Ο Γνωστικισμός, ο Πατερικός Μυθολογικός Χριστιανισμός και ο Βιβλικός Ιησούς
Συγγραφή: Ευάγγελος Δ. Κεπενές
Το παρόν είναι μέρος της εργασίας «Μυθολογικά και Ουτοπικά θρησκευτικά ιδεώδη από την ολοκλήρωση της Αποστολικής Διακονίας έως σήμερα» που δημοσιεύτηκε από www.aionios-diathiki.gr τον (Φεβρουάριο 19, 2020 και ώρα 23:59)
Γνωστικισμός
Ο όρος «Γνωστικισμός» είναι μεταγενέστερος και δηλώνει χριστιανίζουσα θρησκευτική τάση με πολλές διακλαδώσεις, που συνδύαζε αποκρυφιστικά, ειδωλολατρικά, μυθολογικά, αστρολογικά, φιλοσοφικά στοιχεία, καθώς και στοιχεία από την Παλαιά Διαθήκη (Π.Δ.) και την Καινή Διαθήκη (Κ.Δ.).
Ο Καθηγητής Κωνσταντίνος Σκουτέρης αναφέρει: «Με τον όρο, Γνωστικισμός, λογίζεται μια πολύπλοκη θρησκευτική κίνηση. Είναι μια έκφραση κυρίως του συγκριτικού πνεύματος των ελληνιστικών χρόνων. Ο Γνωστικισμός έχει να επιδείξει τον ελληνικό τρόπο σκέψης, τον περσικό δυισμό, τα ανατολικά μυστήρια, τη βαβυλωνιακή αστρολογία και οπωσδήποτε στοιχεία από την ιουδαϊκή γραμματεία. Τα παραπάνω στοιχεία ο Γνωστικισμός τα προσλαβάνει, τα αξιοποιεί και τα μεταλλάσσει σε ένα νέο προτεινόμενο σύστημα ζωής, μήνυμα σωτηρίας.» (Σκουτέρης όπ. π. 295-6)
Οι οπαδοί του, οι Γνωστικοί, ονόμαζαν εαυτούς ως «ομοουσίους» τῷ Θεῷ, όρος που απαντάται στους Ορφικούς[12], στον Ερμητισμό και στο ελληνορθόδοξο εκκλησιαστικό μυστικιστικό σύστημα. Δηλώνονταν γνήσιοι Χριστιανοί («ἐσμὲν ἐξ ἁπάντων ἀνθρώπων ἡμεῖς Χριστιανοὶ μόνοι»)[13] και ήταν σε αντιπαράθεση με το μυστηριακό πνευματικό μονοπώλιο της Καθολικής (ή Μεγάλης) Εκκλησίας, αν και είχαν πολλά κοινά σε θεολογικό και τελετουργικό επίπεδο.
Τα όσα είναι γνωστά για τη διδαχή και τις πρακτικές τους προέρχονται κυρίως από αντιπάλους εκκλησιαστικούς συγγραφείς (ή Πατέρες) όπως ο Ιππόλυτος Ρώμης, ο Κλήμης Αλεξανδρείας, ο Ειρηναίος Λυώνος, ο Ωριγένης και ο Επιφάνιος, καθώς και από τα κείμενα της βιβλιοθήκης του Ναγκ Χαμαντί που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή Χηνοβόσκιον της Αιγύπτου στα τέλη του 1945.
Ο χρόνος εμφάνισης των διαφορετικών σχολών των Γνωστικών είναι ασαφής. Το βέβαιο είναι ότι η «ψευδώνυμος γνώσις» (1 Τιμ. 6:20) που εκφραζόταν είτε με απόλυτη εγκράτεια (Εγκρατίτες) είτε με άκρατη ακολασία (Ελευθεριάζοντες), ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στις τάξεις των πρώτων Ιουδαιοχριστιανών, με τους οποίους οι Γνωστικοί συμποσίαζαν. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί ότι υπήρξε ιουδαϊκός Πρωτογνωστικισμός, με αντιλήψεις που προσέγγιζαν τα αρχαία Ερμητικά Κείμενα και την ελληνική Μυθολογία, μεταξύ των οποίων υπήρχε αμφίδρομη επιρροή.
Αμφιλεγόμενη είναι η άποψη ότι ίχνη Γνωστικισμού ανιχνεύονται στο ασκητικό μεσσιανικό κίνημα των Εσσαίων, που αυτοαποκαλούνταν «Υιοί του Φωτός» ή «Υιοί του Δικαίου» και κατήγγειλαν την αυταρχική θρησκευτικοπολιτική ιουδαϊκή εξουσία.
Οι λατρευτικές πράξεις των Γνωστικών συνοδεύονταν από επικλήσεις πνευμάτων, ύμνους ή άσματα με μουσική, προσευχές, δοξολογίες και εκστατικές ρήσεις (προφητείες, γλωσσολαλιά, ξόρκια). Έχοντας σαφή επιρροή του ορφικού μοτίβου «είμαι παιδί της Γης και του έναστρου ουρανού, το γένος μου είναι ουράνιο» αναζητούσαν τρόπους να επιστρέψουν στον ουρανό, που πίστευαν ότι ήταν η καταγωγή τους. Την ίδια αντίληψη αποτυπώνει με τον δικό του τρόπο και ο πυθαγόρειος Έλληνας φιλόσοφος Εμπεδοκλής (495-435 π.Χ.) στην φράση του: «Από τέτοια ύψη, από τέτοια δόξα, ξέπεσα σ’ αυτή τη δυστυχισμένη γη, και συμφύρομαι μ’ αυτά τα χυδαία δίποδα».
Οι εγκρατίτες Γνωστικοί αδιαφορούσαν για τα εγκόσμια και μη θέλοντας να παγιδέψουν και άλλους σε αυτόν τον ελαττωματικό κόσμο ασκούσαν την αγαμία, θεωρώντας ότι «το γαμείν και γεννάν από του σατανά είναι»[14]. Καταδίκαζαν την κρεοφαγία και την οινοποσία και επιδίδονταν στον ασκητισμό (στοιχεία που απαντώνται και στους Ορφικούς), τιμωρώντας έτσι την φυσική σάρκα, που τη θεωρούσαν φυλακή του πνεύματος και τη συνέδεαν με το κακό. Παράγωγα του Δυαλισμού των Γνωστικών ήταν ο δοκητισμός, ο ασκητισμός (η εγκράτεια), και ο αντι-ιουδαϊσμός που ήταν η ταύτηση του Θεού της Παλαιάς Διαθήκης με τον κακό δημιουργό του υλικού κόσμου.
Κατά τον Πλάτωνα ο περιορισμός της αθάνατης ψυχής σε ένα σώμα είναι το ίδιο με φυλάκιση σε τάφο (= σήμα στην αρχαία) «τάφος γαρ έστι το σώμα της ψυχής». Οι δε Ορφικοί σώμα εννοούσαν το νεκρό σώμα (το πτώμα) και το ζωντανό «δια το σώον (που δεν έχει υποστεί βλάβη) άμα συν αίματι Ον».
Αντίθετα με τους μετριοπαθείς, κάποιες τάσεις των Γνωστικών, όπως οι Ελευθεριάζοντες (ή Αντιτάκτες), υποστήριζαν τον Αντινομισμό (θεωρία που απορρίπτει τον ηθικό νόμο και προτάσσει την ελεύθερη βούληση) και συμμετείχαν σε σεξουαλικά λατρευτικά όργια. Θεωρούσαν την ακραία ακολασία ως το μέσο καταπολέμησης της κακής υλικής σάρκας, από την οποία έπρεπε να απελευθερωθεί η θεϊκή φύση (Οργιαστικός Γνωστικισμός), ενώ άλλοι προέβαιναν σε αυτοευνουχισμό που ήταν ακραία προσωπική επιλογή.
Ο Δοκητισμός των Γνωστικών
Στους κόλπους του Γνωστικισμού αναπτύχθηκε και η ιδέα του Δοκητισμού ( ο Ιησούς φαινομενικώς είχε σώμα και φαινομενικώς σταυρώθηκε), με εισηγητή τον Ιουδαιοχριστιανό Κήρινθο, με αιγυπτιακή παιδεία, που ήταν και ο εισηγητής του Χιλιασμού. Τον Δοκητισμό, με παραλλαγές, τον ασπάσθηκαν, εκτός από τους Κηρινθιανούς, οι περισσότερες γνωστικές ομάδες. Εικάζεται ότι στους Μεσσαλιανούς γεννήθηκε και η ιδέα της μεταβολής του σώματος του Χριστού άλλοτε σε υλικό και άλλοτε σε πνευματικό, ενώ οι Οφίτες έλεγαν ότι το αναστημένο σώμα του Ιησού ήταν ψυχικό και πνευματικό[15].
Η τριχοτόμηση του ανθρώπου
Οι βαλεντινιανοί, μερίδα των Γνωστικών, πίστευαν ότι ο άνθρωπος πλάστηκε από τρεις ουσίες, την ύλη (σωματικό), την ψυχή (ψυχικό) και το πνεύμα (πνευματικό) και ανάλογα με το πια επικράτησε κατατάσσονταν σε υλικούς, ψυχικούς και πνευματικούς[16].
Υλικοί (Χοϊκοί): Καταδικασμένοι.
Ψυχικοί (Ψυχικοί): (Οι μη-Γνωστικοί Χριστιανοί) Δυνατότητα σωτηρίας μέσω της πίστης και των έργων.
Πνευματικοί (Πνευματικοί): (Οι ίδιοι οι Γνωστικοί) Εγγυημένη σωτηρία μέσω της γνώσης.
Θεϊκή Δυαρχία των Γνωστικών
Η Θεογονία, Κοσμογονία και Ανθρωπογονία μεταξύ των Γνωστικών ήταν ποικίλη με βάση τον Πλουραλισμό και τη Δυαρχία:
Πλουραλισμός (Philosophical Pluralism): Η φιλοσοφική θεωρία ή αντίληψη που υποστηρίζει ότι η πραγματικότητα συγκροτείται από πολλαπλές, αυτοτελείς και ανεξάρτητες μεταξύ τους αρχές, χωρίς να υπάρχει στη βάση τους μια κοινή θεμελιώδης αρχή (π.χ. η αλυσίδα των Αιώνων).
Δυαρχία (Dualism): Η φιλοσοφική θεωρία που ερμηνεύει τον κόσμο με βάση δύο ανταγωνιστικές δημιουργικές αρχές / θεούς, μία κακή (η Ύλη/Δημιουργός) και μία αγαθή (ο Ύψιστος Θεός), εκ των οποίων προκύπτουν δύο ξεχωριστοί, ανόμοιοι και αντίθετοι μεταξύ τους κόσμοι: ο κακός αισθητός και ο πνευματικός ή νοητός.
Αυτές οι θέσεις είναι αντίθετες με την Βιβλική αφήγηση της Μίας Αρχής / Ενός Θεού (Μονοθεΐα), δια του οποίου κτίσθηκαν τα ορατά και τα αόρατα.
«Καὶ φωτίσαι τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ θεῷ τῷ τὰ πάντα κτίσαντι.» (Εφ. 3:9, Κολ. 1:16)
Ο Στωικισμός
Εκτός από τον μεταφυσικό ανταγωνιστικό δυϊσμό που συναντάμε στον Γνωστικισμό, Ζωροαστρισμό, Ορφισμό και Πυθαγορισμό (π.χ., Καλό/Κακό, Φως/Σκοτάδι, Ψυχή/Σώμα), στον Στωικισμό είχε αναπτυχθεί η έννοια της φυσικής δυαδικότητας των δύο αδιαχώριστων αρχών (Ενεργό/Παθητικό), η οποία είναι συνεργατική και μονιστική σε αντίθεση με τον ανταγωνιστικό δυϊσμό, και στην οποία θα αναφερθούμε για τον σκοπό της παρούσας μελέτης.
Οι Στωικοί (Φιλόσοφοι της «Ποικίλης Στοάς», περ. 300 π.Χ. – 250 μ.Χ.), που είχαν ως αρχή το «ὁμολογουμένως τῇ φύσει ζῆν», δηλαδή «να ζει κανείς σύμφωνα με την φύση» που ισοδυναμεί με το να ζει κανείς ενάρετα (κατ᾽ ἀρετὴν ζῆν), εκπροσωπούνταν από τρεις τάσεις.
Επηρεασμένοι από τον Ηράκλειτο που θεωρούσε «ως ουσίᾳ τῆς εἱμαρμένης τὸν Λόγον, ὅς διαποτίζει τὴν οὐσίαν τοῦ σύμπαντος» και από τον Ερμητισμό όπου «ο Θωθ είναι ο Λόγος που διαποτίζει και διαπερνά τα πάντα»[17], πίστευαν ότι υπάρχουν δύο αρχές στο σύμπαν:
Η Ενεργητική: Ο Θεός ή Λόγος («τὸ ποιοῦν»).
Η Παθητική: Η Ύλη («τὸ πάσχον»).
Θεϊκές Αρχές και Πανθεϊσμός
Ο Λόγος, που ενυπήρχε μέσα στην Ύλη (ενδοκοσμικός ή ενδοσυμπαντικός Θεός), δημιούργησε μέσω αυτής τα όντα, διατηρώντας την ενότητά τους και την αιώνια τάξη. Για τους Στωικούς ο Θεός είναι ταυτόχρονα το κάθε τι στη φύση (Πανθεϊσμός) και όλα μαζί είναι ο Θεός (Υλιστικός Μονισμός). Η δυαδικότητα στον Στωικισμό είναι μία εσωτερική, λειτουργική διάκριση εντός της ενιαίας ουσίας (Ενεργό στοιχείο μέσα στο Παθητικό) και όχι μία διάκριση μεταξύ δύο χωριστών κόσμων, και είναι:
Φυσική (Υλιστική): Και οι δύο αρχές (Ενεργός/Παθητική) είναι, τελικά, υλικές.
Συνεργατική: Οι δύο αρχές δεν συγκρούονται, αλλά συνυπάρχουν και συνεργάζονται. Η Ενεργός Αρχή (Λόγος/Πνεύμα) δρα μέσα στην Παθητική Αρχή (Ύλη) για τη δημιουργία της κοσμικής τάξης.
Ειμαρμένη, Ψυχή και Αστρολογία
Οι Στωικοί πίστευαν στην Ειμαρμένη και τη Θεία Πρόνοια και έλεγαν ότι ο άνθρωπος συνδέεται με την Παγκόσμια Ψυχή μέσω μιας εσωτερικής προσωπικής θεότητας, που ήταν ο «Δαίμων ἑαυτοῦ». Κατά συνέπεια, υπήρχε αλληλοεπίδραση των ουρανίων και των επιγείων όντων («η Αρχή της Συμπάθειας»). Η άποψη αυτή συγγενεύει με την Χαλδαϊκή Αστρολογία και Θεουργία και ήταν το υπόβαθρο για τις αστρολογικές προβλέψεις και τη μαντεία.
Ο Γάλλος φιλόσοφος Jean-Baptite Goourinat και στο βιβλίο του "Οι Στωικοί για την Ψυχή" αναφέρει: "Οι Στωικοί στην αρχαιότητα είχαν θεωρηθεί ότι αντιτίθενται στον Πλάτωνα επειδή δεν πίστευαν στην μετενσάρκωση και στην αθανασία της ψυχής (SVF, II.814-17), αλλά και στον Επίκουρο, επειδή δεν πίστευαν στην ολοκληρωτική εξαφάνιση της ψυχής κατά τον θάνατο. Κατ΄αυτούς, μόνο οι ψυχές των άλογων ζώων πεθαίνουν μαζί με το σώμα τους: για τις έλογες ψυχές, το τέλος της ανάμιξης τους με το σώμα δεν σημαίνει την ταυτόχρονη εξαφάνιση των στοιχείων που τις συνθέτουν. Η ψυχή χωρίζεται από το σώμα και επιβιώνει για ένα διάστμα υπό "ελαττωμένη" μορφή ύπαρξης. Κατά τον Χρύσιιππο, η ψυχή παίρνει τότε μορφή σφαιρική και, σύμφωνα με ορισμένους Στωικούς, οι ψυχές που θα αντέξουν περισσότερο περιπλανώνται στα αστέρια ή γύρω από την σελήνη. Μόνο του σοφού η ψυχή επιβιώνει για πολύ, πριν εξαφανιστεί στην περιοδική "εκπύρωση" του σύμπαντος. Αποτελεί δηλαδή διδασκαλία των Στωικών ότι το θείο πυρ, που εμψυχώνει το σύμπαν, κατά περιόδους το αναφλέγει: τότε το σύμπαν ξαναγεννιέται (Παλιγγενεσία) και όλα αρχίζουν πάλι να κινούνται στο ρυθμό μιας αιώνιας ανακύκλησης".
