Οι θρησκείες και ο Χριστός είναι αντίθετοι δρόμοι
Οι θρησκείες και ο Χριστός είναι αντίθετοι δρόμοι
Συγγραφή: Ευάγγελος Δ. Κεπενές (Αθήνα, Φεβρουάριος 19, 2020, ώρα 23:59)
Προλεγόμενα
«Ὦ Τιμόθεε, τὴν παρακαταθήκην φύλαξον, ἐκτρεπόμενος τὰς βεβήλους κενοφωνίας καὶ ἀντιθέσεις τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, ἥν τινες ἐπαγγελλόμενοι περὶ τὴν πίστιν ἠστόχησαν. Ἡ χάρις μετὰ σου· ἀμήν.» (Α΄ Τιμ. 6:20-21)
Από αρχαιοτάτων χρόνων, η γέννηση και η εξέλιξη των θεογονικών και των κοσμογονικών μύθων (που ήταν το αποτέλεσμα φιλοσοφικών σκέψεων, για την ερμηνεία της φύσης και την θέση του ανθρώπου σε αυτή) και των θρησκειών που πάντοτε διασυνδέονταν με εθνικούς σκοπούς, αποτέλεσαν και αποτελούν το σημαντικότερο παράγοντα διαμόρφωσης και εξέλιξης των πολιτισμών και της πολύπαθης ιστορίας του κόσμου.
Σύμφωνα με τους θρησκειολόγους, στην προϊστορία γεννήθηκε ο Ανιμισμός (θρησκευτική πίστη του ανθρώπου σε πνευματικές υπάρξεις που εμψυχώνουν την φύση, που οδήγησε στον πρωταρχικό φόβο των πνευμάτων των νεκρών). Ο Ανιμισμός δεν έπαυσε να ανιχνεύεται στον Σαμανισμό, σε θρησκείες, στις πεποιθήσεις της «Νέας Εποχής» (New Age) και στα τηλεοπτικά ή έντυπα παιδικά παραμύθια, όπου η ύλη έχει φωνή, ακούει, βλέπει, δακρύζει κ.ά.. Ακολούθησε ο Τοτεμισμός (η χειροποίητη κατασκευή, από τον μάγο της φυλής, ξυλόγλυπτης απεικόνισης ζώου ή φυτού, που θεωρούσαν ότι έχει ιερές ιδιότητες και προστάτευε την πατριά ή την φυλή) και η Προγονολατρία (δυαλιστική πίστη, πως οι ψυχές/ζωές των προγόνων είναι αθάνατες πνευματικές οντότητες και μετά τον θάνατο του υλικού σώματος τους εξακολουθούν να προστατεύουν και να βοηθούν τους απογόνους τους).
Η αύξηση των πληθυσμών και η δημιουργία εθνών και κρατών, ανέδειξε ιδιαίτερες ιερές θρησκευτικές δοξασίες, λαϊκά έθιμα, μουσικές και εικαστικές παραδόσεις και μυθικές ενώσεις γήινων εξουσιών με θεϊκές δυνάμεις, που απέβησαν χρήσιμες για την συνοχή των κοινωνιών και την πειθαρχεία τους στην εξουσία. Αποτέλεσμα ήταν να γεννηθούν πολλές θρησκείες και εξουσιαστικά ιερατεία, με ιδιαίτερο τρόπο εκλογής το καθένα, των οποίων οι λατρευτικές πρακτικές ήταν συνυφασμένες με την κοινωνική και δημόσια ζωή και ταυτίστηκαν με την έννοια της πατρίδας και του έθνους. Με βασικό θρησκευτικό ερέθισμα το άγνωστο και τον φόβο, η κάθε θρησκεία σύστηνε τον δικό της προστάτη και θαυματουργό θεό ή θεούς, είχε την δική της κοσμοθέαση και ερμηνεία για την ανθρώπινη ζωή και την προέκτασή της μετά θάνατο, έχοντας όμως παράλληλα και ομοιότητες, λόγω κοινών ριζών, από την αλληλεπίδραση των πολιτισμών και την ανέκαθεν τάση των προσήλυτων να προσαρμόζουν την νέα τους πίστη στην υπάρχουσα παλαιά.
