παύλος) διά του νόμου απέθανον εις τον νόμον, διά να ζήσω εις τον Θεόν. Μετά του Χριστού συνεσταυρώθην· ζω δε ουχί πλέον εγώ, αλλ' ο Χριστός ζη εν εμοί· καθ' ο δε τώρα ζω εν σαρκί, ζω εν τη πίστει του Υιού του Θεού, όστις με ηγάπησε και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ εμού.» (Γαλ. 2:19-20)
Και πάλι λέει
«Νυνὶ δὲ κατηργήθημεν ἀπὸ τοῦ νόμου ἀποθανόντες ἐν ᾧ ΚΑΤΕΙΧΟΜΕΘΑ, ὥστε δουλεύειν [ἡμᾶς] ἐν καινότητι πνεὐματος καὶ οὐ παλαιότητι γράμματος.» (Ρωμ. 7:6)
«Ούτω και σεις φρονείτε εαυτούς ότι είσθε νεκροί μεν κατά την αμαρτίαν (την οποία ζωοποιούσε ο Νόμος), ζώντες δε εις τον Θεόν διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών […] ας μη βασιλεύη λοιπόν η αμαρτία εν τω θνητώ υμών σώματι […] διότι η αμαρτία δεν θέλει σας κυριεύσει· επειδή δεν είσθε υπό νόμον, αλλ' υπό χάριν». (Ρωμ. 6:11-14)
Σύγκρινε
«ΑΠΕΘΑΝΟΝ (ο Παύλος) ΕΙΣ ΤΟΝ ΝΟΜΟΝ» (Γαλ. 2:19-20)
«ΑΠΟΘΑΝΟΝΤΕΣ (οι πιστοί) ΕΝ Ω ΚΑΤΕΙΧΟΜΕΘΑ» (Ρωμ. 7:6)
Οι ιουδαιοχριστιανοί λοιπόν, παραλήπτες της επιστολής του Παύλου, γνώριζαν ότι ζούσαν στον αιώνα του Νόμου / του θανάτου, θεός του οποίου ήταν ο Διάβολος. Εξ αιτίας του Νόμου η αμαρτία ανέζησε και έτσι βρέθηκαν υπό την κατοχή / εξουσία / βασιλεία του θανάτου. Όσοι έλαβαν το ζωοποιό πνεύμα (Α’ Κορ. 15:45) ανέζησαν και ελευθερώθηκαν από την κατοχή / εξουσία του θανάτου « ὁ δὲ κύριος το πνεύμα ἐστιν· οὗ δὲ το πνεύμα κυρίου, ἐλευθερία».
Το πνεύμα του Αντίχριστου ήταν ήδη στον κόσμο στην σύγχρονη εποχή του Ιωάννη
Γνώριζαν ότι κάθε πνεύμα που δεν ομολογούσε τον Ιησού Χριστό δεν ήταν από τον Θεό αλλά ήταν το πνεύμα της πλάνης, το πνεύμα του Αντίχριστου, το οποίο ήξεραν ότι θα ερχόταν σύντομα και ήδη ήταν εις τον κόσμο και ενεργούσε μεταξύ των υιών της απείθειας και της απώλειας, κατέχοντας το νου τους.