Ο Στωικός Χρύσιππος ορίζει την ψυχή ως «πνοή ἔμφυτος ἡμῖν, συνεχὴς, διήκουσα δι' ὅλων τῶν μερῶν τοῦ σώματος»[18] (δηλαδή: «πνοή έμφυτη μέσα μας, αδιάσπαστη, που διατρέχει όλα τα μέρη του σώματος»). Αυτή την «ψυχική πνοή» (ή Πνεῦμα), οι Στωικοί την κατέτασσαν σε οκτώ μέρη (οκταμερής ψυχή): το Ηγεμονικόν (ή Διάνοια / Νους), που ήταν και το κέντρο όλων, τις πέντε Αισθήσεις, το Σπερματικόν (γονική δύναμη) και το Φωνητικόν (λόγος).
Η Εκπύρωση και ο κυκλικός Χρόνος
Αξιοσημείωτο είναι ότι η δοξασία της «Παλιγγενεσίας» του Ηρακλείτου και των Στωικών, οι οποίοι υποστήριζαν την «κυκλική πορεία του σύμπαντος προς την αιωνιότητα» μέσω επαναλαμβανόμενων πανομοιότυπων αναγεννήσεων των ορατών (eternal recurrence), που λάμβαναν χώρα μετά από κάθε Εκπύρωση[28], είχε και έχει επίδραση στα περισσότερα θρησκευτικά και φιλοσοφικά συστήματα.
Επίδραση στην Γνωστική Εσχατολογία
Η σωτηρία των Πνευματικών ανθρώπων και η επιστροφή τους στο Πλήρωμα του Θεού θα σημάνει το τέλος της εξουσίας του Δημιουργού των ορατών (Ιαλδαβαώθ) και των αρχόντων του. Στο τέλος του κόσμου, ο υλικός , ελαττωματικός κόσμος θα καταστραφεί (με εκπύρωση ή διάλυση), καθώς δεν έχει καμία αξία.
Επίδραση στην Πατερική ή Ελληνορθόδοξη Σκέψη
Επέδρασε επίσης και στην Πατερική ή Ελληνορθόδοξη Σκέψη, η οποία διέσωσε και συνέχισε το κλασικό ελληνικό πνεύμα (Α’ Πατρ. Παπαδόπ. σελ. 69), με τη διαφορά ότι η τελευταία υποστηρίζει την «ευθύγραμμη πορεία του σύμπαντος» και προσμένει γεγονότα που νομοτελειακά θα επιφέρουν, δια του πυρός, το τέλος της ιστορίας των αισθητών και τη συνέχειά τους σε άλλη μορφή .
Επίδραση στην Σύγχρονη Κοσμολογία
Ακόμα, επέδρασε και διαμόρφωσε τη σύγχρονη «Σύμμορφη Κυκλική Κοσμολογία» ορισμένων αστροφυσικών (Conformal Cyclic Cosmology ή CCC), οι οποίοι θεωρούν το Πυρ ως την αποκορύφωση της ζωτικής δύναμης που θα επιφέρει το τέλος του σύμπαντος, για να ακολουθήσει μία νέα Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang) που θα δημιουργήσει ένα νέο σύμπαν.
Οι επιδράσεις της «Παλιγγενεσίας» του Ηρακλείτου και των Στωικών καταργούν την αιωνιότητα του Ευαγγελίου της Σωτηρίας και αποδυναμώνουν τη δύναμή του και την «εν Χριστώ» τελειότητα του ανθρώπου στην εδώ επίγεια ζωή, καθώς και τη ζωοποιό δύναμη του επουράνιου ανθρώπου Ιησού, ο οποίος ενεργεί την Παλιγγενεσία (Τίτ. 3:5) εδώ και τώρα (νέο πνευματικό άνθρωπο / νέα πνευματική κτίση / νέο πνευματικό λαό). Αλλοιώνουν έτσι το αγαθό αιώνιο σχέδιο του Θεού για τον εκ φύσεως θνητό χοϊκό άνθρωπο, το οποίο είχε προαποφασίσει σύμφωνα με την ευαρέσκειά Του (Εφ. 1:9) και εμπαίζουν τον Θεό ο οποίος «τα πάντα εν σοφία εποίησε». (Ψαλμ. 104:25)
Ανθρωπολογική Δυαρχία των Γνωστικών και η Βίβλος
Παράγωγο της θεϊκής δυαρχίας των Γνωστικών και λοιπών φιλοσοφικών συστημάτων είναι η ανθρωπολογική δυαρχία, η οποία διχάζει τον άνθρωπο σε δύο στοιχεία, το αισθητό θνητό σώμα και την νοερά αθάνατη ψυχή (την προ-υπάρχουσα κατά τους Χαλδαίους, τον Πλάτωνα, τον Φίλωνα ο οποίος προσπάθησε να συνδέσει τον Πλατωνισμό με την Ιουδαϊκή σκέψη κ.ά.). Κατά συνέπεια ο άνθρωπος είναι μέτοχος και των δύο αρχών και της Καλής και της Κακής και εάν αποδράσει από το σώμα που μετέχει της Κακής αρχής, σώζεται. Η ιδέα αυτή αντιτίθεται στην βιβλική αφήγηση, όπου «ψυχή» εννοείται η εκ του ενός Ζωοδότη Θεού προέλευση της ζωής, που υπάρχει σε κάθε ζωντανό κτίσμα, χωρίς την πλατωνίζουσα διάκριση των Γνωστικών οι οποίοι υιοθέτησαν και ριζοσπαστικοποίησαν αυτή τη δυαρχία, θεωρώντας το υλικό σώμα ως δημιούργημα ενός κατώτερου θεού (Δημιουργού) και την ψυχή ως σπινθήρα του αληθινού, ανώτερου Θεού, που πρέπει να «αποδράσει» μέσω της γνώσης.
Ρωτώντας ο Θεός τον Ιώβ του λέει: «ἦ σὺ λαβὼν γῆν πηλὸν ἔπλασας ζῷον καὶ λαλητὸν αὐτὸν ἔθου ἐπὶ γῆς» (38:14 LXXA). Κατά την εβραϊκή Βίβλο λοιπόν, η «ψυχή» δεν αναφέρεται σε ένα μόνο τμήμα της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά σημαίνει τον ολόκληρο άνθρωπο, ως ενιαία ζωντανή υπόσταση «και εγένετο ο (χοϊκός) άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν», που στην πορεία καθυποτάχθηκε από τον εχθρό του ανθρώπου τον θάνατο «εβασίλευσε ο θάνατος» (Γεν. 2:7, Ρωμ. 5:14-17) και του αφαιρέθηκε το δικαίωμα να φάει από το δένδρο της ζωής. Αντιθέτως στην πλατωνική ανθρωπογνωσία ο θάνατος του σώματος είναι φίλος του ανθρώπου γιατί επιτρέπει στην αθάνατη ψυχή να ελευθερωθεί και να επιστρέψει τελικά στην ουράνια κατάστασή της.
Χαρακτηριστικό είναι ένα επιτάφιο επίγραμμα του Ιεροφάντου όπου αναφέρει ότι: «Ωραία πραγματικά απόκρυφη διδασκαλία (μας μεταβιβάσθηκε) από τους Θεούς. Ότι ο θάνατος, όχι μόνο δεν είναι επιζήμιος για τους ανθρώπους, αλλά αντίθετα είναι ωφέλιμο πράγμα». Πηγή
Την βεβαίωση ότι ο πρώτος θνητός άνθρωπος εκ της γης ήταν ψυχοσωματικός (ολιστικός) και όχι δυϊκός (ψυχή και σώμα) το επιβεβαιώνει και ο Επιφάνιος: «Και γαρ απ΄ αρχής Αδάμ τη έκτη ημέρα πλασθείς από γης και λαβών το εμφύσημα εζωογονήθη.» (Επιφανίου, Πανάριον κεφ. 4)
Σε Αντίθεση με την Πλατωνική Αντίληψη περί Αθανασίας της Ψυχής η Βίβλος Διδάσκει ότι η Ψυχή Πεθαίνει.
«ὅτι πᾶσαι αἱ ψυχαὶ ἐμαί εἰσιν ὃν τρόπον ἡ ψυχὴ τοῦ πατρός οὕτως καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ υἱοῦ ἐμαί εἰσιν ἡ ψυχὴ ἡ ἁμαρτάνουσα αὕτη ἀποθανεῖται.» (Ιεζ. 18:4)
«Καὶ ἐπὶ πάσῃ ψυχῇ τετελευτηκυίᾳ οὐκ εἰσελεύσεται ἐπὶ πατρὶ αὐτοῦ οὐδὲ ἐπὶ μητρὶ αὐτοῦ οὐ μιανθήσεται.» (Λευ. 21:11 Ο΄)
«Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω.» (Ρωμ. 13:1)
«ἀποστείλας δὲ Ἰωσὴφ μετεκαλέσατο Ἰακὼβ τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ πᾶσαν τὴν συγγένειαν ἐν ψυχαῖς ἑβδομήκοντα πέντε.» (Πράξ. 7:14)
«[…] λέγων ἐγερθεὶς παραλάβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασιν γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου.» (Ματθ. 2:20)
«Και εἶπεν Σαμψών αποθανέτω ψυχή μου μετὰ ἀλλοφύλων.» (Κρ. 16:30)
«Καὶ ὃς ἂν πατάξῃ κτῆνος καὶ ἀποθάνῃ ἀποτεισάτω (=να ανταποδώσει) ψυχὴν ἀντὶ ψυχῆς.» (Λευ. 24:18)
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι εβραϊκές βιβλικές αναφορές και ο αντιαιρετικός Επιφάνιος, αντικρούουν την πλατωνίζουσα Ανατολική πίστη περί αθανασίας της ψυχής, όπως αυτή διατυπώνεται και σε νεκρώσιμη ακολουθία (Εξοδιαστικό) ιερομονάχων του 16ου αιώνα.
«Ο Θεός ημών ο δημιουργός και ευεργέτης απάσης της κτίσεως ο κατασκευάσας τον άνθρωπον εκ σώματος αισθητού τε και χοϊκού και νοεράς και αθανάτου ψυχής …»[19].
Ο Αριστοτέλης ομοίως αντικρούει τον Πλάτωνα λέγοντας ότι: «Ότι μεν ούν ουκ έστιν η ψυχή χωριστή του σώματος, ή μέρη τινά αυτής – ή μεριστή πέφυκεν – ουκ άδηλον», (δηλαδή: "είναι σαφές πως η ψυχή δεν είναι χωριστή από το σώμα, ούτε κάποια μέρη της είναι διαιρετά")[20]
Το δόγμα της «αθανασίας της ψυχής» είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη δοξασία της μετεμψύχωσης, όπου η ψυχή μετά τον θάνατο του σώματος αναχωρεί και εισέρχεται σε άλλο σώμα (ανθρώπου, ζώου ή φυτού), μέχρι να γίνει η κάθαρσή της και να επιστρέψει στην προ της πτώσεώς της κατάσταση.
Η άποψη αυτή, μαζί με την πλατωνίζουσα «χριστιανική» άποψη ότι ο «θνητός» άνθρωπος έχει μέσα του μία νοερά αθάνατη υπόσταση που είτε θα απολαύσει μακαριότητα είτε θα βασανίζεται αδιαλείπτως από τον δήμιο «τριαδικό Θεό» μετά τον θάνατο του σώματος, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον όρο «θνητός» και με την αποστολική ρήση ότι ο Θεός είναι «ο μόνος ἔχων ἀθανασίαν» (Α' Τιμ. 6:16), καθώς και με το χωρίο: «Δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν» (Α' Κορ. 15:53).
Ο Θεός, λοιπόν, σύμφωνα με τις (επηρεασμένες από τον Πλατωνισμό) θρησκευτικές απόψεις, έπλασε τον άνθρωπο με σκοπό να τον βασανίζει αιωνίως εάν δεν υποταχθεί στις τρεις υποστάσεις του και στο θέλημά Του.
Το Πλήρωμα του Θεού κατά τους Γνωστικούς
Κατά την εκδοχή του Αιγύπτιου Βαλεντίνου, ενός εκ των θεωρουμένων «πατέρων» του Γνωστικισμού, στον αρχέτυπο κόσμο, που χαρακτηρίζεται από την ευταξία μέσα στο πλήρωμα, εκπορεύτηκαν εκ του Αληθινού, Άρρητου, Αγαθού και Υπερβατικού Θεού τριάντα (30) πνευματικές οντότητες, οι «Αιώνες» (Aiones), με ιεραρχική τάξη. Αυτοί γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ του άπειρου Θεού και του υλικού κόσμου. Αυτή η διαδικασία εκπόρευσης εξηγεί το πώς το Άπειρο παράγει το Πεπερασμένο χωρίς να μειωθεί ή να αλλοιωθεί. Σύμφωνα με τον Ειρηναίο η αρχέγονη κατάσταση ή Αιών ονομάζεται Βυθός ή Προπάτωρ. Μετά από αιώνες σιωπής και ακινησίας προβάλει σπόρο, τον οποίο δέχεται η σύντροφος Σιγή ή Έννοια ή Χάρις και ξεκινά η παραγωγή των υπόλοιπων Αιώνων.
Οι Αιώνες δημιούργησαν ερωτικά ζεύγη, τις «αρρενοθήλειες ενότητες» (συζυγίες) σε τρεις τριάδες: 8 Αιώνες (Ογδοάδα), 10 Αιώνες (Δεκάδα) και 12 Αιώνες (Δωδεκάδα), συνολικά 30 Αιώνες. Η έννοια των «αρρενοθήλειων ενοτήτων» ή Συζυγιών είναι θεμελιώδης, καθώς τονίζει την αρμονική συμπληρωματικότητα και ισορροπία εντός του Θείου Κόσμου. Από τους 30 Αιώνες προήλθαν άλλοι κατώτεροι ιεραρχικά Αιώνες. Όλοι οι Αιώνες συγκροτούσαν το Πλήρωμα (Pleroma) του Θεού.
Η εκδοχή του Βαλεντίνου για το Πλήρωμα του Θεού συγγενεύει:
α) με τις εκπορεύσεις «Σεφιρότ» που αναφέρουν τα απόκρυφα κείμενα της Καμπάλα και το καμπαλιστικό «δένδρο της ζωής». β) με το Λάβδωμα ή Τετρακτύς των Πυθαγορείων και το αρχαιοελληνικό «δένδρο της ζωής». γ) με τη Θεογονία του Ησίοδου, σύμφωνα με τον Επιφάνιο.
Καμπάλα (Σεφιρότ): Τα Σεφιρότ είναι οι δέκα εκπορεύσεις μέσω των οποίων ο άπειρος Θεός (Εν-Σοφ) αποκαλύπτεται και δημιουργεί αδιάκοπα τόσο τη φυσική όσο και τη μεταφυσική σφαίρα, τα οποία είναι περίφημα διατεταγμένα στο Καμπαλιστικό Δέντρο της Ζωής.
Πυθαγόρειοι (Τετρακτύς): Η Τετρακτύς είναι ένα τριγωνικό σχήμα δέκα σημείων διατεταγμένων σε τέσσερις σειρές (1+2+3+4=10), που αντιπροσωπεύει τα τέσσερα στοιχεία, την οργάνωση του χώρου και την τελειότητα του αριθμού δέκα, συμβολίζοντας τον κόσμο και την πηγή της αρμονίας.
Η Θεογονία του Ησίοδου: Ενώ η Θεογονία είναι μια μυθολογική γενεαλογία των θεών, ο Επιφάνιος (ένας πρώιμος Πατέρας της Εκκλησίας που έγραφε το Κατά Αιρέσεων) πιθανότατα τόνισε αυτή τη σύνδεση για να δείξει ότι το σύστημα των εκπορευμένων όντων του Βαλεντίνου ήταν παράγωγο του ειδωλολατρικού μύθου, αντί για μια μοναδική χριστιανική αποκάλυψη.
Ο «Αιώνας Ιησούς» των Γνωστικών
σ.σ. «Αιώνες» στη γλώσσα των γνωστικών είναι τα ενδιάμεσα πνευματικά όντα, που γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ Θεού και ανθρώπων.