Στην αρχαία Μεσοποταμία, οι Σουμέριοι ανέπτυξαν ένα πολύπλοκο πολυθεϊστικό θρησκευτικό σύστημα με διάφορες θηλυκές και αρσενικές θεότητες και δαίμονες και ποικίλες κοσμοθεωρίες. Στην κάθε πόλη-κράτος των Σουμερίων, ο βασιλιάς της ήταν «ο αντικαταστάτης του θεού επί γης» (πατέσι ή ισάκ) με υπερεξουσίες. Την πόλη προστάτευε ο πολιούχος της και του κατασκεύαζαν οικία-ναό (Ziggurat) που ήταν υψηλή ογκώδης κατασκευή με μορφή βαθμιδωτής πυραμίδας. Η κατασκευή αυτή απεικόνιζε την έμφυτη ανάγκη του χοϊκού ανθρώπου να συνδεθεί με το Θείο. Στην γη των Σουμερίων κατοίκησαν οι Χαλδαίοι που ανέπτυξαν την επιστήμη της αστρονομίας και των μαθηματικών, τη μαγεία, τη μαντεία και ανέδειξαν την Βαβυλώνα κοιτίδα της αρχαίας σοφίας. Για τους Χαλδαίους, τα άστρα ήταν αυτόβουλες θεϊκές οντότητες που επιδρούσαν στη ζωή των ανθρώπων και μέσω θεουργιών μπορούσαν να εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους (Αστρολογία). Στο (Δανιήλ 2:2) οι Χαλδαίοι αναφέρονται ως μάγοι φαρμακευτές και επαοιδοί (= οι ενεργούντες μάγια με ψαλμωδίες).
Οι δοξασίες αυτές μαζί με τον περσικό Ζωροαστρισμό ή Μαζδαϊσμό (οι χρονολογικές απόψεις γέννησής του διίστανται) και την εμφάνιση τον 6ο αι π.Χ., του Κομφουκιανισμού στην Κίνα, του Ορφισμού στην Ελλάδα και του Βουδισμού στην Ινδία, διαμόρφωσαν και την ιστορία των εθνών.
Με την αιχμαλωσία του δεκάφυλου βασιλείου του Ισραήλ από τους Ασσύριους το 752 π.Χ. και την Βαβυλωνιακή αιχμαλωσία του δίφυλου βασιλείου του Ιούδα το 586 π.Χ., ολοκληρώθηκε και η διασπορά στα έθνη των απογόνων του Άβραμ, που καταγόταν από την Ουρ των Χαλδαίων, των οποίων ο ιστορικός μονοθεϊστικός βιβλικός Ιουδαϊσμός, ήταν ο πρόδρομος της αρχέγονης γνήσιας Εκκλησίας του Ιησού Χριστού.
Η γέννηση της Εκκλησίας του Χριστού «ἥτις ἐστὶν τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσιν πληρουμένου» (Εφ. 1:23) δεν ήταν αποτέλεσμα ανθρώπινης εξελισσόμενης θρησκείας, αλλά ήταν το αποτέλεσμα της εκπλήρωσης των βιβλικών επαγγελιών και των τύπων του βιβλικού Ιουδαϊσμού δια του Ιησού Χριστού, που δόθηκαν από τον Ένα Αληθινό, εξωσυμπαντικό Θεό, μέσω των Εβραίων προφητών Του. Μέσα δε από την Εκκλησία έγινε γνωστό εις τις αρχές και τις εξουσίες στα επουράνια η πολυποίκιλος σοφία του Θεού.
«ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ θεοῦ, κατὰ πρόθεσιν τῶν αἰώνων ἣν ἐποίησεν ἐν τῷ Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ ἡμῶν.» (Εφ. 3:10-11)
Η ιδρυθείσα Eκκλησία του ζωντανού Θεού ήταν και είναι το γέννημα το Θεού εξ αφθάρτου σπέρματος και όχι προσχέδιο μιας ατελούς θρησκείας ή ενός φιλοσοφικού συστήματος, το οποίο παρέδωσε ο Θεός στους «πατέρες - φιλόσοφους» της Ορθοδοξίας, για να το διαμορφώσουν τυπολατρικά, να το αποκρυσταλλώσουν δογματικά και να το εδραιώσουν οικουμενικά με θεσμικό εξαναγκασμό, καταπατώντας το «ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν … ». Η Eκκλησία του Θεού ήταν και είναι «ο στύλος και το εδραίωμα (= στερέωμα / βάση) της αληθείας» την οποία απέκτησε ο Κύριος και Θεός για τον εαυτό Του, με το δικό Του τίμιο αίμα, για να εξαγγείλει τις αρετές Του και όχι τα καταστατικά των θρησκειών.