Γράφοντας στην σύγχρονη του γενιά ο Ιωάννης λέει:
«Ημείς εκ του Θεού είμεθα, όστις γνωρίζει τον Θεόν ακούει ημάς, όστις δεν είναι του Θεού δεν ακούει ημάς. Εκ τούτου γνωρίζομεν το πνεύμα της αλήθειας και το πνεύμα της πλάνης.» (Α Ιωάν. 4:6)
«Παιδία, εσχάτη ώρα είναι, και καθώς ηκούσατε ότι ο αντίχριστος έρχεται, και τώρα πολλοί αντίχριστοι υπάρχουσιν· όθεν γνωρίζομεν ότι είναι εσχάτη ώρα. Εξ ημών εξήλθον, αλλά δεν ήσαν εξ ημών· διότι εάν ήσαν εξ ημών, ήθελον μένει μεθ' υμών· αλλά εξήλθον διά να φανερωθώσιν ότι δεν είναι πάντες εξ ημών.» (1Ιωάν. 2:18-19)
«Και παν πνεύμα ο μη ομολογεί τον Ιησούν εκ του Θεού ουκ έστιν και τούτο έστιν το του αντίχριστου (πνεύμα), ο ακηκόατε ότι έρχεται και νυν εν τω κόσμω εστίν ήδη». ( Α΄Ιωάν.4:3)
Διαβάζοντας λοιπόν τις επιστολές σε πραγματικό χρόνο αντιλαμβανόμαστε ότι το «Κατέχον» ήταν ο Νόμος, η Διακονία του θανάτου, και ότι η αποστασία, η εμφάνιση του Αντίχριστου που προέρχονταν από το νομικίστικο καθεστώς των Ιουδαίων, και η Δευτέρα Παρουσία αφορούσαν την Πρωτοχριστιανική εκκλησία και το τέλος του Αιώνα του Νόμου και του θανάτου.
Η ταυτότητα του ανθρώπου της ανομίας, υιού της απώλειας, του Αντίχριστου
(1) Το πνεύμα του Αντίχριστου, γνωστό στη πρώτη Εκκλησία, αποκάλυψε/φανέρωσε τον εαυτό του, ξεσκεπάστηκε. Το γεγονός δηλώνει προηγούμενη μυστηριακή δράση. Το μυστήριο της ανομίας ήδη ενεργούνταν και αποκαλύφτηκε ο άνομος .
(2) Ήταν άνθρωπος της ανομίας, Ιουδαίος που γνώριζε τον νόμο αλλά τον παρέβαινε, πλήρης από το αντίχριστο πνεύμα, το πνεύμα της πλάνης, που ενεργούσε στους υιούς της απείθειας, σε αντίθεση με τον Ιησού που ήταν πλήρης Πνεύματος Αγίου το οποίο ενεργούσε στους πειθαρχώντας σ’ αυτόν.
(3) Ήταν μεταξύ αυτών που εξήλθαν από την αρχέγονη Εκκλησία, αποστάτης. Έπρεπε να έρθει η αποστασία για να αποκαλυφθεί.
(4) Ήταν ψευδοδιδάσκαλος, δίδασκε αιρέσεις απώλειας όντας υιός της απώλειας.
(5) Ήταν αντικείμενος, ενάντιος, αντίχριστος, αρνιόταν τον μόνον Δεσπότη και Κύριο Ιησού Χριστό.
(6) Ήταν υπεραιρόμενος, ύψωνε τον εαυτόν του πάνω από κάθε θεότητα η σέβασμα. Σεβαστούς ονόμαζαν και τους Ρωμαίους αυτοκράτορες και οι ναοί όπου τελούταν η αυτοκρατορική λατρεία ονομάζονταν Σεβαστεία, συνεπώς δεν είχε καμία ταύτιση με αυτούς, όπως πολλοί ισχυρίζονται ότι ο Αντίχριστος μπορούσε να ήταν ο Νέρων η ο Τίτος η άλλος αυτοκράτωρ, η ο Πάπας της Ρώμης σε μεταγενέστερες υποθέσεις.
(7) Αποκάλυψε τον εαυτό του στη γενιά των Αποστόλων, κάθισε μέσα στον Ναό της Ιερουσαλήμ αποδεικνύοντας ότι είναι θεός, πριν ο Ναός καταστραφεί το 70 μ.Χ., σε αντίθεση με τους Αποστόλους που αποδείκνυαν δια των γραφών ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός και ο αληθινός Θεός. (Πράξ. 18:28, Α' Ιωάν. 5:20)
(8) Ήταν ψευδοπροφήτης, η παρουσία του ήταν κατ΄ ενέργεια του σατανά με πάσα δύναμη και σημεία και τέρατα ψεύδους και κάθε απάτη αδικίας μεταξύ των απολλυμένων Ιουδαίων.