Ο τελευταίος Αιώνας του Πληρώματος, η Σοφία, δυσαρεστημένη για την κατάταξή της, επιθυμεί να ενωθεί με τον Άρρητο (Βυθό), την Πηγή των πάντων. Αυτή η παράνομη επιθυμία προκαλεί κρίση στο Πλήρωμα και οδηγεί στην εκβολή του Πάθους της, από το οποίο προκύπτει η Χθόνια Σοφία ή Αχαμώθ. Για να αποκατασταθεί η τάξη, ο Βυθός ζητά από τον πρώτο Αιώνα, τον Νου, να προβάλει δύο νέους Αιώνες, τον Χριστό και το Άγιο Πνεύμα, οι οποίοι διδάσκουν στους Αιώνες τα όριά τους και αποκαθιστούν τη σταθερότητα.
Η «Χθόνια Σοφία Αχαμώθ» εκβάλλεται από το Πλήρωμα του Θεού και γεννά τον κακό θεό, τον ερμαφρόδιτο Ιαλδαβαώθ ή Σάκλα (που σημαίνει Υιός του Χάους), τον οποίο παρουσίαζαν ως λεοντόμορφο Φίδι . Αυτός, μη γνωρίζοντας ότι υπάρχει άλλος Θεός ανώτερός του, δημιουργεί τον παρόντα υλικό, κατώτερο και ελαττωματικό κόσμο. Για τους Γνωστικούς αυτός ήταν ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης, θέση κατεξοχήν αντι-ιουδαϊκή, που τους οδήγησε να τιμούν τους απειθείς χαρακτήρες της βιβλικής αφήγησης. Για τους σύγχρονους θεόσοφους, ο Ιαλδαβαώθ είναι ο αληθινός τέλειος Όφις, ο επτακέφαλος θεός.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε όλες τις παραλλαγές των Γνωστικών μύθων, ανιχνεύεται η προ-εγκόσμια γέννηση του «Αιώνα Ιησού», που έχει πνευματική συγγένεια με την φιλοσοφική «πατερική σκέψη» της προ-εγκόσμιας και προαιώνιας ύπαρξης του Υιού, του δευτέρου προσώπου / Θεού, του Μυστηρίου της «Τρισυπόστατης Μονάδας», όπως ορίζεται στο σύμβολο της πίστεως «τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων». Σύμφωνα δε πάντα με την «πατερική σκέψη» ο Υιός αν και είναι «γεννητός» προ πάντων των αιώνων συγχρόνως είναι και «συναιώνιος» και «συνάναρχος» με τον Πατέρα, αν και είναι «ομοούσιος(ν) τω πατρί» συγχρόνως είναι και υπερούσιος !!!!
O Ορος "Υπερούσιος" στις Αρχαίες Θρησκείες και στον Ελληνοχριστιανισμό
«Υπερούσιος (=επέκεινα της ουσίας κείμενος) χαρακτηρίσθηκε από τους θεολογούντες των πρώτων μετά Χριστόν χρόνων ο Θεός (πατερικός Χριστιανισμός) (Ιουστίνος, Μέγας Αθανάσιος, Ιωάννης ο Δαμασκηνός κ.ά.).
Ως Υπερούσιος όμως, ανυμνείται από τους υμνογράφους της κρατικής Χριστιανικής Εκκλησίας και ο Ιησούς Χριστός το δεύτερο πρόσωπο της μυθολογικής Τριαδικής Θεότητας «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει ... κλπ.»[21].
Στους Νεοπλατωνιστές, οι οποίοι είχαν αποδεχτεί το δόγμα του ζωροαστρικού δυισμού[22], ανήκει και το έργο του Ιάμβλιχου «περί Αιγυπτίων μυστηρίων» όπου αναφέρεται ότι από τον Ένα υπερβατικό θεό ξεπρόβαλε ένας δεύτερος θεός (ο Νους) που ήταν «προούσιος και αρχή της ουσίας (των όντων)»[23] και ο θεός των υποδεέστερων ενδιάμεσων θεών (δηλαδή ο πρώτος δημιουργός του νοητού/αοράτου κόσμου).
Προούσιος = ο προ πάσης ουσίας (ύλης) υπάρχων (Lexigram)
Οι καθηγητές της φιλοσοφίας Βασίλης Κάλφας και Γιώργος Ζωγραφίδης αναφέρουν ότι:
«Στην κρυπτική έκφραση ἐπέκεινα τῆς οὐσίας στηρίχθηκε η πεποίθηση ότι ο Πλάτων ανέπτυξε μια «άγραφη» φιλοσοφία, μαθηματικής έμπνευσης, μόνο για τους μυημένους της Ακαδημίας, συστατικό στοιχείο της οποίας είναι η οντολογική πρόταξη του Αγαθού (που ταυτίζεται με το Ένα), και η παραγωγή των Ιδεών και των μαθηματικών οντοτήτων από αυτό. Όπως και να έχουν τα πράγματα, η τοποθέτηση του Αγαθού ἐπέκεινα τῆς οὐσίας δεν παύει να σημαίνει και κάτι πιο απλό: ότι, για τον Πλάτωνα, όλη η γνώση έχει ηθική θεμελίωση, ότι η ηθική προηγείται της γνωσιολογίας»[24].
Κρυπτικός = ο επιτήδειος εις το κρύπτειν ή κρύπτεσθαι, κρυψίνους, υποκριτής (Λεξ. Σκαρλάτου Δ. Βυζαντίου)
Ο φιλοσοφικός κρυπτικός όρος υπερούσιος «επέκεινα της ουσίας» ή προούσιος που αναφέρεται στο δεύτερο δημιουργό θεό της αιγυπτιακής Μυθολογίας, στον Νεοπλατωνισμό και στο δεύτερο πρόσωπο/θεό της επιβεβλημένης «Τρισυπόστατης Μονάδας» της ελληνορθοδοξίας, είναι ανύπαρκτος στην «αποστολική σκέψη», το αντίπαλο στρατόπεδο της «πατερικής σκέψης». Η «πατερική σκέψη» αποκρυστάλλωσε και ερμήνευσε όχι τους Αποστόλους αλλά την εξελιγμένη «Νεοπλατωνική σκέψη» η οποία θέτει ως δημιουργό των όντων ένα δεύτερο «προούσιο» θεό που προβλήθηκε από τον Πρώτο.
Οι Πατέρες ως Φιλόσοφοι
Οι πρώτοι Χριστιανοί απολογητές και Πατέρες (όπως ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας και οι Καππαδόκες Πατέρες) χρησιμοποίησαν συνειδητά ελληνιστικές φιλοσοφικές έννοιες για να εκφράσουν τη χριστιανική αποκάλυψη σε ένα μορφωμένο ελληνιστικό κοινό, και η επίδραση του Πλατωνισμού/Νεοπλατωνισμού (ειδικά στις έννοιες του Λόγου ως δεύτερου Θεού/Αρχής, της Ουσίας και της Υπόστασης) είναι αδιαμφισβήτητη.
Ο όρος "Υπερούσιος" γεφυρώνει την αρχαία φιλοσοφική αναζήτηση της ύψιστης, μη προσδιορίσιμης αρχής (του Πλατωνικού Αγαθού/Νεοπλατωνικού Ενός) με τη ελληνοχριστιανική θεολογική ανάγκη να διατυπωθεί η απόλυτη υπερβατικότητα και ακαταληψία της Θείας ουσίας με σκοπό να γίνει αποδεκτεί η νέα Θρησκεία στο ελληνιστικό κοινό της διανόησης παρουσιάζοντας αυτήν (την νέα θρησκεία) ως την πλήρωση της ελληνικής φιλοσοφικής αναζήτησης.
Η Ανθρωπογονία των Γνωστικών
Βοηθοί του κακού θεού ήταν τα ποιήματά του οι «Άρχοντες» ή οι 360 «Άγγελοι» σύμφωνα με τους Σηθιανούς, οι οποίοι και έπλασαν τον βιβλικό χοϊκό Αδάμ (= άνθρωπο), κατά την εικόνα του αρχέτυπου ερμαφρόδιτου τέλειου και μεγαλώνυμου πνευματικού ανθρώπου[25], που ήταν η αντανάκλαση του επίσης αρρενοθήλυ ή άφυλου υπέρτατου θεού τον οποίον ονόμαζαν Μητροπάτορα (= Μητέρα και Πατέρα όλων) και ήταν o Πιγεραδάμας ή Γεραδάμας. Για τους Ναασηνούς ο αρχέτυπος άνθρωπος ήταν τριφυής (σώμα, ψυχή, πνεύμα) και τον ονόμαζαν Αρχάνθρωπο ή Άνωθεν άνθρωπο ή Αδάμαντα. Οι Μανιχαίοι τον ονόμαζαν «Πρώτο Άνθρωπο» ο οποίος έπεσε θύμα του σκότους. Οι Καμπαλιστές και οι σύγχρονοι θεοσοφιστές Νεογνωστικοί, τον ονομάζουν Αδάμ Κάδμων. Και στην ελληνική Μυθολογία όπου περιγράφονται τα «αρχέγονα ελληνικά μυστήρια» τον ονομάζουν Πρατόλαο.
Ο Ιαλδαβαώθ με την άδεια της μητέρας του «Σοφία Αχαμώθ», κενώνεται από την δύναμή του εμφυσώντας στον χοϊκό Αδάμ πνοή ζωής, η οποία όμως περιείχε τα θεϊκά στοιχεία της μητέρας του. Έτσι ο άνθρωπος απέκτησε θεία σπίθα και συνείδηση θεϊκής καταγωγής από το πλήρωμα της θεότητας, την οποία όμως ο Ιαλδαβαώθ την φυλάκισε με τα δεσμά της λήθης. Η μόνη ελπίδα «αυτοσωτηρίας» του ανθρώπου ήταν η αφύπνιση της εσωτερικής θείας σπίθας, μέσω της απόκρυφης ενορατικής γνώσης και η ανάκτηση της μνήμης της, θέση συγγενής με τους σύγχρονους θεόσοφους και τον Πλάτωνα που δίδασκε ότι «η γνώση είναι ανάμνηση».
Η θεία σπίθα των Γνωστικών συγγενεύει και με τον μύθο του Τιτάνα Προμηθέα, ποιητή του ανθρώπου από πηλό και φωτιά, που περιέγραφε την μαγική εκείνη στιγμή, που ανεφλέγει πνευματικά, με την βοήθεια της θεάς της σοφίας Αθηνάς, η νοητική σπίθα στον άνθρωπο, διακρίνοντας τον από το υπόλοιπο «άλογο» ζωικό βασίλειο[26].
Η Ενσάρκωση / Incarnation του «Αιώνα Ιησού» κατά τους Γνωστικούς
Στην συνέχεια ο Γνωστικός «πατέρας» Βαλεντίνος μας παραδίδει την ακόλουθο ψευδή γνώση: Ο Αιώνας Ιησούς (ή Σωτήρας, δημιουργημένος από όλους τους Αιώνες ως προσφορά), ενσαρκώνεται, ντύνεται δηλαδή με υλικό σώμα, και αποκτά δεύτερη φύση αυτή του τέλειου ανθρώπου Ιησού (ο οποίος είναι το σπέρμα της Γνώσης)
Η «σκέψη» του Βαλεντίνου, συγγενεύει με την «σκέψη» των Απολογητών που έλεγαν: «η δε πρώτη δύναμις μετά τον Πατέρα πάντων και Δεσπότην Θεόν και υιός ο λόγος εστίν ος τίνα τρόπον σαρκοποιηθείς άνθρωπος γέγονεν»[27], καθώς και με την αποκαλυπτική «πατερική σκέψη» της ενσάρκωσης του προ-υπάρχοντος Υιού σε τέλειο άνθρωπο.
Μετά ο Αιώνας Ιησούς εμφανίζεται στους ανθρώπους με την μορφή του ανθρώπου Ιησού (που ήταν η ενσάρκωση του Αιώνα Ιησού), στον οποίον και είχε ενοικήσει (ο Αιώνας Χριστός, βλ. επεξήγηση) κατά την βάπτιση του στον Ιορδάνη ποταμό, με σκοπό να τους επαναφέρει στο πνευματικό φως και στη συνέχεια εγκαταλείπει τον άνθρωπο Ιησού, πριν την σταύρωση του. Ο σταυρικός θάνατος του Ιησού, για τους Γνωστικούς δεν σώζει, αλλά ήταν η απελευθέρωση του Αιώνα Ιησού από το υλικό του σώμα.
Επεξήγηση των Αιώνων "Χριστός" και "Άγιο Πνεύμα" στον Βαλεντινιανισμό
«Η σχέση μεταξύ του Αιώνα Χριστού και του Αγίου Πνεύματος στον Γνωστικισμό (ιδιαίτερα στον Βαλεντινιανισμό) είναι μία σχέση συμπληρωματικότητας και όχι άμεσης ταυτότητας. Ενώ και οι δύο είναι Αιώνες που εκπορεύονται από το Πλήρωμα (Pleroma), συχνά αποτελούν ένα ζεύγος (Συζυγία) ή αντιπροσωπεύουν δύο διακριτές, αλλά συμπληρωματικές, σωτήριες δυνάμεις. Ο Αιώνας Χριστός (Σωτήρ) είναι γενικά η οντότητα που είναι υπεύθυνη για τη σταθεροποίηση του Πληρώματος και την είσοδο στον άνθρωπο Ιησού για να φέρει τη Γνώση (Gnosis). Το Άγιο Πνεύμα, ή ο Αιώνας Πνεύμα, θεωρείται συχνά μία ξεχωριστή, συγ-εκπορευόμενη δύναμη, ο πρωταρχικός ρόλος της οποίας είναι να συνδράμει στην πνευματική τελείωση και τη διαδικασία σωτηρίας των εκλεκτών, λειτουργώντας συχνά ως η νοητική αρχή που καθοδηγεί το άτομο προς τη Γνώση.»
Σκοπός του Ενσαρκωμένου Αιώνα Ιησού ήταν:
Η αφύπνιση και σωτηρία της εκπεσούσης ψυχής, του θείου στοιχείου του ανθρώπου, μέσω της διαφώτισης του Αιώνα Ιησού, που το πετύχαιναν οι «πνευματικοί» ανακτώντας την μνήμη των προτέρων. Έτσι οι «πνευματικοί» δια της γνώσεως αυτοσώζονται, γίνονται δηλαδή Γνωστικοί και εισέρχονται στο πλήρωμα του θεού.
Η αποκατάσταση της ενοφυλίας ή αφυλίας κατά το αιώνιο αρχέτυπο του ερμαφρόδιτου ή άφυλου πνευματικού ανθρώπου (ή Αδάμαντος) ο οποίος ήταν η αντανάκλαση του υπέρτατου αρρενοθήλυ ή άφυλου Μητροπάτορα θεού. Η είσοδός τους στο πλήρωμα του Θεού θα επιτρέψει την επανένωσή τους με τα ουράνια "έτερά τους ήμισυ" για να σχηματίσουν ζεύγη (συζυγίες), αποκαθιστώντας έτσι τη δυαδική ισορροπία που χάθηκε με την πτώση της Χθόνιας Σοφίας ή Αχαμώθ.
Η κατάλυση της εξουσίας του κακού θεού της Π.Δ. Η σωτηρία των πνευματικών ανθρώπων θα σημάνει το τέλος της εξουσίας του Δημιουργού (Ιαλδαβαώθ) και των αρχόντων του. Στο τέλος του κόσμου (Γνωστική Εσχατολογία), ο υλικός , ελαττωματικός κόσμος θα καταστραφεί (με εκπύρωση ή διάλυση), καθώς δεν έχει καμία αξία.
Η καταστροφή του ελαττωματικού υλικού κόσμου και των «σαρκικών / υλικών» ανθρώπων μέσω της εκπύρωσης ή μέσω διάλυσης.
Η αποβολή των «ψυχικών» εκ του θείου πληρώματος.
Η αποκατάσταση της θείας τάξης, εντός του πληρώματος του θεού.
Ο άνθρωπος λοιπόν, Ιησούς Χριστούς ο οποίος ήταν η «ενσάρκωση του Αιώνα Ιησού» παρέχει την γνώση για την αυτοσωτηρία των «πνευματικών» ανθρώπων, και διασώζει /αποκαθιστά και το «θείο πλήρωμα».