«Μη ενθυμήσθε τα πρότερα και μη συλλογίζεσθε τα παλαιά. Ιδού, εγώ θέλω κάμει νέον πράγμα· τώρα θέλει ανατείλει· δεν θέλετε γνωρίσει αυτό; θέλω βεβαίως κάμει οδόν εν τη ερήμω, ποταμούς εν τη ανύδρω. Τα θηρία του αγρού θέλουσι με δοξάσει, οι θώες και οι στρουθοκάμηλοι [εννοεί τους κατά σάρκα Εθνικούς, βλέπε (Πράξ. 10-11-12)], διότι δίδω ύδατα εις την έρημον, ποταμούς εις την άνυδρον, διά να ποτίσω τον λαόν μου (το γένος μου, Ο'), τον εκλεκτόν μου.
«Ο λαός, τον οποίον έπλασα εις εμαυτόν, θέλει διηγείσθαι την αίνεσίν μου.» (Ησ. 43:18-21)
«Επειδή ανεγεννήθητε ουχί εκ φθαρτού σπέρματος, αλλά αφθάρτου, διά του λόγου του Θεού του ζώντος και μένοντος εις τον αιώνα.» (Α' Πέτρ. 1:23)
Σε αυτούς, που το Πνεύμα το Άγιο έθεσε επισκόπους στην πρώτη Εκκλησία (και όχι σε θρησκευόμενους επαγγελματίες ή αυτόκλητους επισκόπους) ο απόστολος Παύλος είπε:
«Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος.» (Πράξ. 20:28 GR/Orthodox)
Περιεποιήσατο είναι μέση φωνή, αόριστος, ενικός του ρήματος περιποιώ = διαφυλάττω δι’ εαυτόν//σώζω δι’ εαυτόν//αποκτώ δι’ εαυτόν//λαμβάνω τι εις την κατοχήν μου. (Λεξ. Σταματάκου)
Η αποστολική διαδοχή
Η «αδιάκοπη αποστολική διαδοχή» των θρησκευόμενων επαγγελματιών επισκόπων, που επικαλείται το Ορθόδοξο μυστικιστικό θρησκευτικό σύστημα, καθώς και το «συνεχιζόμενο αποστολικό έργο που επικαλούνται οι σημερινοί αυτόκλητοι [δούλοι του Θεού]», δεν αναγνωρίζει την ολοκλήρωση του αυθεντικού αποστολικού έργου. Όμως η εκκλησιαστική γραμματεία και οι ιστορικοί της ύστερης αρχαιότητος αναδεικνύουν με πιστότητα την απουσία νέων αποστόλων, με το κύρος και την δράση των Αποστόλων της Πρώτης Εκκλησίας. Αυτή η διαπίστωση είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι το μοναδικό έργο του Θεού για την σωτηρία των ανθρώπων, μέσω του Ιησού Χριστού, εκπληρώθηκε στην γενεά των έγκριτων Αποστόλων. Εμείς καλούμαστε απλά να το πιστεύουμε και να αναπαυόμαστε σε αυτό δοξάζοντας τον βιβλικό Ιησού και εξαγγέλλοντας τις αρετές Του, που είναι να διάγουμε ενάρετο βίο. Αγαπώντας δε και συγχωρώντας αλλήλους και διδάσκοντας και διδασκόμενοι με την αλήθεια του Θεού, αποδεικνύουμε ότι είμαστε αληθινά πνευματικά τέκνα Του που μάχονται για την ειρήνη με όπλο την αγάπη και σημαία τον Λυτρωτή και Αληθινό Θεό Ιησού.
«Οἴδαμεν δὲ ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ ἥκει καὶ δέδωκεν ἡμῖν διάνοιαν ἵνα γινώσκομεν τὸν ἀληθινόν, καὶ ἐσμεν ἐν τῷ ἀληθινῷ ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστῷ. οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινὸς θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος.» (Α΄ Ιωάν. 5:20)
Έκτοτε, οι ατελείωτες χριστολογικές έριδες και αναλύσεις κατέληξαν στην αποδοχή του «φιλοσοφικού Ιησού» που είναι αντιγραφή του μυθικού «Αιώνα Ιησού» των Γνωστικών και διάφορος του «βιβλικού Ιησού». Οι δε συνοδικές αποφάσεις των φιλόσοφων «πατέρων» που διάβαζαν τα κείμενα των Προφητών και των Αποστόλων με μπούσουλα τις διδαχές της ελληνικής Φιλοσοφίας και Μυθολογίας, σκοπό είχαν να αντικρούσουν άλλες «παρεκκλίνουσες» από την «πατερική σκέψη» θρησκευτικές εκδοχές, γεννήματα του συγκρητισμού των χρόνων εκείνων.