(9) Έδρασε μεταξύ των απολλυμένων Ιουδαίων, που είχαν αιρέσεις απώλειας, έπρατταν την ανομία, ήταν ενάντιοι στον Ιησού, δεν είχαν δεχθεί την αγάπη της αλήθειας για να σωθούν και κατέχονταν από το πονηρό πνεύμα της πλάνης (το κατέχον και ο κατέχων) που ενεργούσε και είχε την εξουσία μεταξύ των υιών της απείθειας. (Εφεσ. 2:1-2, Α΄Ιωάν. 4:3)
Την ενέργεια αυτή της πλάνης «τον Αντίχριστο» την έστειλε ο Θεός στους απειθείς Ιουδαίους (τους απολλυμένους) για να πιστέψουν εις το ψεύδος και να κριθούν όσοι δεν πίστεψαν εις την αλήθεια «τον επουράνιο Ιησού Χριστό» αλλά ευδόκησαν εις την αδικία.
«Εγώ ήλθον εν τω ονόματι του πατρός μου, και δεν με δέχεσθε. Εάν άλλος έλθη εν τω ονόματι εαυτού εκείνον θέλετε δεχτεί.» (Ιωάν. 5:43)
Οι πρώτοι λοιπόν εν Χριστώ αδελφοί, που κατείχαν την αλήθεια, γνώριζαν, ότι ο γεωγραφικός χώρος δράσης του Αντίχριστου, ήταν η γη του Ισραήλ, όπου ήταν κτισμένος ο Ναός και ο χρόνος δράσης του ήταν η γενιά τους. Γνώριζαν επίσης ότι ο ρόλος του Αντίχριστου δεν ήταν να αντικαταστήσει την τότε κοσμική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία η κάποια άλλη μελλοντική, γινόμενος αυτός παγκόσμιος ηγέτης, αλλά να δράσει μεταξύ των απολλυμένων Ιουδαίων με σημεία και τέρατα ψεύδους ώστε αυτοί να πιστέψουν στο ψεύδος και να κριθούν (βλέπε: οργή Θεού επί ασεβών Ιουδαίων εδώ) σε αντίθεση με τα σημεία και τέρατα αληθείας που ενεργούνταν από τον Θεό δια των Αποστόλων «εν τω λαώ».
«Δια δε των χειρών των αποστόλων εγίνετο σημεία και τέρατα πολλά εν τω λαώ και ήσαν ομοθυμαδόν πάντες εν τη στοά Σολομώντος.» (Πράξ. 5:12, 4:30)
Tο θηρίο εκ της θαλάσσης και το θηρίο εκ της γης
Το όραμα του Δανιήλ
«Ο Δανιήλ ελάλησε και είπεν, Εγώ εθεώρουν εν τω οράματί μου την νύκτα και ιδού οι τέσσαρες άνεμοι του ουρανού συνεφώρμησαν επί την θάλασσαν την μεγάλην. Και τέσσαρα θηρία μεγάλα ανέβησαν εκ της θαλάσσης, διαφέροντα απ' αλλήλων.» (Δαν. 7:3)
Σ’ αυτό το όραμα της νυκτός του Δανιήλ ένας εκ των παρισταμένων ενώπιον του θρόνου του Θεού του εξηγεί:
«Ταύτα τα θηρία τα μεγάλα τα τέσσαρα τέσσαρες βασιλείαι αναστήσονται επί της γης (του Ισραήλ) αι αρθήσονται (θα πάψουν να ισχύουν) και παραλήμψονται την βασιλείαν άγιοι υψίστου και καθέξουσιν αυτήν έως αιώνος των αιώνων». (Δαν. 7:17-18 LXX)
Τα τέσσερα θηρία λοιπόν σύμφωνα με την ερμηνεία που εδόθη στον Δανιήλ ήταν τέσσερις βασιλείες οι εξής: «Βαβυλωνιακή, Περσική, Ελληνική και Ρωμαϊκή» που κατέκτησαν τους Ιουδαίους, «αναστήσονται επί της γης», με την τελευταία να είναι η επικυρίαρχος δύναμη στα χρόνια του Ιησού και των Ιουδαίων Αποστόλων στην γη του Ισραήλ.