Ενσάρκωση
Οι Γνωστικοί ασχολούνταν με την αρχαία Φιλοσοφία και Μυθολογία, την οποία και είχαν ως δεξαμενή σκέψης. Έτσι είχαν υιοθετήσει την αντιβιβλική άποψη της ενσάρκωσης και μετενσάρκωσης, που ήταν πάγια διδασκαλία των Ορφικών, των Πυθαγόρειων, των Πλατωνικών, των λατρών του Διόνυσου κ.ά., που πίστευαν, ότι οι αθάνατες ψυχές των ανθρώπων ήταν πνεύματα, που εξέπεσαν από τον ουρανό στην γη (κάθοδος της ψυχής εντός της ύλης) λόγω ακαθόριστης αμαρτίας και για τιμωρία ενσαρκώθηκαν, ντύθηκαν δηλαδή με υλικό σώμα και έκτοτε το ζητούμενο είναι ο εξαγνισμός μέσω πολλών μετενσαρκώσεων και η αποκατάσταση στην αρχική τους προέλευση. Η πτώση της ψυχής από την ουράνια μακαριότητα μέσα στο γήινο σώμα, συμβολίζεται κατά τον Ιουδαίο φιλόσοφο Φίλωνα, από τους δερμάτινους χιτώνες, που έδωσε ο Θεός στον Αδάμ και στην Εύα να φορέσουν, πριν τους εκβάλει, από τον Κήπο της Εδέμ. Κατά τον ίδιο, η εκπεσούσα ψυχή και η φυλάκιση της στο γήινο σώμα μοιάζει με την υποδούλωση των Εβραίων στην Αίγυπτο και πρέπει να επιδιώκει την έξοδο της.
Γνωστικισμός, Πτώση και Ενσάρκωση
Ο Γνωστικισμός άντλησε ιδέες από την αρχαία Φιλοσοφία και Μυθολογία. Οι Γνωστικοί υιοθέτησαν την έννοια της ενσάρκωσης και της μετενσάρκωσης, η οποία ήταν μια κεντρική, διδασκαλία ρευμάτων όπως ο Ορφισμός, ο Πυθαγορισμός, ο Πλατωνισμός και η λατρεία του Διόνυσου ασύμβατη με τον Ιουδαιοχριστιανισμό.
Η κοινή πεποίθηση αυτών των ρευμάτων ήταν ότι οι αθάνατες ψυχές είναι πνεύματα που εξέπεσαν από την ουράνια μακαριότητα στην ύλη (η κάθοδος της ψυχής) λόγω μιας πρότερης αμαρτίας και, ως τιμωρία, ενσαρκώθηκαν (ντύθηκαν) με υλικά σώματα. Ως εκ τούτου, ο στόχος της ζωής είναι ο εξαγνισμός μέσω πιθανών πολλών μετενσαρκώσεων και η τελική αποκατάσταση στην αρχική τους πνευματική προέλευση.
Ο Ιουδαίος φιλόσοφος Φίλων ο Αλεξανδρεύς χρησιμοποίησε τη βιβλική αφήγηση για να συμβολίσει αυτήν την πτώση:
Η πτώση της ψυχής από τον ουρανό μέσα στο γήινο σώμα συμβολίζεται από τους "δερμάτινους χιτώνες" που έδωσε ο Θεός στον Αδάμ και την Εύα να φορέσουν, πριν τους εκδιώξει από τον Κήπο της Εδέμ.
Κατά τον ίδιο, η φυλάκιση της εκπεσούσας ψυχής στο υλικό σώμα μοιάζει με την υποδούλωση των Εβραίων στην Αίγυπτο, γι' αυτό και η ψυχή πρέπει να επιδιώκει την «Έξοδό» της από την ύλη προς το θείο Λόγο.
Σημείωση: Ο Φίλων χρησιμοποιεί τον Λόγο ως την πνευματική περιοχή ή κατάσταση, που είναι αντίθετη προς την ύλη (την Αίγυπτο/το σώμα). Ο Λόγος είναι η περιοχή της γνώσης και της αρετής.
Επίσης στους «Χαλδαϊκούς Χρησμούς» αναφέρεται ότι:
«Όσον αφορά την υπόσταση της ψυχής, αυτή έχει ένα διαμεσολαβητικό και αναγωγικό ρόλο. Με την κάθοδο της στα σώματα καθίσταται δέσμια της ύλης, χωρίς όμως να παύει να αποτελεί μία ρευστή πραγματικότητα, διατηρώντας ένα μη πεπτωκός τμήμα της στο νοητό κόσμο. Τελικά, προορίζεται να ανέλθει στον τόπο προέλευσής της, στον ουράνιο θόλο, ξεφεύγοντας από τη λήθη των αισθητών.»[29]
Η γνωστική ιδέα της ενσάρκωσης, του αρχέτυπου Αιώνα Ιησού στον γήινο άνθρωπο Ιησού, μαρτυρείται από αντιαιρετικές πηγές και στο πρόσφατα ανακαλυφθέν γνωστικό απόκρυφο ευαγγέλιο του Ιούδα. Σε αυτό φαίνεται ότι ο «προδότης» Ιούδας κατείχε ιδιαίτερη γνώση και η προδοσία του ήταν λυτρωτική ενέργεια, για να ελευθερωθεί το ενσαρκωμένο Πνεύμα του Ιησού, από το υλικό στοιχείο και να επιστρέψει στο πλήρωμα του θεού. Σύμφωνα πάντα με το απόκρυφο κείμενο, ο Ιησούς είπε στον Ιούδα «Εσύ θα θυσιάσεις τον άνθρωπο που με ενδύει»[30].
Τη θεωρία της ενσάρκωσης του «Φιλοσοφικού Ιησού», άντλησε από την ίδια δεξαμενή σκέψης της Φιλοσοφίας και της Μυθολογίας και η «πατερική σκέψη» και τα συγγενή της δόγματα, τα οποία ομολογούν πίστη στον «ενσαρκωμένο Υιό». Η έννοια αυτή προέκυψε από τη θεολογική ερμηνεία της αποστολικής ρήσης «ὁ Λόγος σαρξ (= σώμα) ἐγένετο», όπου το ρήμα ἐγένετο (Αόρ. β΄ του γίγνομαι), που σημαίνει «έγινε», χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει το θεολογικό δόγμα της Ενσάρκωσης (Incarnation), διαφοροποιώντας τη χριστιανική θέση από τον Γνωστικό Δοκητισμό.
Γίγνομαι = γεννώμαι || έρχομαι εις το είναι, γίνομαι || είμαι. (Λεξ. Σταματάκου)
Εν-σαρκώνω= υλοποιώ || δίδω υλικήν υπόσταση εις τινα || ενσωματώνω || μετενσαρκώνω || μετεμψυχώνω. (Λεξ. Σταματάκου)
Επηρεασμένοι από τη γνωστική δοξασία της ενσάρκωσης του «Αιώνα Ιησού», οι «πατέρες» της «Καθολικής Ρωμαϊκής Εκκλησίας» και οι συναφείς ομολογίες, όχι μόνο υιοθέτησαν τη φιλοσοφική έννοια της ενσάρκωσης, αλλά και υποβάθμισαν τη μοναδική, υπερφυσική γέννηση του Ιησού Χριστού. Με τον τρόπο αυτό, αφαίρεσαν τον «προκεχειρισμένο» χαρακτήρα Του (Πράξ. 3:20) ως του αληθινού Υιού του Θεού που γεννήθηκε εν χρόνω, 100% εκ Πνεύματος Αγίου, εντάσσοντάς Τον σε ένα σχήμα υλοποίησης (ενσάρκωσης) που συγγενεύει με την αντίστοιχη γνωστική ιδέα. Άλλωστε ο αποστολικός λόγος κάνει σαφή διάκριση μεταξύ της βιβλικής γένεσης και της δογματικής ενσάρκωσης.
«Τοῦ δὲ Ἰησοῦ χριστοῦ ἡ γένεσις (όχι η ενσάρκωση) οὕτως ἦν. μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ πνεύματος ἁγίου». (Ματθ. 1:18)
«Γένεσις» (όπως χρησιμοποιείται στο Ματθ. 1:18): σημαίνει γέννηση, αρχή ύπαρξης ή προέλευση – υποδηλώνοντας ένα γεγονός που συμβαίνει εν χρόνῳ.
«Ενσάρκωση» (ο πατερικός όρος): σημαίνει υλοποίηση ή ενσωμάτωση – υποδηλώνοντας τη λήψη υλικής φύσης από μια προϋπάρχουσα πνευματική οντότητα
Οι "Πατέρες" δεν εστίασαν στον αποστολικό λόγο αλλά αντιγράφοντας τους μύθους της Αρχαίας θρησκείας και του Γνωστικισμού, ευαγγελίζονται ότι ο προαιώνιος δεύτερος θεός Υιός, ο αχώριστος από τον Πατέρα, χωρίστηκε τελικά και κατέβηκε από τον ουρανό και ενσαρκώθηκε (ντύθηκε με χοϊκό σώμα) «κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπίσαντα», όπως ορίζεται στο πατερικό σύμβολο της πίστεως. Η δήλωση αυτή είναι μυθολογική και κατά την «πατερική σκέψη» εμπλέκει τρία μέρη: α) τον προ-υπάχοντα Υιό, β) το Πνεύμα το Άγιο και γ) την θνητή Μαρία. Παραπέμπει όμως σε σύζευξη ουρανού και γης, συγγενεύοντας έτσι με την μυθική ένωση του θεού Ουρανού (το πρώτο μυθικό αρσενικό στοιχείο) και της θεάς Γαίας (την υλική πλευρά του κόσμου) [31].Ο θεολόγος και καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου επιβεβαιώνει αυτήν τη συγγένεια, σημειώνοντας ότι η Γνωστική δυαδικότητα των δύο θεοτήτων (άρρενος και θήλεος) αποτελεί ουσιαστικά "τον ουρανό και τη γη της παλαιάς ελληνικής θρησκείας" [32].
Η έμφαση στην ενσάρκωση και την κάθοδο έρχεται σε αντίθεση με την αποστολική πίστη ότι ο εξ ουρανού άνθρωπος Ιησούς (σε αντίθεση με τον εκ της γης) ήταν η εικόνα του αοράτου Θεού Πατέρα (Κολ. 1:15, 1 Κορ. 15:47).
Όμως, η Πατερική σκέψη, μέσω του Συμβόλου της Νικαίας, χρησιμοποίησε τη θέση αυτή (την εικόνα του Θεού) για να στηρίξει το δόγμα του προ-υπάρχοντος Υιού που έλαβε σάρκα εκ της γης. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η εστίαση μετατοπίστηκε από τον «εξ ουρανού άνθρωπο Ιησού» στον προ-υπάρχοντα Υιό-Θεό ως το κεντρικό πρόσωπο της σωτηρίας.
Συνέπεια αυτής της μετατόπισης ήταν η υποχώρηση της έμφασης στη μοναδική γένεση εν χρόνω («Τοῦ δὲ Ἰησοῦ χριστοῦ ἡ γένεσις οὕτως ἦν» – Ματθ. 1:18) και η αντικατάστασή της από την προαιώνια καταγωγή, την κάθοδο και τη σάρκωση.
Η θεολογία της ενανθρωπήσεως, όπως διαμορφώθηκε στα όρια της ορθοδοξίας, έχει αξιολογηθεί από κριτές ως μια μυθοπλαστική αφήγηση που αναπαράγει δομές προγενέστερων γνωστικών συστημάτων, όπως ο βαλεντινιανισμός.
Η Ενσάρκωση και η Μετενσάρκωση, ήταν Κυρίαρχη Πίστη των Ειδωλολατρών, των Γνωστικών και των Ανατολικών Θρησκειών
Όπως οι όροι Ομοούσιος και Υπερούσιος, έτσι και ο όρος Ενσάρκωση είναι ανύπαρκτος στην Αγία Γραφή, απαντάται μόνο σε αρχαίες θρησκείες και φιλοσοφικές σχολές.
Στην Αιγυπτιακή Μυθολογία, το νερό και ο ήλιος θεωρούνταν σύμβολα της ζωής, λόγω γεωγραφικής θέσης (Νείλος ποταμός, ηλιοφάνεια). Οι δε ηγεμόνες της Αιγύπτου (Φαραώ) ήταν η ενσάρκωση του Θεού στην γη και το επίκεντρο της θρησκευτικής λατρείας.
Στον Ινδουισμό, αβατάρ είναι η κάθοδος και η ενσάρκωση ανώτερων όντων στην γη, όπως ο αγέννητος και αθάνατος θεός Βισνού, που έχει στο ενεργητικό του πολυάριθμες ενσαρκώσεις, με μορφή ζώων, πουλιών, φυτών και ανθρώπων, με σκοπό να σώσει την ανθρωπότητα από το κακό και τις δαιμονικές δυνάμεις. Οι κυριότερες ενσαρκώσεις του Βισνού είναι με την μορφή του Ραμαγιάνα ή Ράμα και του Κρίσνα. Σε αναμονή είναι η αβατάρα του Κάλκι, η ενσάρκωση του λευκού αλόγου, που θα αποκαταστήσει στη γη τον χρυσό αιώνα και θα φέρει την τελική απελευθέρωση του ανθρώπου και την ανακάλυψη της θείας φύσης του[36]. Ο Ινδουισμός έχει έξι (6) ορθόδοξα συστήματα, το αρχαιότερο φιλοσοφικό σύστημα αυτογνωσίας η Βεδάντα, θεωρεί, ότι το αισθητό είναι παραίσθηση (illusion), το δε σύμπαν κατά διαστήματα καταστρέφεται και αναδημιουργείται (αντίστοιχα με τους Ηράκλειτο - Στωικούς).
Επίσης, το θρησκευτικό ρεύμα των Αλαουιτών, που είναι κράμα Ζωροαστρικών, Χριστιανικών, Μουσουλμανικών και Γνωστικών δοξασιών, πιστεύει ότι η ενσάρκωση του Θεού ήταν ο Ιουδαίος Ιησούς του Ναυή, που κατέκτησε τη γη του Ισραήλ, καθώς και ο τέταρτος χαλίφης Αλί, που δολοφονήθηκε από τους εχθρούς του Σουνίτες.
Οι οπαδοί του αποθανόντος Ινδού γκουρού Σάτυα Σάι Μπάμπα, τον υμνούν ως ενσάρκωση της Αγίας Τριάδας και της Αλήθειας, ως Κύριο της δημιουργίας και σωτήρα της ανθρωπότητας. Ο ίδιος πάντως είχε δηλώσει ως νέος ότι ήταν η ενσάρκωση του πνευματικού δασκάλου Σάι Μπάμπα του Σίρντι.
Οι περισσότεροι δάσκαλοι και καθοδηγητές του Γνωστικισμού, όπως ο Σίμων και ο μαθητής του Μένανδρος, θεωρούσαν τους εαυτούς τους γνήσιες ενσαρκώσεις ανώτατων δυνάμεων.[37]
Οι γνωστικοί Σηθιανοί πήραν το όνομά τους από τη λατρεία του Σήθ, υιού του Αδάμ, που πίστευαν ότι ήταν η ενσάρκωση του Θεού και κατείχε τη θέση του Χριστού.
Ακόμη και ο Πέρσης Μάνης, που ίδρυσε δική του θρησκεία, τον Μανιχαϊσμό, πίστευε ότι ήταν η τελευταία ενσάρκωση του Χριστού και του Βούδα.
Ομοίως, η αναδυόμενη νέα κινεζική θρησκεία «του Παντοδύναμου Θεού» (Church of Almighty God), που υποστηρίζει ότι ο Χριστός των εσχάτων ημερών εμφανίστηκε στην Κίνα, υιοθετεί θεωρίες ενσαρκώσεων και άλλες γνωστικές αντιλήψεις.
Οι Μελχισεδεκιτές της Φρυγίας και της Λυκαονίας, κράμα Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού, πίστευαν ότι ο Μελχισεδέκ ήταν η ενσάρκωση του Λόγου. Αυτοί κατά την Οθωμανική περίοδο εξισλαμίστηκαν βιαίως.
Οι Ιμαμίτες (Δωδεκατιστές), που είναι μέρος του Σιιτισμού[38], θεωρούν τους δώδεκα μεγάλους πνευματικούς καθοδηγητές (Ιμάμηδες) ότι είναι η ενσάρκωση του θείου φωτός. Αναμένουν τον δωδέκατο μεσσιανικό Ιμάμη (Mahdi = ο ορθά καθοδηγούμενος), να έρθει στις έσχατες ημέρες του κόσμου, ως σωτήρας του Ισλάμ, έχοντας βοηθό του τον Χριστό που θα κατέβει από τον ουρανό για αυτό τον σκοπό (Δευτέρα Παρουσία) και θα κάνει όλους τους Χριστιανούς Μουσουλμάνους. Και ύστερα θα επέλθει η συντέλεια του κόσμου, η εκμηδένιση της ύλης, η Κρίση και η αιωνιότητα.