Η ταύτιση του Αντίχριστου με το θηρίο (=βασιλεία) εκ της θαλάσσης που είχε 7 κεφάλια και 10 κέρατα (Αποκ. 13:1) στερείται κάθε βιβλικής βάσης. Τα όσα σχετικά περιγράφονται στο βιβλίο της Αποκάλυψης έχουν να κάνουν με την Ρώμη (το θηρίο εκ της θαλάσσης) και το Ισραήλ (το θηρίο εκ της γης του Ισραήλ), που αυτό είχε κέρατα δύο ως αρνίου και ελάλει ως δράκων και που ήσαν σε εμπόλεμη κατάσταση. Τα δύο κέρατα του θηρίου εκ της γης είναι η πολιτική και η θρησκευτική εξουσία του θεοκρατικού Ισραήλ συνοδευόμενη από ψευδοπροφήτες. Την περίοδο εκείνη κάθε εβραϊκή εξουσία ήταν φιλορωμαϊκή (λαλούσε ως δράκων) και δρούσε για τα συμφέροντα της Ρώμης, επιτυγχάνοντας έτσι την διατήρηση των προνομίων της. Τα ιστορούμενα δεν αφορούν σημεία του τέλους της ιστορίας του κόσμου, αλλά τα όσα συνέβησαν στην περίοδο του ιουδαϊκού πολέμου προς Ρωμαίους που ήταν και η αιτία για την πτώση της Ιερουσαλήμ. Έχουν να κάνουν με τα δρώμενα εκείνης της χρονικής περιόδου, όπως:
1) Αναγκαστική λατρεία της Ρώμης και των αυτοκρατόρων της (Αποκ. 13:11-12) ως απόδειξη υποταγής στην τότε κοσμοκράτειρα και ξεσκέπασμα και τιμωρία των επαναστατών Ιουδαίων. Η λατρεία των αυτοκρατόρων συνέβαλε στην πολιτική και θρησκευτική συνοχή του ρωμαϊκού κράτους. Όποιος την αρνιόταν χαρακτηριζόταν ως εχθρός του.
Το μέτρο αφορούσε αποκλειστικά όσους κατοικούσαν στη γη του Ισραήλ, στους οποίους είχε παραχωρηθεί το δικαίωμα να μη προσκυνούν τον Καίσαρα και την θεά Ρώμη, αλλά να λατρεύουν το δικό τους Θεό, και νομοθετήθηκε από την πολιτική και θρησκευτική εξουσία του θηρίου εκ της γης με σκοπό την διατήρηση της εξουσίας και των προνομίων της. Οι λοιπές επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας λάτρευαν την θεά Ρώμη ως προστάτιδα και ευεργέτιδα και τον εκάστοτε Καίσαρα με προθυμία, επιδιώκοντας μάλιστα μετά σπουδής τον τίτλο της νεωκόρου των Σεβαστών. Νεωκορία = προνόμιο κατασκευής αυτοκρατορικού ναού, απ΄ όπου εξαρτιόταν η οικονομική τους ευρωστία και η πολιτιστική και κοινωνική τους προοπτική.
Παραπλήσιο μέτρο πάρθηκε κατά την διάρκεια του πολέμου και στην Αντιόχεια όπως ιστορεί ο Ιώσηπος:
«Όταν κηρύχτηκε λοιπόν ο πόλεμος οι Ιουδαίοι ήσαν μισούμενοι υπό πάντων. Ένας από αυτούς με το όνομα Αντίοχος, ο πατέρας του ήταν άρχοντας των Ιουδαίων της Αντιόχειας, αποκήρυξε τον ιουδαϊσμό και τον πατέρα του και κατηγόρησε στον δήμο, Ιουδαίους, ότι συνωμοτούσαν για να κάψουν την Αντιόχεια. Το αποτέλεσμα ήταν οι Αντιοχείς να κάψουν τους κατηγορούμενους Ιουδαίους για να σώσουν τη πόλη τους. Στην συνέχεια ανάγκασε τους Ιουδαίους να θυσιάσουν με τον ελληνικό τρόπο, ώστε να αποκαλυφθούν οι συνωμότες, μερικοί θυσίασαν ενώ άλλοι θανατώθηκαν. Έτσι με την συγκατάθεση του Ρωμαίου στρατηγού, ο Αντίοχος έγινε κυβερνήτης των Ιουδαίων, εξαναγκάζοντας τους να δουλεύουν και την ημέρα του Σαββάτου. Σύντομα η κατάργηση αυτής της αργίας εξαπλώθηκε και σε άλλες πόλεις». (Ιουδ. Πόλ. Ζ 46-53)
Ο ίδιος επίσης ιστορεί ότι κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο, όσοι Ιουδαίοι προσέφευγαν στους Ρωμαίους «ανευφήμουν ως ευεργέτην» τον Τίτο και ζητούσαν την τιμωρία των επαναστατών. (Ιουδ. Πολ. Δ΄ 115)
2) Έλεγχο του εμπορίου στην γη Ισραήλ «οικονομικός αποκλεισμός/ κυρώσεις» όπου κανείς δεν μπορούσε να αγοράσει η να πουλήσει εάν δεν είχε τις απαραίτητες πιστοποιήσεις «χάραγμα» ότι ήταν φίλος της Ρώμης και όχι πολέμιος της.
3) Την από παλαιά γνωστή και πάντα επίκαιρη μέθοδο της παραπληροφόρησης και εξαπάτησης με ενέργειες ψεύτικων σημείων και θαυμάτων, μέσω των οργάνων της φιλορωμαϊκής ιουδαϊκής εξουσίας, τους ψευδοπροφήτες, με στόχο πάλι την διάσωση των προνομίων της.
Οι ιστορικές συγκυρίες της εποχής εκείνης, έφεραν την Πρωτοχριστιανική Εκκλησία αντιμέτωπη με την ίδια της την ομολογία, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Αληθινός Θεός και ζωή αιώνιος.
«Και άλλος άγγελος τρίτος ηκολούθησεν αυτοίς λέγων εν φωνή μεγάλη: Ει τις προσκυνεί το θηρίον (=βασιλεία) και την εικόνα αυτού και λαμβάνει χάραγμα επί του μετώπου αυτού η επί την χείρα αυτού και αυτός πίεται εκ του θυμού του Θεού του κεκερασμένου ακράτου εν τω ποτηρίω της οργής αυτού και βασανισθήσεται εν πυρί και θείω ενώπιον αγγέλων αγίων και ενώπιον του αρνίου […] Ώδε η υπομονή των αγίων εστίν, οι τηρούντες τας εντολάς του Θεού και την πίστιν Ιησού.» (Αποκ. 14:9-10, 12. Βλ. και Β΄ Θεσ. 1:7)
Πολλοί Ιουδαιοχριστιανοί και Εθνικοί Χριστιανοί αρνούμενοι να θυσιάσουν και να προσκυνήσουν κατά τον εθνικό ειδωλολατρικό τρόπο, θανατώθηκαν, μακαριζόμενοι υπό του Κυρίου.