Σύμφωνα δε με τον Όμηρο και την ομηρική σχολή σκέψης, οι θεοί ενσαρκώνονταν και συμμετείχαν ενεργά στα ανθρώπινα δρώμενα και την ανθρώπινη ιστορία, όπως μας διδάσκουν και τα «Ομηρικά Έπη», η Ιλιάδα και η Οδύσσεια.
Στα απόκρυφα βιβλία των Καμπαλιστών, τα οποία χρησιμοποιούνται για να αποδείξουν για τους δύσπιστους την ιστορικότητα του Ιησού, αναφέρεται ότι το πνεύμα του Ησαύ μπήκε μέσα στον Χριστό και γι' αυτό ήταν κακός ο ίδιος ο Ησαύ.
Επίσης, ο Ιώσηπος λέει για τους ελληνίζοντες Φαρισαίους: «Όλες οι ψυχές, υποστηρίζουν, είναι άφθαρτες, αλλά η ψυχή των καλών μόνο περνά στο σώμα κάποιου άλλου, ενώ οι ψυχές των ασεβών υποφέρουν ατελείωτη τιμωρία».[39]
Οι μυθολογικές, δυαλιστικές ιδέες περί πτώσης της αθάνατης ψυχής και ενσάρκωσής της σε γήινο σώμα που παρομοιαζόταν με «σῆμα» (τάφο), από όπου έπρεπε να ελευθερωθεί και να επιστρέψει εξαγνισμένη στην ουράνια πατρίδα μέσω μετενσαρκώσεων («δόγμα της ανακυκλωτικής μετεμψυχώσεως»), είχαν διεισδύσει σε όλες τις αρχαίες δοξασίες. Εάν εκλάβουμε δε ως έγκυρη τη μαρτυρία του Επιφανίου «κατά Στωικών», όπου καταγγέλλει τις ιδέες αυτές ως «πλάνη και ασέβεια», φαίνεται ότι και αυτοί οι Στωικοί είχαν μεταπηδήσει στο ιδεολογικό στρατόπεδο του Πλατωνισμού.
«μεταγγισμούς τε ψυχῶν καὶ μετενσωματώσεις ἀπὸ σώματος εἰς σῶμα, καθαιρομένων (= εξαγνισμένων) <ψυχῶν ἀπὸ> σωμάτων ἠδ' αὖ πάλιν εἰσδυουσῶν καὶ ἀνάπαλιν γεννωμένων, διὰ πολλῆς αὐτῶν πλάνης ταύτην τὴν ἀσέβειαν παρυφαίνοντες. μέρος δὲ θεοῦ καὶ ἀθάνατον τὴν ψυχὴν ἡγοῦνται». (Επιφάνιος, Πανάριον, κατά Στωικών).
Η Δοξασία των Δύο Φύσεων του Ιησού είναι Δάνειο της Μυθολογίας
Η συνδυαστική αυτή γνωμάτευση των συνοδικών πατέρων, ότι ο προ-υπάρχων δεύτερος θεός (ο Υιός) ενσαρκώθηκε «εκ πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου» [άρα ο Ιησούς δεν ήταν ο Υιός του Θεού αλλά η ενσάρκωση του προ-υπάρχοντος δεύτερου θεού-Υιού] οδήγησε αναπόφευκτα και στην όχι καινοφανή ιδέα των δύο φύσεων του Ιησού. Η ιδέα αυτή έχει προδρόμους σε μυστικιστικά και φιλοσοφικά συστήματα (όπως ο Ερμητισμός, ο Πλατωνισμός, ο Γνωστικισμός) που μιλούν για διπλή φύση (Αθάνατη/Θνητή) του ανθρώπου, συνεπώς η ιδέα των δύο φύσεων είναι πνευματική κληρονομιά της Μυθολογίας. Ακόμη αυτή η 'ιδέα' καταργεί την αντινομία που έθεσε ο Παύλος μεταξύ του Πρώτου ανθρώπου εκ της γης και του Δεύτερου εξ ουρανού τονίζοντας ότι "οὐ πρῶτον τὸ πνευματικὸν ἀλλὰ τὸ ψυχικόν/ζωϊκόν, ἔπειτα τὸ πνευματικόν" και διαχωρίζοντας την "εικόνα του χοϊκού" και την "εικόνα του επουράνιου" (1Κορ. 15: 46-49) — διατυπώσεις που δεν αφήνουν υπόνοιες για Υποστατική Σύνθεση Αντιθέτων.
Ήδη στον μυστικιστικό Ερμητισμό («μεταφυσικό σύστημα και ένα σώμα συστηματοποιημένων, μαγικών, αστρολογικών και αλχημικών πρακτικών») συναντάμε την ιδέα των δύο φύσεων του εκπεσόντα στον φυσικό κόσμο αρχέτυπου ανθρώπου.
«Και ο ίδιος ο (αρχέτυπος) άνθρωπος, θαυμάζοντας την εικόνα του, ερωτεύεται τον εαυτό του και θέλει να κατοικήσει στη γη. Έτσι έχουμε την πτώση του ανθρώπου και η φύση τον περισφίγγει από παντού. Και εξ αιτίας της πτώσης του ο άνθρωπος έχει διπλή φύση: θνητός ως προς το σώμα και αθάνατος ως προς την ουσία, δούλος και ταυτόχρονα κυρίαρχος της Ειμαρμένης που τελικά προσδιορίζεται από όλες τις σφαίρες»[33].
Ο Έλληνας, ο Αισχύλος, ο Διόνυσος, και ο Ηρακλής
Ακόμα, σύμφωνα με την αποκρυπτογράφηση του δίσκου της Φαιστού , ο Έλληνας, ως αληθινός γιος του θεού, γεννιέται από γήινη μήτρα και ουράνιο σπέρμα.
Στο έργο του Αισχύλου «Προμηθεύς ο Δεσμώτης», ο Προμηθέας προλέγει ότι ο Λυτρωτής του, «ο λύσων», θα γεννηθεί από Θεό και την θνητή παρθένο Ιώ[34].
Επίσης ο Διόνυσος που οι αρχαίοι Έλληνες τον αποκαλούσαν «Σωτήρα», «πάσχων θεός» και «θείο βρέφος» είχε και αυτός διττή φύση, αφού ήταν γέννημα της σύζευξης του θεού Δία (ουράνιο πρωταρχικό πυρ) και της θνητής νύμφης Σεμέλης (γήινη ουσία). Ήταν δε και τρίγονος (τρις φορές γεννηθείς), ο Διόνυσος-Φάνης, ο Διόνυσος- Ζαγρέας και ο αναστημένος Διόνυσος που κλήθηκε από τον Δία να βασιλεύσει.
Ο μέγιστος των Ελλήνων μυθικών ηρώων Ηρακλής που οι γονείς του ήταν ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων Δίας και η θνητή Αλκμήνη είχε και αυτός δύο φύσεις, και πολλοί άλλοι.
Υβριδισμός και Φιλοσοφία
Επίσης στην Μυθολογία απαντάται και άλλη μορφή διττής φύσεως αυτή του Μιξάνθρωπου (=κατὰ τὸ ἥμισυ ἄνθρωπος καὶ κατὰ τὸ ἥμισυ κτῆνος, Θεμίστ. 284Α, πρβλ. Λιβάν. 3. 282.) (Liddell-Scott). Ένας από αυτούς ήταν και ο μυθικός Τυφώνας γιός της Γαίας.
Η ιδέα των δύο φύσεων είχε προδρόμους όχι μόνο σε μυθικά πρότυπα σύζευξης (Δίας/Σεμέλη) και υβριδισμού (Μιξάνθρωπος), αλλά και σε αφηρημένα φιλοσοφικά σχήματα (Πυθαγόρας) που τοποθετούσαν τη δυαδικότητα μέσα στην ίδια την αρχή (το Ένα).
Σύμφωνα δε με τους Πυθαγόρειους, η φύση ερμηνεύεται αριθμητικά και την ουσία των όντων αποτελούν οι αριθμοί. Ο δε αριθμός ένα (1) εξαιτίας της διττής του φύσης είναι και 'άρτιος' ταυτιζόμενος με το 'άπειρο' και 'περιττός' ταυτιζόμενος με το πεπερασμένο (Μετά τα φυσικά, 987α17, 986α19-20).
Σύντομο Ιστορικό της «Ενωσης των Δύο Φύσεων του Ιησού» σε ένα Πρόσωπο
Οι Οικουμενικές σύνοδοι, σκόπευαν στην εύρεση, από τους επισκόπους της Αυτοκρατορικής θρησκείας, καταπραϋντικών και συμβιβαστικών λύσεων στις εσω-εκκλησιαστικές διαμάχες τους, αφού πλήθος Γνωστικών και άλλων «αιρετικών» διετέλεσαν, για αρκετό καιρό, μέλη της «επίσημης Εκκλησίας». Πολλές φορές η επίλυση των δογματικών ερίδων γινόταν μέσα σε «ατμόσφαιρα τρομοκρατίας», με δωροδοκίες και φανατικούς οπλισμένους μοναχούς που λεηλατούσαν τις αντίπαλες εκκλησίες φονεύοντας τους επισκόπους των (π.χ., η «Ληστρική Σύνοδος» του 449 μ.Χ.), όπου η πολιτική βία και οι αυτοκρατορικές παρεμβάσεις διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο.
Η Χριστολογική Διαμάχη και η Σύνοδος της Χαλκηδόνας (451 μ.Χ.)
Έτσι το Χριστολογικό δόγμα της σύνθετης διπλής φύσης του Ιησού σε μία υπόσταση (Δυοφυσιτισμός/Υποστατική Ένωση), διατυπώθηκε το 451 μ.Χ. από την Δ΄ Οικουμενική της Χαλκηδόνας, που συγκάλεσε το Ρωμαϊκό αυτοκρατορικό ζεύγος Μαρκιανού και Πουλχερίας, με σκοπό να αντιμετωπισθεί η εριστική διδαχή του αρχιμανδρίτη Ευτυχίου, μια μορφή Μονοφυσιτισμού, συνεργάτη του Κυρίλλου της Αλεξανδρινής σχολής, που υποστήριζε ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε μέσα στη θεία και επομένως, ο Ιησούς είχε μία μόνο φύση τη θεϊκή.
Έτσι, αντί της ακραίας «απορρόφησης» της μιας φύσεως από την άλλη (Μονοφυσιτισμός), επικράτησε η δογματική θέση της «ένωσης» των δύο φύσεων σε μία υπόσταση (πρόσωπο), η οποία θεμελιώθηκε στον Τόμο του Λέοντα (Επισκόπου Ρώμης) και επιβεβαιώθηκε από την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451 μ.Χ.).
Η νέα συνοδική φόρμουλα, για την ταυτότητα της φύσης του Ιησού Χριστού (Δυοφυσιτισμός), επέφερε μεγάλο σχίσμα. Οι εκκλησίες που απέρριψαν τη Χαλκηδόνα ονομάστηκαν Αντιχαλκηδόνιες ή μη-Χαλκηδόνιες και διατήρησαν μια ενδιάμεση χριστολογική θέση, τον Μιαφυσιτισμό.
Οι Βασικές Έννοιες των Χριστολογικών Όρων
Μονοφυσιτισμός: Η θεολογική διδασκαλία σύμφωνα με την οποία ο Ιησούς Χριστός έχει μόνο μία φύση (μία φύση), τη Θεία, η οποία απορρόφησε πλήρως την ανθρώπινη υλική (χοϊκή) φύση. Κατά την ακραία μορφή του (Ευτυχιανισμός), η ανθρώπινη φύση του Χριστού εξαφανίστηκε μέσα στη Θεία, όπως μια σταγόνα νερό στη θάλασσα.
Μιαφυσιτισμός: Ο Χριστός έχει μία ενωμένη φύση ("μια φύσις τοῦ Λόγου σεσαρκωμένη"), η οποία προήλθε από τη συνένωση της Θεότητας και της ανθρωπότητας. (Δογματική θέση των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών: Κοπτική, Συριακή, Αρμενική, Αιθιοπική, κ.ά.).
Δυοφυσιτισμός (Χαλκηδόνια Θεολογία): Ο Χριστός είναι ένα πρόσωπο ("μία ὑπόστασις") σε δύο φύσεις ("ἐν δύο φύσεσιν"), ενωμένες ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως. (Δογματική θέση της Ανατολικής Ελληνορθόδοξης και της Δυτικής Καθολικής Εκκλησίας).
Όρος της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, σε απόδοση (Δυοφυσιτισμός)
«Η ένωση των δύο φύσεων στον Χριστό έγινε έτσι ώστε αυτές να μη συγχέονται, να μη μεταβάλλονται να μη καταμερίζονται, να μη διαιρούνται, χωρίς (όμως) καθόλου να καταργείται η διαφορά των δύο φύσεων εξαιτίας αυτής της ένωσης, η οποία συντελέστηκε με τέτοιο τρόπο, που να διατηρεί η κάθε φύση τις ιδιότητες, αλλά και να είναι (και οι δύο) ενωμένες σ΄ ένα πρόσωπο και σε μία υπόσταση». Πηγή
Ο Όρος της Δ' Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνας αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της Χριστολογίας για την Ελληνορθόδοξη, Καθολική και τις περισσότερες Προτεσταντικές Εκκλησίες. Η επίδρασή του στα επόμενα δογματικά κινήματα ήταν καθοριστική και οδήγησε σε περαιτέρω σχίσματα και ποικίλες έριδες έως και σήμερα.
Ο Βιβλικός Ιησούς
Οι Απόστολοι δίδαξαν ότι η Εβραία δούλη του Θεού, Μαριάμ, έτεκε τον Ιησού, τον οποίο είχε συλλάβει θαυματουργικά, χωρίς τη βιολογική της συμμετοχή. Αυτό που είχε γεννηθεί μέσα της ήταν «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου».
«το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματός έστιν Αγίου.» (Ματθ. 1:20)
«Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ.» (Λουκ. 1:35)
Οι φύσεις είναι ξεχωριστές και διακριτές και δεν συντίθενται, εκτός από τα πλαίσια της Μυθολογίας. Ο Ιησούς δεν είχε δύο γονείς, πατέρα και μητέρα, όπως ο βιολογικός άνθρωπος ή οι μυθικοί θεάνθρωποι οι οποίοι ήταν γεννήματα Ουρανού και Γης, ούτε είχε δύο φύσεις (μία βιολογική γήινη και μία επουράνια) ενωμένες σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου της Χαλκηδόνας, αλλά ήταν ολόκληρος «Γέννημα» εκ θελήματος του ουράνιου Πατέρα, ο οποίος έμενε εντός του Υιού Του και ο Υιός εντός του Πατέρα Του[35].
«Εάν δεν κάμνω τα έργα του Πατρός μου, μη πιστεύετε εις εμέ· αλλ' εάν κάμνω, αν και εις εμέ δεν πιστεύητε, πιστεύσατε εις τα έργα, διά να γνωρίσητε και πιστεύσητε ότι ο Πατήρ είναι εν εμοί και εγώ εν αυτώ». (Ιωάν. 10:37-38)
Ο Ιησούς ήταν «ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς», «η εικόνα του αοράτου Θεού», «ο Αρχηγός της ζωής», «ο Υιός (το Γέννημα) της αγάπης του Θεού», «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως Αυτού», «ο Ζωντανός, αληθινός Ναός του Θεού». Ο Ιησούς ήταν η απτή, η ορατή, η ζωντανή εικόνα του Πατέρα, το απαύγασμα της δόξας του Θεού του αοράτου που είναι «ὁ μόνος ἔχων αθανασίαν».
Ο Ιησούς δεν ήταν η φανέρωση της αισθητής, ορατής υπόστασης του θνητού, χοϊκού ανθρώπου, τον οποίο ο Θεός εποίησε κατά εικόνα Του, σύμφωνα με το «ἐν εἰκόνι θεοῦ ἐποίησα τὸν ἄνθρωπον» (Γεν. 9:6, Ο'). Ο άνθρωπος αυτός ήταν «τύπος του μέλλοντος» (Ρωμ 5:14), υποδηλώνοντας ότι ο χοϊκός θα λάβει την εικόνα και την ομοίωση του «επουράνιου Ιησού».
Ο Ιησούς ήταν η φανέρωση της αόρατης και αθάνατης Υπόστασης του Αιώνιου Θεού και λειτουργούσε (μιλούσε, άκουε, ενεργούσε, ζωοποιούσε) ακριβώς όπως ο Πατέρας Του, γιατί ήταν ο Ίδιος ο Αληθινός Θεός και η Ζωή η Αιώνια και όχι ένας δεύτερος θεός που έγινε θεάνθρωπος, σύμφωνα με το «την δόξαν μου ετέρω ου δώσω» (Ησ. 42:8).
«οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστιν; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ, ὁ δὲ πατὴρ ἐν ἐμοὶ μένων ποιεῖ τὰ ἐργὰ αὐτοῦ.» (Ιωάν. 14:10)
Ο «Λόγος» δεν πήρε σάρκα, αλλά έγινε σάρκα «Ο Λόγος σαρξ εγένετο» και έτσι, φάνηκε, έγινε ορατός ο Ένας Θεός της Π. Διαθήκης «ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί», «η Ζωή εφανερώθη». Αυτή η σάρκα δεν ήταν βιολογική αλλά εξ ουρανού («πάσα σάρκα δεν είναι η αυτή σάρκα»). (1Κορ. 15:39)
Αυτός που κατέβηκε από τον ουρανό δεν ήταν ο ενδιάμεσος θεός του Πλάτωνα και των Γνωστικών, ούτε ο δεύτερος θεός των Απολογητών, των Ερμητιστών και των «πατέρων της Καθολικής Εκκλησίας» αλλά ήταν ο Πατέρας Θεός με σώμα εξ ουρανού που το γέννησε ο Ίδιος. Όποιος έβλεπε το σώμα του Ιησού έβλεπε τον Αιώνιο Θεό.
«Ο εωρακώς εμέ εώρακεν τον πατέρα.» (Ιωάν. 14:9)
«ἀλλ' εἶπον ὑμῖν ὅτι καὶ ἑωράκατέ με καὶ οὐ πιστεύετε.» (Ιωάν. 6:36)
Και στον Μωυσή είπε ο Θεός «κατέβην εξελέσθαι αυτούς» (από την Αίγυπτο) αλλά τότε κατέβηκε ασώματος, χωρίς σώμα, διότι ακόμη δεν είχε γεννήσει τον μονογενή Υιό Του. (Ιωάν. 2:21, 6:51, Πράξ. 7:34).
Ο Ιησούς, ο Χριστός, Δεν Nτύθηκε με Xοϊκό Σώμα
Αυτό επιβεβαιώνεται από τη διάκριση του Παύλου: «Ο πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ» (Α΄ Κορ. 15:47), όπου σαφώς τα «εκ της γης» και «εξ ουρανού» προσδιορίζουν τη διακριτή φύση των όντων.
Υπάρχουν «Σώματα ἐπουράνια και σώματα ἐπίγεια». Ο Αρχηγός της σωτηρίας, Ιησούς ο Χριστός, ο Λόγος της ζωής, είχε ξεχωριστό / μοναδικό επουράνιο σώμα «οὐκ ἐξ αἱμάτων» (ανθρώπων) που η ταυτότητά του ήταν «η Ανάσταση» και «η Ζωή» («ἐγὼ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή»).
Όταν ο Ιησούς ρώτησε σεις τίνα με λέγετε ότι είμαι; Ο Πέτρος δεν είπε ότι: Συ είσαι ο Υιός της Μαρίας, ούτε είπε: Συ είσαι ο ενσαρκωμένος Υιός του Θεού, αλλά είπε: «Συ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς του απάντησε: «Μακάριος είσαι, Σίμων, υιέ του Ιωνά, διότι σαρξ και αίμα δεν σοι απεκάλυψε τούτο, αλλ' ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς». (Ματθ. 16:16-17)
Επίσης ο απόστολος Ιωάννης δεν κήρυξε "δυισμό" αλλά με έμφαση διακήρυξε ότι: «Ποιος, λοιπόν, είναι αυτός που νικά τον κόσμο παρά [μόνο] εκείνος που πιστεύει ότι [ο] Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού;». (Α΄ Ιωάν. 5:5)
Ο Ιησούς ήταν «ο Υιός του Πνεύματος, ο Υιός του Θεού» διότι τον γέννησε ο Αιώνιος Θεός / το Αιώνιο Πνεύμα. Δεν είχε, ούτε φόρεσε σώμα χοϊκού ανθρώπου. Απεναντίας ο χοϊκός άνθρωπος που είναι «τύπος του μέλλοντος», λαμβάνοντας τον Ιησού «θέλει φορέσει την εικόνα του επουρανίου».
«Οποίος ο χοϊκός, τοιούτοι και οι χοϊκοί, και οποίος ο επουράνιος, τοιούτοι και οι επουράνιοι και καθώς εφορέσαμεν την εικόνα του χοϊκού, θέλομεν φορέσει και την εικόνα του επουρανίου.» (Α΄ Κορ. 15:49)
Το σώμα του Ιησού δεν ήταν φαινομενικό, όπως πίστευαν οι Δοκητές, αλλά ήταν ορατό και ψηλαφούμενο, όπως και το μάνα εξ ουρανού ήταν ορατό και ψηλαφούμενο, με ίδιον, τίμιο αίμα.
«Εκείνο, το οποίον ήτο απ' αρχής, το οποίον ηκούσαμεν, το οποίον είδομεν με τους οφθαλμούς ημών, το οποίον εθεωρήσαμεν και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, περί του Λόγου της ζωής.» (Α΄ Ιωάν. 1:1)
Εάν, με το φως της Καινής Διαθήκης, συγκρίνουμε το «ἐξ οὐρανοῦ» σώμα του Κυρίου Ιησού (Α΄ Κορ. 15:47) – του δεύτερου ανθρώπου (Αδάμ=άνθρωπος) – με το αισθητό, χοϊκό σώμα του πρώτου ανθρώπου, παρατηρούμε ότι το σώμα του Ιησού ήταν μόνο ομοίωμα/απεικόνισμα του αισθητού σώματος της αμαρτίας (σάρκας) του χοϊκού ανθρώπου, προκειμένου να φανερωθεί 'ο Θεός η Ζωή', και όχι η ίδια η χοϊκή δόξα ή ο χαρακτήρας της χοϊκής υπόστασης.
Άλλωστε ο Ησαΐας φωνάζει «πάσα σαρξ χόρτος και πάσα δόξα ανθρώπου ως άνθος χόρτου». (40:6). Και ο Ιώβ λέει: «βροτός δε γεννητός ίσα όνω ερημίτη». (11:12, Ο')
Τι Είναι το Ομοίωμα
Ο λεξικογραφικός ορισμός του Ομοιώματος είναι: «το, πράγμα τι έχον ομοιότητα προς άλλο, απεικόνισμα» (Lexicon Liddell-Scott), ενώ Απεικόνισμα είναι «η ακριβής αναπαράσταση με εικαστικά μέσα» (Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα). Περαιτέρω, Ομοίωμα σημαίνει:
«κάθε κατασκευή που μοιάζει εξωτερικά ως προς τη μορφή, το σχήμα κτλ. με κάτι άλλο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο (ξύλινο / γύψινο ομοίωμα του Παρθενώνα), αντίγραφο.» (Lexigram)
«αντικείμενο που κατασκευάστηκε έτσι ώστε να είναι όμοιο εξωτερικά με άνθρωπο, ζώο ή πράγμα, χωρίς όμως να έχει τις λειτουργίες του προτύπου του π.χ. μουσείο κέρινων ομοιωμάτων» (Βικιλεξικό)
Τι Είπαν οι Απόστολοι για την Σάρκα /Σώμα του Ιησού
«Τὸ γὰρ ἀδύνατον τοῦ νόμου ἐν ᾧ ἠσθένει διὰ τῆς σαρκός, ὁ θεὸς τὸν ἑαυτοῦ υἱὸν πέμψας ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας … » (Ρωμ. 8:3)
« […] εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος.» (Φιλ. 2:7)
«ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία κεκοινώνηκεν αἵματος καὶ σαρκός, καὶ αὐτὸς παραπλησίως (= περίπου, σχεδόν ομοίως, Lexigram) μετέσχεν τῶν αὐτῶν». (Εβρ. 2:14)
Ο Ιησούς θεληματικά υπέφερε και δοκιμάστηκε κατά πάντα (καθ’ ὅμοιον τρόπον) όπως ο χοϊκός άνθρωπος υποφέρει και δοκιμάζεται, για να γίνει εύσπλαχνος και αξιόπιστος Αρχιερέας. Επίσης, θεληματικά γεύθηκε τον θάνατο της αιώνιας Ζωής Του (1Ιωαˊν. 5:20) υπέρ παντός ανθρώπου, με σκοπό να νικήσει τον αιώνιο θάνατο, και ανέστη για να χαρίσει την αιώνια Ζωή σε όσους λαμβάνουν Αυτόν (Ιωαˊν. 3:13, 6:51, Ρωμ. 8:3, Πραˊξ. 20:28, Φιλιπ. 2:8, Εβρ. 2:16-17, 2:9, 4:15, 10:5, GR/Orthodox).
Εάν ο Ιησούς απέθανε βιολογικά, σύμφωνα με το Δόγμα ότι ήταν "τέλειος χοϊκός άνθρωπος", τότε οι πιστεύοντες σ' Αυτόν θα λάμβαναν βιολογική αιωνιότητα, πράγμα αδύνατον διότι ο βιολογικός θάνατος είναι δεδομένος. Η αθανασία που χαρίζει ο Χριστός αφορά τη νέα πνευματική κτίση, την "παλιγγεννεσία" και τον Νέο πνευματικό άνθρωπο τον γεννημένο από άφθαρτο σπόρο (1Πεˊτρ. 1:23), άλλωστε «σὰρξ καὶ αἷμα βασιλείαν θεοῦ κληρονομῆσαι οὐ δύναται οὐδὲ ἡ φθορὰ τὴν ἀφθαρσίαν κληρονομεῖ» (1Κορ. 15:50).
Άλλωστε ο ίδιος ο Ιησούς μαρτυρεί για την σάρκα Του ότι είναι εξ ουρανού και όχι βιολογική, όπως και το μάνα που έτρωγαν στην έρημο οι Εβραίοι δεν ήταν βιολογικό. (Ιωάν. 6:51)
Η Ιδεολογική «Ιερή Τριάδα» του Σηθιανού Γνωστικισμού και οι Ελληνικές Συγγένειές της
1. Η Γέννηση της Βαρβηλώς της Πρώτης Υπόστασης
Σύμφωνα με τους Σηθιανούς, ένα από τα κυριότερα ρεύματα του γνωστικισμού, από τον Μόνο, Υπερβατικό, Αγαθό Θεό του Φωτός (τον Αόρατο Πατέρα), γεννιέται η Βαρβηλώ. Αυτή είναι η πρώτη, υπερκόσμια, θηλυκή και ανδρόγυνη οντότητα, η οποία χαρακτηρίζεται με πλήθος τίτλων, όπως «η πρώτη σκέψη», «η εικόνα του Πατέρα», «το Άγιο Πνεύμα», «ο τρις-άνδρας», «η πρώτη δόξα του αόρατου Πατέρα» και «ο αιώνιος Αιώνας του άυλου κόσμου».
Η Βαρβηλώ, ατενίζοντας τον Αόρατο Πατέρα, γέννησε τον Αυτογενή Υιό του φωτός, ο οποίος ταυτίζεται με τον Χριστό και τον Νου (Νοῦς). Οι Σηθιανοί απέδιδαν σε αυτόν τον κόσμο τρεις ιερές Υποστάσεις (ή Πηγές Φωτός) – Πατέρας, Μητέρα (Βαρβηλώ) και Υιός (Αυτογενής) – που αντιστοιχούν στον Αόρατο (Κρυμμένο), τον Προ-Αιώνιο και τον Αυτογέννητο[40]. Από τη σύζευξη της Βαρβηλώς και του Αυτογενούς Υιού αναδύθηκε ο αρχέτυπος Άνθρωπος, ο Γεραδάμας ή Αδαμάντινος Άνθρωπος, σχηματίζοντας έτσι την αρχέτυπη Τετράδα του Φωτός.
2. Φιλοσοφική Σύνδεση με τον Ελληνικό Νου
Η Βαρβηλώ, ως η Πρώτη Σκέψη (Έννοια) ή Σοφία του Αόρατου Πατέρα, παρουσιάζει άμεση φιλοσοφική συγγένεια με την ελληνική σκέψη. Συγκεκριμένα, η γέννησή της παραπέμπει στον τρόπο με τον οποίο προήλθε η θεά Αθηνά από τον «Μητροπάτορα Δία», η οποία ήταν η κατεξοχήν θεά της Σοφίας (Μήτις). Αυτή η ομοιότητα στην άμεση προέλευση από την Υπέρτατη Πηγή τονίζει:
Την ενσάρκωση του Νου (Nous) ή της Θείας Σκέψης και στις δύο οντότητες (Αθηνά, Βαρβηλώ).
Τη λειτουργία της ελληνικής σκέψης ως υποστρώματος και ερμηνευτικού πλαισίου για την πρώιμη ελληνοχριστιανική δογματική.
3. Η Δογματική Ενσωμάτωση: Από την Αθηνά στην Παναγία
Η επίδραση του ελληνικού υποστρώματος κορυφώνεται στην λατρεία. Η λατρεία της Παναγίας (Θεοτόκου) στην Ελληνορθοδοξία έλαβε ιδιαίτερες διαστάσεις σε περιοχές όπου προϋπήρχε έντονη λατρεία μητρικών θεοτήτων (όπως η Ίσις στην Αίγυπτο ή η Αθηνά στην Αθήνα). Ειδικά στην Αθήνα, ο Παρθενώνας, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά (Παρθένος), μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας. Αυτή η αλλαγή της λατρείας από την παρθένο θεά στην διαρκώς παρθένο Μητέρα του Θεού αποτελεί κλασικό παράδειγμα θρησκευτικού συγκρητισμού και δογματικής ενσωμάτωσης της λαϊκής ευσέβειας.
Αυτή η τριάδα των ιερών Υποστάσεων – «Πατέρας - Μητέρα - Υιός» – εμφανίζει νοηματική συγγένεια με την κοσμοθεωρία της Πυθαγόρειας φιλοσοφίας, όπως αυτή ερμηνεύτηκε αργότερα, με τους συντελεστές της ιερής τριάδας: την Ατέρμονη Κίνηση (Πατέρας), την Αέναη Ζωή (Μητέρα) και την Αέναη Ενέργεια (Υιός)[41].
Πυθαγόρεια Αριθμοσοφία και η Επιρροή της στην Τριαδολογία
Οι Πυθαγόρειοι πίστευαν ότι οι πρωταρχικές ιδέες ήταν οι αριθμοί. Οι μονοί αριθμοί θεωρούνταν αρσενικές θείες οντότητες, και οι ζυγοί αριθμοί θηλυκές. Το δε γινόμενό τους, 2×3=6, ήταν (αρσενικό-θηλυκό) και συμβόλιζε τον γάμο. Πίστευαν ότι τα πάντα ορίζονται από τον ιερότατο αριθμό τρία (3), όπως εκφράζεται από τη ρήση: «Το παν και τα πάντα τοις τρισίν ώρισται» (π.χ., Γέννηση – Ζωή – Θάνατος, Παρελθόν – Παρόν – Μέλλον, Μήκος – Πλάτος – Ύψος). Δίδαξαν δε την απόκρυφη Διάλυση της Μονάδας σε τριάδα ή τριάδες, εισάγοντας έτσι τη θεωρία των τριαδικών Μονάδων.
Όπως άλλωστε λένε και οι Πυθαγόρειοι, το παν και τα πάντα ορίζονται από τον αριθμό τρία, διότι το τέλος, το μέσο και η αρχή αντιπροσωπεύονται από τον αριθμό του παντός, που είναι ο αριθμός τρία (3). Γι' αυτό, έχοντας λάβει αυτές τις έννοιες ως νόμους από τη φύση, χρησιμοποιούμε τον αριθμό αυτόν (3) κατά τις θεουργικές τελετές [42].
Οι απόψεις αυτές των Πυθαγορείων αποτέλεσαν τα ισχυρότερα επιχειρήματα των Πατέρων της Εκκλησίας και των ευαγγελιζομένων τη «Χριστιανική Ιερή Τριάδα» προς τους «άπιστους» και «ασεβείς» Εθνικούς (ή Έλληνες), οι οποίοι δεν σέβονταν τίποτε άλλο εκτός από θηλυκές ή αρσενικές «Ιερές Τριάδες». Ωστόσο, με την επικράτηση της «Χριστιανικής Ιερής Τριάδας» και της ανδροκρατούμενης ιεροσύνης, οι αρχαίες θηλυκές «Ιερές Τριάδες» έχασαν τη δημοτικότητά τους, και οι αρσενικές έχασαν τα πρωτεία τους.