«Και ήκουσα φωνής εκ του ουρανού λεγούσης, γράψον: Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ’ άρτι, ναι λέγει το πνεύμα, ίνα αναπαυθώσιν εκ των κόπων αυτών τα γαρ έργα αυτών ακολουθεί μετ΄αυτών.» (Αποκ. 14:13)
Επίσης όσοι Ιουδαϊστές αρνήθηκαν να προσκυνήσουν την εικόνα του θηρίου, ομοίως θανατώθηκαν, μένοντας έτσι πιστοί στον Ιουδαϊσμό που έμελλε να καταργηθεί με το επικείμενο γκρέμισμα του Ναού και των συμβόλων του. (Εβρ. 8:13)
Το χάραγμα (Αποκ. 3:16)
Το χάραγμα που περιγράφεται στο βιβλίο της Αποκάλυψης έχει καθαρά ιουδαϊκό, παλαιοδιαθηκικό υπόβαθρο, και αποσκοπούσε στην άρνηση της μονοθεϊστικής ιουδαϊκής πίστης, στην απόρριψη της ιουδαϊκής εθνικής συνείδησης και στην μη τήρηση των εντολών του Θεού. Στην Π.Δ. γίνεται επανειλημμένα αναφορά να φορούν οι Εβραίοι κάποιο σημάδι στο χέρι και το μέτωπο για να θυμούνται την έξοδο από την Αίγυπτο και τις εντολές του Θεού.
«Θέλετε λοιπόν βάλει τους λόγους μου τούτους εις την καρδίαν σας και εις την ψυχήν σας· και θέλετε δέσει αυτούς διά σημείον επί της χειρός σας και θέλουσιν είσθαι ως προμετωπίδια μεταξύ των οφθαλμών σας·» (Δευτ. 11:18, 6:8, βλέπε και Έξ. 13:9, 13:15-16, και
Με βάση αυτά τα εδάφιο, οι μετέπειτα Εβραίοι τοποθέτησαν στα χέρια και στο μέτωπό τους το Tefillin (תפלין) - μικρά δερμάτινα κουτιά που περιείχαν βιβλικά κείμενα. Στην Ελληνική Καινή Διαθήκη, τα tefillin ονομάζονται «φυλακτήρια» (Ματθ. 23:5). Στον σημερινό Ορθόδοξο Ιουδαϊσμό τα τεφιλίν φορούν μόνο οι άρρενες Εβραίοι από δεκατριών ετών, ενώ στον Μεταρρυθμισμένο Ιουδαϊσμό τα φορούν και οι γυναίκες κατά τη διάρκεια της προσευχής.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το χάραγμα μπορεί να ήταν τεχνικός όρος της αυτοκρατορικής σφραγίδας η το ίδιο το νόμισμα του αυτοκράτορα. Πάντως ιστορικό περιστατικό χαράγματος στην κυριολεξία, έχουμε και επί βασιλείας του Πτολεμαίου Δ΄ του Φιλοπάτορα (222-204 π.Χ.) ο οποίος απαγόρευσε σε όλους τους Ιουδαίους της Αιγύπτου να λατρεύουν τον Θεό τους και να εισέρχονται στις συναγωγές τους. Αντ’ αυτού έπρεπε η να απογραφούν στους καταλόγους των δούλων και να λάβουν χάραγμα με πυρωμένο σίδερο, το σήμα του θεού Διόνυσου, «φύλλο κισσού», ή να θανατώνονται. Όσοι θέλησαν να λάβουν μέρος στην λατρεία των ειδώλων γινόντουσαν ισότιμοι πολίτες της Αλεξάνδρειας. Άλλοι υπέκυψαν, άλλοι θανατώθηκαν και άλλοι προσπάθησαν με χρήματα να αποφύγουν την εγγραφή τους στους καταλόγους των δούλων. (Γ΄ Μακ. 2:25-33)
Επίσης ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Καλιγούλας χάραζε με πυρωμένο σίδερο τους Συγκλητικούς που έπεφταν στην δυσμένεια του αναγκάζοντάς τους να δουλεύουν στους δρόμους η στα ορυχεία.
Και ο Ιωάννης ο Λυδός στο έργο του «Περί μηνών» αναφέρει: «Και οι Αιθίοπες δε τις κόγχες των γονάτων των νέων τους με καυτό σίδηρο σφραγίζουν για τον Απόλλωνα.»