Η τριαδική ιδέα των Γνωστικών συγγενεύει επίσης με την «Τριάδα του Παραδείσου»που αποτελείται από τον «Συμπαντικό Πατέρα, τον Αιώνιο Υιό, και το Άπειρο Πνεύμα», σύμφωνα με το βιβλίο της Ουράντια [43], το οποίο διαδίδει αρχαίες γνωστικές ιδέες τις οποίες λαμβάνουν, όπως ισχυρίζονται οι υποστηρικτές του, από εξωγήινα, ανώτερα όντα.
Επίσης, η τριαδική ιδέα συγγενεύει με τη θεωρία των τριών υποστάσεων που θεμελίωσε ο Νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλωτίνος στις «Εννεάδες». Εκεί, αναπτύσσει την οντολογική ιεραρχική ενότητα της ιερής Τριάδας του Όντος: «Εν (ο Ουρανός) – Νους (ο Κρόνος) – Ψυχή (ο Δίας)» [44].
Ασπαζόμενοι τη φιλοσοφική και μυθολογική άποψη της ιερής Τριάδας που δεσπόζει στο αισθητό σύμπαν, οι πρόγονοί μας πίστευαν και στους τρεις αδελφούς: Δία, Ποσειδώνα και Άδη.
Η παλαιότερη αναφορά για τον Δία, που δηλώνει την πρώτη εκδήλωση ή Λόγο, υπάρχει στους Ορφικούς. Ο δε ποιητής Βιργίλιος τον αποκαλεί «Μεγάλο Όφι». Εξελισσόμενη, η νεοπλατωνική σκέψη ανέπτυξε την «Τριάδα Του Δία»: Πατέρας (η δυναμικότητα) – Υιός (η δύναμη σε πράξη) και Πνεύμα (ο Νους) [45].
Επίσης, το Δωδεκάθεο χωρίζεται ισότιμα σε 6 (3×2) θηλυκές θεότητες και 6 (3×2) αρσενικές θεότητες. Ακόμη και υποδεέστερης σημασίας θεότητες (όπως οι Ώρες, οι Χάριτες και οι Μοίρες) αναφέρονται πάντα σε τριάδες.
Στην Ορφική Κοσμογονία, ο Ηρικαπαίος (ή Ηρικεπαίος) ήταν ένα ερμαφρόδιτο ον, το οποίο χαρακτηριζόταν ως κυρίαρχη, πρωτόγονη και ζωοδότης δύναμη του κόσμου. Κατά την Κοσμογονία, δημιουργήθηκε αρχικά ο Χρόνος και εξ αυτού η δυάδα του Αιθέρα και του Χάους. Αυτά, μαζί με το κοσμογονικό Ωό (αυγό), παρήγαγαν την πρώτη Θεϊκή τριάδα. Στη συνέχεια, από τη γονιμοποίηση του Ωού προήλθαν ο Έρως, ο Φάνης (δηλαδή ο Θεός του φωτός) και η Μήτις (ο Θεός της σκέψης και της φρόνησης), τα οποία αποτέλεσαν έτσι τη δεύτερη Θεϊκή τριάδα.
Οι αρχαίες τριαδικές, είτε θηλυκές είτε αρσενικές, θεότητες έχουν ισχυρή ιδεολογική συγγένεια με την Τριάδα των Γνωστικών και ισχυρότατη με την «πατερική αποκάλυψη» του Τρισυπόστατου Θεού (Πατήρ - Υιός - Άγιο Πνεύμα).
Η τριπλή υπόσταση του Θεού και δημιουργού των πάντων, την οποία επικαλούνται το «ελληνορθόδοξο» θρησκευτικό σύστημα και τα γεννήματά του, δείχνει τρεις οντολογικές θεότητες – δηλαδή, τρεις Θεούς – και παραπέμπει στον Πολυθεϊσμό, ευρισκόμενη σε αντίθεση με τον Θεομονισμό της Βίβλου. Υπό την έννοια της τριπλής υπόστασης, ο «Ελληνοχριστιανισμός» που διαμόρφωσε και επέβαλε η «πατερική σκέψη» είναι μία νέα πολυθεϊστική θρησκεία, παραλλαγή της Αρχαίας, και όχι μονοθεϊστική, όπως η ίδια κακώς επικαλείται. Αναμιγνύοντας οι «Πατέρες» τον αρχαίο Πολυθεϊσμό με τον βιβλικό Μονοθεϊσμό, διαιώνισαν την αρχαία θρησκευτική σκέψη του Πλωτίνου, ο οποίος ήταν ο συνεχιστής της νεοπλατωνικής σχολής της φιλοσοφίας, ότι: «ο λατρεύων τους θεούς, λατρεύει τον Θεόν».
Ο ιστορικός Μιχάλης Μπατής, στο άρθρο του «Η Τριαδική Υπόσταση του Θείου - Η Αέναη Πάλη Θήλεως και Άρρενος» (Μέρος Β΄), υποστηρίζει την άποψη ότι η ιδέα μιας Τριαδικής Θεότητας εμφανίστηκε αρχικά στον Πλάτωνα. Συγκεκριμένα, παραθέτει την ακόλουθη ταύτιση:
«Ο Πλάτωνας στο έργο του Φαίδων μίλησε πρώτος για μια Τριαδική θεότητα, όπως προσπαθεί να την περιγράψει ο Χριστιανισμός. Το Αγαθόν αντιπροσωπεύει τον Πατέρα, ο Λόγος είναι ο Υιός του και η Ψυχή είναι το Άγιο Πνεύμα.»
Η τριαδική δομή της ύστερης Πλατωνικής φιλοσοφίας (η οποία περιλαμβάνει τις έννοιες Εν ή Αγαθόν, Νους/Λόγος και Ψυχή του Κόσμου) πράγματι αξιοποιήθηκε από τους πρώτους Χριστιανούς φιλοσόφους και Απολογητές, όπως ο Κλήμης Αλεξανδρείας και ο Ωριγένης, ως εννοιολογική πρόδρομος για την εξήγηση και τη διατύπωση του χριστιανικού δόγματος της Αγίας Τριάδας.
Ο ιστορικός Μιχάλης Μπατής, στο άρθρο του «Ελληνιστική εποχή και Χριστιανισμός», υποστηρίζει ότι ένα θεολογικό στοιχείο που έλαβε ο Χριστιανισμός από την αρχαία παράδοση—ιδίως εκείνη των ύστερων χρόνων—είναι η τριαδική αντίληψη του θείου.
Κατά τον Μπατή, η διατύπωση του δόγματος της Αγίας Τριάδας παραπέμπει:
Στην αρχή της Ορφικής Τριαδικότητος, σύμφωνα με την οποία ο νόμος του τριγώνου διέπει τα πάντα: από τη Δημιουργία (Νυξ – Ουρανός - Γαία) έως την τριαδική υπόσταση του ανθρώπου (Πνεύμα, Ψυχή, Σώμα) και την τριχοτόμηση της ψυχής (λογικό, θυμικό, επιθυμητικό).
Στην Τρισήλιο Θεότητα που θέσπισε ο αυτοκράτορας Ιουλιανός.
Στη φιλοσοφία του νεοπλατωνικού Ιάμβλιχου, ο οποίος θεωρούσε αρχή των πάντων το Εν, από το οποίο απορρέει ο τριαδικός Νους.
Σύμφωνα με την ανάλυσή του, αυτός ο τριαδικός Νους εκφράζεται, στην ιεραρχική τάξη του Δωδεκαθέου, μέσω της σχέσεως Δίας - Πατήρ, Αθηνά - Πνεύμα και Απόλλων - Λόγος. Ο Μπατής συμπεραίνει ότι από αυτές τις δοξασίες απέρρευσε και η αντίστοιχη τριαδική αντίληψη του θείου στον Χριστιανισμό, σε αντίθεση με τον Ιουδαϊσμό ο οποίος παραμένει αυστηρά μονολατρικός, εστιαζόμενος στον Γιαχβέ.[47]
Σημείωση: Το όνομα "Γιαχβέ" (Yahweh) είναι η πιο πιθανή φωνητική απόδοση (ανασύνθεση) του Τετραγράμματου (Tetragrammaton), δηλαδή των τεσσάρων εβραϊκών συμφώνων: יהוה (YHWH).
Κατά την περίοδο σύνταξης της Εβραϊκής Βίβλου (Παλαιά Διαθήκη), τα φωνήεντα πράγματι δεν γράφονταν, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η απόλυτα βέβαιη ανάγνωση της αρχικής προφοράς του Τετραγράμματου (יהוה, YHWH)
Το όνομα "Γιαχβέ" είναι ανύπαρκτο στην αρχαία ελληνική Γραφή διότι οι μεταφραστές των Ο' απέδωσαν τη σημασία και τον τίτλο του Θεού («Κύριος») και όχι την «πιθανή» του προφορά.
Επομένως, η προφορά "Γιαχβέ" (Yahweh) προέκυψε παραδοσιακά από τη σύνθεση αρχαίων ιστορικών και γλωσσολογικών ενδείξεων (κυρίως από τον 2ο έως τον 5ο αιώνα μ.Χ.), ενώ η προφορά "Ιεχωβά" αποτελεί νεότερο γλωσσικό υβρίδιο του Μεσαίωνα.
Άλλες αποδόσεις του τετραγγράματου στην ελληνική:
Ιαουέ ως "ο Ων και ο εσόμενος" (Κλήμ. Στρωματ. 5.6.34).
Ια και Ιαώ "επώνυμα εστί του ενός και αυτού Θεού" (Ωριγ. Κατά Κέλσ. 6.32)
Επίσης ο Σύρος χριστιανός συγγραφέας και επίσκοπος Θεοδώρητος ο Κύρου στο έργο του "Απορίαι και Λύσεις εις την Έξοδον (Quaestiones in Exodum) στην ερώτηση 15 (Quaestio XV) ανφέρει: «Οἱ μὲν Σαμαρεῖται Ἰαβέ, οἱ δὲ Ἰουδαῖοι Ἰαὼ φωνεῖν αὐτό φασιν.»
Ἰαβέ (Iabé): Η προφορά που χρησιμοποιούσαν οι Σαμαρείτες. Αυτή θεωρείται από πολλούς μελετητές ως η πιο κοντινή στην πιθανή αρχική προφορά Γιαχβέ (Yahweh).
Ἰαώ (Iaō): Η προφορά που χρησιμοποιούσαν οι Ιουδαίοι. Αυτή η φωνητική απόδοση εξηγεί γιατί το όνομα Ιαώ έγινε τόσο διαδεδομένο σε ελληνιστικά μυστικιστικά κείμενα και στον Γνωστικισμό,
Άρρεν και Θήλυ στους Γνωστικούς: Ανδρογυνία και Λύτρωση
Η Γνωστική ερμηνεία της δημιουργίας του ανθρώπου διαφέρει ριζικά από τη βιβλική αφήγηση:
«Καὶ ᾠκοδόμησεν Κύριος ὁ Θεὸς τὴν πλευράν ἣν ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ Αδάμ εἰς γυναῖκα καὶ ἤγαγεν αὐτὴν πρὸς τὸν Αδάμ.» (Γέν. 2:22)
1. Η Αρχέτυπη Ανδρογυνία (Ενοφυλία)
Οι Γνωστικοί παρερμήνευαν την οικοδόμηση της γυναίκας από την πλευρά του χοϊκού Αδάμ ως παράτυπο και παροδικό διαχωρισμό του θηλυκού στοιχείου από το αρσενικό, θεωρώντας τον ως την πρωταρχική αιτία του θανάτου και της πτώσης. Οραματίζονταν έναν αρχέτυπο πνευματικό Θεό, τον Αρχάνθρωπο ή Μητροπάτορα, ο οποίος ήταν ανδρόγυνος (δίφυλος, άρρεν και θήλυ). Ο διαχωρισμός αυτός θεωρήθηκε ως απώλεια της αρχικής ενοφυλίας (ή αφυλίας).
2. Η Επανένωση ως Λύτρωση
Η φυσική σύζευξη, μεταξύ ανδρός και γυναικός, αποτυπώνει την ανάγκη για επανένωση των φύλων και αποκατάσταση της αρχέτυπης πνευματικής κατάστασης. Αυτή η αποκατάσταση της ανδρογυνίας θεωρείτο ως ουτοπικό ιδεώδες για την τελική λύτρωση.
Η ιδέα της επανένωσης (ενοφυλίας/αφυλίας) ως όρος για την είσοδο στη Βασιλεία των Ουρανών ανιχνεύεται και σε κείμενα αναγνωρισμένα ως Ορθόδοξα, όπως στην «Β΄ επιστολή Κλήμεντος» [48] και στο «Μαρτύριον της Περπέτουας» [49].
3. Οι Αμφισβητούμενες Τελετές
Ορισμένες Γνωστικές ομάδες, όπως οι Ναασηνοί, οι Καρποκρατιανοί, οι Οφίτες, και οι Βορβορίτες, κατηγορήθηκαν από τους αιρεσιολόγους ότι πραγματοποιούσαν θρησκευτικές τελετές προς τιμή του ερμαφρόδιτου Αρχάνθρωπου. Ο σκοπός αυτών των τελετών φέρεται να ήταν η βίωση της αρχέγονης ανδρογυνίας και, κατά συνέπεια, η άρση της τεκνοποιίας (μέσω της αποφυγής της). Με παρόμοιους μύθους, πράξεις που θεωρούνταν παρά φύση απέκτησαν σε κάποιους κύκλους θρησκευτικό/τελετουργικό χαρακτήρα (βλ. Γέν. 19:4-5, αν και η σύνδεση είναι έμμεση).
«Διά τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας· διότι και αι γυναίκες αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν· ομοίως δε και οι άνδρες, αφήσαντες την φυσικήν χρήσιν της γυναικός, εξεκαύθησαν εις την επιθυμίαν αυτών προς αλλήλους, πράττοντες την ασχημοσύνην άρσενες εις άρσενας και απολαμβάνοντες εις εαυτούς την πρέπουσαν αντιμισθίαν της πλάνης αυτών.» (Ρωμ. 1:26—27)
Η Σύνδεση με το Σήμερα και άλλα Αρχέτυπα
Αυτή η Γνωστική ερμηνεία της ανδρογυνίας ως αρχέτυπου ιδανικού και η επιδίωξη της ενοφυλίας μέσω της άρσης της οντολογικής διάκρισης των φύλων, αποτελεί, κατά τον συγγραφέα, το υπόβαθρο της σύγχρονης αποδοχής και προώθησης:
Από τον Φιλελεύθερο Χριστιανισμό και τον Νέο-Γνωστικισμό της παρά φύση σεξουαλικής πράξης και του ανδρόγυνου μοντέλου (unisex).
Λανσάρισμα του κοινωνικού φύλου (Gender = γένος), επιχειρώντας την παύση της οντολογικής διάκρισης των δύο βιολογικών φύλων, με αποτέλεσμα την εναντίωση στην βιβλική εντολή «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε»
Μύθοι Ανδρογυνίας εκτός Γνωστικισμού
Ο μύθος του ανδρόγυνου θεού ή ανθρώπου δεν περιορίζεται στα Γνωστικά συστήματα, αλλά απαντάται ευρέως σε αρχαίες θρησκείες και φιλοσοφία:
Ορφισμός: Στη θεογονία των Ορφικών, μέσα από το Κοσμικό Αυγό γεννιέται μια αρρενοθήλεια θεότητα, ο Φάνης (= Θεός του Φωτός). Ο Φάνης περιγραφόταν ως «Πατέρας - Μητέρα», με τέσσερα μάτια και τέσσερα κεφάλια (ταύρου, λιονταριού, φιδιού, κριαριού), χρυσά φτερά και φωνή λιονταριού και κριού. Άλλες ονομασίες του ήταν: Φαέθων, Μήτις, Πρωτόγονος, Έρως, Ηρικεπαίος. Η επικοινωνία με τον Φάνητα γινόταν μέσω μαγικών τελετών και ξορκιών.
Ερμητισμός: Στον Ποιμάνδρη του Ερμή του Τρισμέγιστου, ο πρώτος Νους και πατήρ πάντων αναφέρεται ρητά ως αρρενοθήλυς [50].
Πλατωνισμός (Συμπόσιο): Στον πλατωνικό μύθο που εκφράζει ο Αριστοφάνης στο Συμπόσιο, περιγράφονται τα δίφυλα όντα. Ο αρχικός άνθρωπος φτιάχτηκε σε τρία διπλά γένη:
Διπλό αρσενικό (γέννημα του ήλιου).
Διπλό θηλυκό (γέννημα της γης).
Αρσενοθήλυκο (γέννημα της σελήνης, με στοιχεία της γης και του ήλιου). Τα ολόκληρα αυτά όντα αθέτησαν την εξουσία των θεών, οι οποίοι για τιμωρία τα διχοτόμησαν. Έκτοτε, οι άνθρωποι, μέσω του έρωτος, αναζητούν «το έτερο τους ήμισυ» [51].
Ο Σύγχρονος Γνωστικισμός και η Κληρονομιά του
Οι αρχαίες γνωστικές παραδόσεις, αν και καταδικάστηκαν ως αιρέσεις από την πρωτοχριστιανική Εκκλησία [53], εν τούτοις άσκησαν μεγάλη επιρροή στα μετέπειτα θρησκεύματα, καθώς και στη διαμόρφωση του ελληνοχριστιανικού δόγματος, και γνώρισαν μια εντυπωσιακή αναβίωση τον 20ό και 21ο αιώνα. Η ανακάλυψη της Βιβλιοθήκης της Ναγκ Χαμαντί το 1945 εμπλούτισε σημαντικά την κατανόηση αυτών των διδασκαλιών, προκαλώντας νέο ακαδημαϊκό και πνευματικό ενδιαφέρον.
Σήμερα, στοιχεία της γνωστικής σκέψης εντοπίζονται σε μια ποικιλία σύγχρονων κινήσεων. Οι Νεογνωστικές ομάδες επιδιώκουν την άμεση αναβίωση των αρχαίων πρακτικών, ενώ στοιχεία όπως ο δυαδισμός (φως - σκοτάδι) και η έμφαση στην εσωτερική γνώση έχουν επηρεάσει τον Εσωτερισμό, την Καμπαλά, και διάφορες μορφές της Νέας Εποχής (New Age). Επίσης, μοτίβα που θυμίζουν γνωστικά θέματα—όπως η απελευθέρωση μέσω της γνώσης από έναν ψευδαισθητικό κόσμο—εμφανίζονται στη λαϊκή κουλτούρα, σε ταινίες όπως το "The Matrix".
Αυτή η αναβίωση εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, όπου πολλοί σύγχρονοι άνθρωποι, απογοητευμένοι από τις επιβεβλημένες παραδοσιακές θρησκείες, τις οποίες θεωρούν υπαίτιες της πολιτισμικής παρακμής, στρέφονται σε εναλλακτικές πνευματικές διαδρομές. Οι γνωστικές αφηγήσεις, με την έμφασή τους στην προσωπική, άμεση γνώση και την αμφισβήτηση των εγκατεστημένων πολιτικών και θρησκευτικών εξουσιών, βρίσκουν γόνιμο έδαφος σε αυτό το πνευματικό κλίμα. Παράλληλα, μέσα στον Προτεσταντικό και τον Φιλελεύθερο Χριστιανισμό, υπάρχει μια τάση επανεξέτασης των γνωστικών κειμένων όχι ως αίρεσης, αλλά ως μέρους του πολύμορφου χριστιανικού μωσαϊκού των πρώτων αιώνων.
----------------------------------------------------------
Σημειώσεις
[12] Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη σελ. 64
[13] Φιλοσοφούμενα, η κατά πασών αιρέσεων έλεγχος, βιβλίο V, 9 σελ. 121
[14] Φιλοσοφούμενα, η κατά πασών αιρέσεων έλεγχος. βιβλίο VII, 35 σελ. 245
[15] Ειρηναίου, έλεγχος, Βιβλίο Α, 30:13
[16] Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη σελ. 67
[17] Ερμητικά κείμενα, εκδ. Παρασκήνιο, εισαγωγή σελ. 9
[18] Gourinat Jean Batiste «Οι Στωικοί για την ψυχή», εκδ. Καρδαμίτσα, 1999 σελ. 30.
[19] DMITRIEVSKIJ, Opisanie 2, 547. Ε.Ι.Ε.Κ.Ν.Ε 60 Θεσμοί και Ιδεολογία στη νεοελληνική κοινωνία. Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης «ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ. Η προσαρμογή μιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας».
[20] Αριστοτέλης: Περί ψυχής, 413a4-6
[21] http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/prayers/kontakia_xristoygennwn.htm
[22] Κατελής Βίγκλας «Χαλδαϊκή και Νεοπλατωνική θεολογία»
[23] Ιάμβλιχος «περί Αιγυπτίων Μυστηρίων» VIII, 2
[24] Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη «Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι» (7.9. Η μετοχή και η μίμηση)
[25] Στο έργο του Ωριγένους διασώζεται ο εξής γνωστικός ύμνος: «Από σου πατήρ και δια σε μήτηρ, τα δύο αθάνατα ονόματα, αιώνων γονείς, πολίτα ουρανού, μεγαλώνυμε άνθρωπε». Διαιρούσιν δε αυτόν, ως Γηρυόνην, τριχή. «Φιλοσοφούμενα, η, κατά πασών αιρέσεων έλεγχος βιβλίο Ε.7 σελ. 95»
Στα γνωστικά διαρχικά συστήματα η θεότητα και η ανθρωπότητα στην αρχέτυπη μορφή τους παρουσιάζονται με δύο φύσεις άρρεν και θήλυ οι οποίες αποχωρίστηκαν, για αυτό υπάρχουν άνδρες και γυναίκες και η ένωσή τους -ενοφυλία ή αφυλία - είναι το επιζητούμενο. Για περισσότερα βλέπε: «Ενοφυλία το ιδεώδες των γνωστικών» του Παναγιώτη Χρήστου.
Την ιδέα της αρρενοθηλείας -δύο φύσεις ενωμένες σε μία οντότητα- την συναντάμε στην λατρεία της θεάς Κυβέλης και του Άττη και στους Πυθαγόρειους Στην ελληνική μυθολογία ο Ερμαφρόδιτος ήταν γιος του Ερμή και της Αφροδίτης και πήρε το όνομά του από τα ονόματα των γονιών του.
[26] http://erevoktonos.blogspot.com/2018_01_25_archive.html
[27] Ιουστίνου Απολ. Α΄32, 10
[28] Στον αρχαίο κόσμο ήταν διαδεδομένη η θεωρία της «αποκάθαρσις από των κακών», δια της εκπύρωσης και η αποκατάσταση των στοιχείων στην αρχική τους μορφή. Οι Στωικοί, αναπαράγοντας τον Ηράκλειτο, δεχόντουσαν «ότι ο κόσμος είναι φθαρτός, καταστρεφόμενος δια της εκπυρώσεως και αναγεννώμενος πάλιν εκ νέου. Η ιστορία του κόσμου άρα είναι αλληλοδιαδοχή κόσμων φθειρομένων και αναγεννωμένων. Η καταστροφή εκάστου περιοδικώς εμφανιζομένου κόσμου συντελείται δι΄ εκπυρώσεως, ήτις είναι μετατροπή συμπάντων των εν τω κόσμω όντων εις πυρ, «εις πύρ ανάλυσις των όντων». «Την τοιαύτην εκ νέου δημιουργίαν καλούν οι Στωικοί «παλιγγενεσίαν» και «αποκατάστασιν». Δια ταύτης επέρχεται εκ νέου η «διακόσμησις» …….. Η μεθ΄ εκάστην εκπύρωσιν εμφανιζομένη διακόσμησις είναι αιωνίως η αυτή». (Κ. Δ. Γεωργούλης, Ιστορία της Ελληνικής φιλοσοφίας. Εκδ. Παπαδήμα Αθήναι 1994 σελ. 380-381)
[29] Κατελής Βίγκλας «Χαλδαϊκή και Νεοπλατωνική θεολογία» https://www.researchgate.net
[3ο] Ιωάννης Καραβιδόπουλος «Ο Ιούδας της ιστορίας και ο Ιούδας των αποκρύφων κειμένων» http://www.discussion.gr/themata/judas/karavidopoulos.html
[31] Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου «Ελλήνων μύθοι. Η Γαία και ο Ουρανός» https://www.larissanet.gr/2017/08/09/i-gaia-kai-o-ouranos/
[32] Παναγιώτης Χρήστου «Ενοφυλία το ιδεώδες των Γνωστικών» www.apostoliki-diakonia.gr «Γενικώς εις τα συστήματα των Γνωστικών δύο θεότητες προεδρεύουν των θείων και των εγκοσμίων, μία άρρην και μία θήλεια. Η πρώτη περικλείει το ουράνιον στοιχείον, η Δευτέρα το γήινον είναι ο ουρανός και η γη της παλαιάς ελληνικής θρησκείας.»
[33] Ερμή του Τρισμέγιστου «Ερμητικά κείμενα» ISBN: 960-7107-01-2 εκδ. Παρασκήνιο. (Εισαγωγικά για τον πρώτο λόγο σελ. 15)
[34] Κατά τον μύθο η Ιώ πέρασε από το ένα πέλαγος και σε ανάμνηση της το ονόμασαν Ιόνιο πέλαγος.
[35] Η ένωση των δύο φύσεων του Ιησού Χριστού σε μία υπόσταση, αποδέχεται ήπιο Αρειανισμό. Κατά τον Άρειο, ο οποίος πίστευε σε ιεραρχική τριάδα, που σχηματίστηκε σταδιακά και όχι αιώνια, «ο κτιστός Υιός του Θεού προσέλαβε ως Χριστός «εν χρόνω», όχι όλη την ανθρώπινη φύση του, αλλά μόνο ανθρώπινο (Χοϊκό) σώμα χωρίς ψυχή, αφού τη θέση της ψυχής την κατέβαλε ο κτιστός λόγος (συγγενής πίστη με αυτή των Απολιναριστών)». Πηγή
[36] Ο Βισνού είναι η τρίτη μορφή της ανώτατης τριαδικής θεϊκής εκδήλωσης του ινδουισμού, Τριμούρτι, όπου ο Βράχμα είναι ο δημιουργός, ο Βισνού είναι ο διατηρητής /προστάτης και ο Σίβα είναι ο καταστροφέας ή ο μετασχηματιστής, που είναι όρος γνωστικός.
[37] Ζαν Ντορές «Τα απόκρυφα κείμενα των γνωστικών της Αιγύπτου» σελ. 269
[38] Κλάδος του Ισλάμ, με δεύτερο κλάδο τους Σουνίτες, που δέχονται τον Αλή, τον γαμπρό και ξάδελφο του Μωάμεθ για ηγέτη -Χαλίφη κατά την παράδοση- αντίθετα με τους Σουνίτες που δέχονται τον Αμπού Μπακρ, ως πρώτο διάδοχο του Μωάμεθ.
[39] Ιουδαϊκοί πόλεμοι, βιβλίο. Β΄, VIII, 14
[40] Σπύρος Ράγκος «Γνωστικισμός και Πλάτων» http://n1.intelibility.com/ime/lyceum/?p=lemma&id=350&lang=1
[41] Μιχάλης Μπατής «Η Τριαδικότητα του Θείου κατά τον Πυθαγόρα» https://intownpost.com/
[42] Αριστοτέλους, Περί Ουρανού, Βιβλίον I, 268α
[43] Έγγραφα 10 και 104, «Η Αγία Τριάδα του Παραδείσου» και «Προέλευση της σκέψης για την τριάδα», από το βιβλίο «Ουράντια» του ιδρύματος Ουράντια στο Σικάγο του Ιλινόις. https://www.urantia.org/el/vivlio-tis-oyrantia/eggrafo-104-proeleysi-tis-skepsis-gia-tin-triada
[44] https://hellenictheology.gr/kronos-nous-dias-kosmiki-psychi/
[45] www.agniyogahellas.gr
[46] Μιχάλης Μπατής ««Η Τριαδική Υπόσταση του Θείου- Η Αέναη Πάλη Θήλεως και Άρρενος» (Μέρος Β΄)» www.intownpost.com
[47] Μιχάλης Μπατής «Ελληνιστική εποχή και Χριστιανισμός» www.intownpost.com
[48] Ο Ιησούς απαντώντας σε ερώτηση μαθητού, απαντά ότι η βασιλεία θα έλθει «όταν τα δύο εν και το έξω ως το έσω, και το άρρεν μετά της θηλείας, ούτε άρρεν ούτε θήλυ». (Β΄ Κλήμεντος 12:26)
[49] «Πρὸ μιᾶς οὖν τοῦ θηριομαχεῖν ἡμᾶς, βλέπω ὅραμα τοιοῦτον. Πομπόνιος ὁ διάκονος, φησίν, ἦλθεν πρὸς τὴν θύραν τῆς φυλακῆς καὶ ἔκρουσεν σφόδρα …. καὶ λέγει μοι· Σὲ περιμένω, ἐλθέ. καὶ ἐκράτησεν τὰς χεῖράς μου, καὶ ἐπορεύθημεν διὰ τραχέων καὶ σκολιῶν τόπων· καὶ μόλις παρεγενόμεθα εἰς τὸ ἀμφιθέατρον· καὶ εἰσήγαγέν με εἰς τὸ μέσον καὶ λέγει μοι· Μὴ φοβήθῃς· ἐνθάδε εἰμὶ μετὰ σοῦ, συγκάμνων σοι· καὶ ἀπῆλθεν. καὶ ἰδοὺ βλέπω πλεῖστον ὄχλον ἀποβλέποντα τῇ θεωρίᾳ σφόδρα· κἀγὼ ἥτις εἶδον πρὸς θηρία με καταδικασθεῖσαν ἐθαύμαζον ὅτι οὐκ ἔβαλλόν μοι αὐτά. καὶ ἦλθεν πρός με Αἰγύπτιός τις ἄμορφος τῷ σχήματι μετὰ τῶν ὑπουργούντων αὐτῷ μαχησόμενός μοι. καὶ ἔρχεται πρός με νεανίας τις εὐμορφώτατος τῷ κάλλει ἐξαστράπτων, καὶ ἕτεροι μετ᾿ αὐτοῦ νεανίαι ὡραῖοι, ὑπηρέται τε σπουδασταὶ ἐμοί. καὶ ἐξεδύθην καὶ ἐγενήθην ἄρρην». (Μαρτύριο Περπέτουας 10)
[50] «Ο Νους-Θεός που είναι σερνικο-θήλυκος, ζωή και φως μαζί γέννησε με ένα λόγο, άλλον δημιουργό Νουν, ο οποίος είναι θεός της φωτιάς (πυρός) και του πνεύματος και ο ενιαίος δημιουργός επτά διοικητών που περιέχουν σε κύκλους τον αισθητό κόσμο και η διοίκησή τους καλείται Ειμαρμένη». (Ερμητικός λόγος Α΄ 9, Ποιμάνδρης)
[51] Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης «Η ομοφυλία στον πλατωνικό μύθο» eranistis.net
[52] Μιχάλης Μπατής «Η Τριαδική Υπόσταση του Θείου- Η Αέναη Πάλη Θήλεως και Άρρενος ως Κεντρικό Πρόσωπο της Τριαδικότητας στην Αρχαία Ελλάδα και τον Κόσμο» (Μέρος Α΄) www.intownpost.com
[53] Οι αρχικοί θηρευτές αιρέσεων της χριστιανικής Εκκλησίας (Ειρηναίος, Ιππόλυτος, Επιφάνιος κλπ.) θεωρούσαν τον Γνωστικισμό μια επάρατη χριστιανική αίρεση και έγραψαν δεκάδες τόμους πολεμικής ρητορικής εναντίον του. Οι Έλληνες φιλόσοφοι από την άλλη ήταν διχασμένοι όσον αφορά τον Γνωστικισμό. Για παράδειγμα, ο Πλωτίνος στο βιβλίο του «Προς Γνωστικούς» θα πολεμήσει τις αντιλήψεις τους και γενικά τη θεοσοφία των Γνωστικών, που τη θεωρεί διαστροφή τής πλατωνικής διδασκαλίας. Άλλοι Νεοπλατωνιστές όμως, όπως ο Πορφύριος και ο Ιουλιανός, ευθυγραμμίζονται με τους Γνωστικούς στην πολεμική τους κατά των Χριστιανών και ιδιαίτερα στην απόκρουση της ιδέας ότι ο υπέρτατος Θεός μπορεί να είναι ο ίδιος δημιουργός του υλικού κόσμου. Πηγή: Βικιπαίδεια: Γνωστικισμός
<< Επιστροφή στην Αρχική σελίδα