Ακόμη σχετικά με το «χάραγμα», ο καθηγητής Π. Μπρατσιώτης, αναφέρει: «"Να δώσωσι αυτοίς χάραγμα…¨ εκφράζει την εθελοδουλείαν των ανθρώπων, καθ’ όσον δια της τοιούτης σφραγίσεως (στίξεως) παρίσταται η πλήρης υποτέλεια των εν λόγω ανθρώπων εις το θηρίον. Η δε φράσις υπενθυμίζει την παλαιάν ανατολικήν συνήθειαν του εγχαράσσειν ή ενστίζειν το όνομα σαρκικού ή πνευματικού κυρίου δια πυρακτωμένου οργάνου επί της χειρός ή του μετώπου μισθοφόρων ή δούλων, ανθρώπων ή θεών». (Αποκάλυψις Ιωάννου, σ. 217)
Εξακόσιοι εξήκοντα εξ
«Περί δε του αριθμού τούτου και του υπονοουμένου ανθρώπου έχουσι μεν έκπαλαι αναρίθμητα υποτεθή και γραφή, ουδεμία δε όμως ικασία δεν έχει αποδειχθεί εντελώς βάσιμος, δι’ ο και εξακολουθεί ενταύθα ακατάπαυστως η κατά το μάλλον ή ήττον φαντασιοκοπική παραγωγή.» (Αποκάλυψις Ιωάννου, Π. Μπρατσιώτης, σ. 218)
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία λοιπόν (το θηρίο εκ της θαλάσσης) δεν ταυτοποιείται ως «Αντίχριστος» με τα στοιχεία που δίνονται από τους Αποστόλους, διότι, δεν την περιμένανε να έρθει, υπήρχε ήδη προ Χριστού, λατρευόταν ήδη ως «θεά Ρώμη» η ευεργέτιδα και προστάτιδα επικυρίαρχος δύναμη, ποτέ δεν ήταν μέρος η μέλος της Εκκλησίας του Χριστού, ούτε και ποτέ εξήλθε / αποστάτησε απ΄αυτή, ούτε ήταν άνθρωπος, αλλά ο αριθμός του ονόματος αυτού ήταν αριθμός ανθρώπου και ο αριθμός αυτού εξακόσιοι εξήκοντα έξ και όχι 666, δηλαδή τριάδα ομοίων αριθμών. (Αποκ. 13:17, Έσδρ. 2:13)
Για να καταλάβουμε την διαφορά μεταξύ 666 και εξακόσιοι εξήντα εξ ας δούμε σχετικό άρθρο από το χριστιανικό περιοδικό «Τυχικός. Τευχ. Σεπτ. Οκτ. 2002 ».
Ο αριθμός 666
«Σχετικά με τον μυστικό αριθμό 666, που συναντούμε στο βιβλίο της Αποκάλυψης, πολλοί ερμηνευτές παρασύρονται από την ομοιότητα των τριών ψηφίων 6 που σχηματίζουν τον αριθμό όπως το κατανοούμε ύστερα από την εισαγωγή των λεγομένων αραβικών αριθμών – πολλούς αιώνες μετά την συγγραφή των κειμένων της Καινής Διαθήκης.
Ωστόσο, όταν γράφτηκε η Αποκάλυψη, δεν είχε περάσει από το νου του συγγραφέα κάποιος συνδυασμός τριών ομοίων μαθηματικών ψηφίων. Μάλιστα στις κριτικές εκδόσεις του κειμένου, ο αριθμός δεν αποδίδεται ούτε καν με τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου – δηλαδή χξς – αλλά ολογράφως, δηλαδή «εξακόσιοι εξήκοντα εξ». Είναι γνωστό ότι οι άνθρωποι εκείνης της εποχής αν ήθελαν να εκφράσουν τον αριθμό αυτό «αριθμητικώς», δεν θα έγραφαν «ςςς» αλλά θα έπρεπε να γράψουν οι μεν Έλληνες ΧΞCΤ η χξς (όπως υπάρχει στους παπύρους p18 και p47), οι δε Ρωμαίοι DCLXVI. Ποτέ όμως 666.
Οι Εβραίοι αν και εφάρμοζαν ανάλογο σύστημα μετά την βαβυλωνιακή αιχμαλωσία, ουδέποτε το χρησιμοποίησαν στη βίβλο, όπου πάντα γράφονται οι αριθμοί με ολόκληρες λέξεις. (Στο Α΄ Βασ. 10:14 αναφέρεται το 666 ολογράφως ως «εξακόσια εξήκοντα εξ τάλαντα χρυσίου»).
Σύμφωνα με τα παραπάνω, κανένας από τους Χριστιανούς των πρώτων αιώνων δεν σκεφτόταν ότι κάποτε η αριθμητική έκφραση «εξακόσιοι εξήκοντα εξ» θα απεικονιζόταν με τρία όμοια ψηφία, γεγονός που παρασύρει όσους προσπαθούν να στηριχτούν στην ομοιότητα των τριών 6 και να ταυτίσουν τον αριθμό 666 με το σύστημα bar code που περιέχει από ένα 6 στην αρχή, στη μέση και στο τέλος του.
Αν θέλουν να επιμένουν στην όποια «συνθηματική» σημασία του 6, τότε πρέπει να ξέρουν ότι στο 666 υπάρχουν όχι 3 αλλά 111 εξάρια (111 x 6 = 666).
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι το ίδιο αστήρικτοι είναι και οι ισχυρισμοί εκείνων που νομίζουν ότι θα «λύσουν» το πρόβλημα με βάση τον αριθμό 6 είτε ως συμβολικό αριθμό του ανθρώπου η ως σύμβολο της ατέλειας και με άλλα παρόμοιας μορφής (κόλπα)».
Πηγή: http://www.tyxikos.gr/02-9-28.html
Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι σε παλαιότερα χειρόγραφα το 666 αναφέρεται και ως 616. «Επίσης αξιούται πολλής προσοχής η ήδη εν χειρογράφοις της εποχής του Ειρηναίου φερομένη και υπό τούτου μνημονευομένη γραφή 616» (Μπρατσιώτης: Υπόμνημα στην Αποκάλυψη του Ιωάννου, σ. 218).
Κλείνοντας την μελέτη αυτή θα θέλαμε να παρακαλέσουμε τους εν Χριστώ αδελφούς να μην στρέφουν την προσοχή τους στις κερδοφόρες κινηματογραφικές παραγωγές του Χόλιγουντ σχετικά με τον Αντίχριστο, ούτε στα εκφοβιστικά κηρύγματα των φιλόδοξων ιδρυτών σεκτών, αλλά να θυμηθούμε μαζί τη ρήση του αποστόλου Παύλου.
«Και τώρα, αδελφοί, σας αφιερόνω εις τον Θεόν και εις τον λόγον της χάριτος αυτού, όστις δύναται να εποικοδομήση και να δώση εις εσάς κληρονομίαν μεταξύ πάντων των ηγιασμένων.» (Πράξ. 20:32)
Συμπέρασμα
Όλο το ιστορικό βιβλίο της Αποκάλυψης αφορά το τέλος / ολοκλήρωση των προφητειών της Π.Δ.
Συγκεκριμένα αφορά
Την οργή του Θεού επάνω στους απειθείς εκ των Ιουδαίων όπως περιγράφεται στο Λευιτικό κεφάλαιο 26.
Το τέλος των επουράνιων τύπων του τυπολατρικού ιουδαϊσμού και της βασιλείας του σαρκικού Ισραήλ.
Η περιγραφή του χαράγματος αφορούσε τον ιουδαϊκό λαό, ο οποίος βίωσε την περίοδο της μεγάλης θλίψης, και τον ιουδαϊκό πόλεμο (Δαν. 12 LXXA), όπου συντελέστηκε και το τέλος της Ιερουσαλήμ και του επίγειου ναού της.
Όσοι προσμένουν επανάληψη της ιστορικής βιβλικής περιγραφής, έχουν πέσει σε θρησκευτική πλάνη που συντηρείται από ανθρωποσύστατες εκκλησίες στερούμενες βιβλικών και ιστορικών γνώσεων.
Φεύγετε των θρησκειών, Χριστός η Ζωή ημών
<< Επιστροφή στην Αρχική σελίδα