Στο διάβα του χρόνου, οι εκκλησιαστικές μεταρρυθμίσεις ή αντιμεταρρυθμίσεις και η συνεχής ίδρυση νέων εκκλησιών, με φιλόδοξες αποικιοκρατικές βλέψεις και απόλυτες δογματικές πεποιθήσεις, το μόνο που πέτυχαν ήταν να εκθρέψουν την αντιπαλότητα, την θεολογική αλαζονεία, την μισαλλοδοξία, την κενοδοξία και να χύσουν ποταμούς αίματος μη κατανοώντας τις ρήσεις του Ιησού.
«Ο δε αποκριθείς είπε· Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της δυνάμεώς σου και εξ όλης της διανοίας σου, και τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» (Λουκ. 10:27)
«Απόστρεψον τὴν μάχαιραν σου εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρῃ ἀπολοῦνται.» (Ματθ. 26:62)
Το παλαιό ουδέποτε έπαψε να υπάρχει.
Τα σημερινά χριστιανικά δόγματα και εκκλησίες που έχουν διαμορφώσει και το σύγχρονο παρακμάζοντα Δυτικό πολιτισμό, είναι διασκευές και προσαρμογές παλαιών μεταποστολικών μίξεων, ιουδαιοχριστιανικών, γνωστικών, ανατολικών, αστρολογικών, μυθικών και άλλων θρησκευτικών εκδοχών, που ο χρόνος μετέφερε ή αναζωπύρωσε. Θυμίζουν δε έντονα τις διαμάχες και τις αντεγκλήσεις των ολίγων αρχαίων φιλοσόφων (πολυποίκιλη ελληνική σκέψη) εκ των οποίων μερικοί σύρθηκαν σε «δίκες ασεβείας» από το σύγχρονό τους θεοκρατικό κατεστημένο, όπως ο Αναξαγόρας, ο Σωκράτης κ.ά., διώχθηκαν και δολοφονήθηκαν, όπως ο Ελεάτης Ζήνων, οι Πυθαγόρειοι κ.ά., των οποίων όμως οι θεογονικές και κοσμογονικές θεωρίες, απέτυχαν να δώσουν στους μαθητές τους την γνώση του αληθινού Θεού και ορθές απαντήσεις στις υπαρξιακές και μεταθανάτιες αναζητήσεις τους, θέση που αποτυπώνεται με σαφήνεια σε επιστολή του Παύλου προς Κορινθίους.
«[…] ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν.» (Α΄ Κορ. 1:21)
Η εναντίωση αυτή διατυπώνεται στην Π. Διαθήκη και για τους Εβραίους.
«Ταύτα Κυρίω ανταποδίδετε ούτω λαός μωρός και ουχί σοφός ουκ αυτός σου Πατήρ εκτήσατο σε και εποίησεν σε και έκτισέν σε.» (Δευτ. 32:6)
«Ησχύνθησαν σοφοὶ καὶ ἐπτοήθησαν καὶ ἑάλωσαν (= έπεσαν, κυριεύθησαν) ὅτι τὸν λόγον κυρίου ἀπεδοκίμασαν σοφία τίς ἐστιν ἐν αὐτοῖς.» (Ιερ. 8:9)
Οι λεκτικές αυτές εναντιώσεις στην «σοφία» των ανθρώπων αναφέρονταν στην γνώση του Θεού και όχι στα ερευνητικά /επιστημονικά επιτεύγματα της αρχαίας διανόησης. Αυτό το έπραξαν αργότερα, ενίοτε και με χρήση ένοπλης νομοθετημένης βίας (βλ. Υπατία), οι φανατικοί εκφραστές του «Καθολικού Ρωμαϊκού Χριστιανισμού», όπως ο Αφρικανός ρήτορας, πρώην Μανιχαίος, Αυγουστίνος, του οποίου η άποψη για τα μαθηματικά ήταν η εξής:
«Ο καλός χριστιανός πρέπει να προφυλάγεται από τους μαθηματικούς και όλους εκείνους που κάνουν κενές προφητείες. Ήδη υπάρχει ο κίνδυνος οι μαθηματικοί να έχουν κάνει συμβόλαιο με τον διάβολο για να συσκοτίσουν το πνεύμα και να περιορίσουν τους ανθρώπους στα δεσμά της κολάσεως.»
Στις εθνικές «χριστιανικές» εκκλησίες και στις παραφυάδες τους, κάθε λόγος για τον Δημιουργό Θεό και το τετελεσμένο έργο Του για την σωτηρία του ανθρώπου, είναι ελλιπής χωρίς αναφορά στο τέλος του κόσμου. Έχοντας δε διασκευάσει ανώφελες και απαρχαιωμένες ιουδαϊκές τυπολατρίες και επικαλούμενες γνωστικές σοφιστείες, λαϊκές παραδόσεις και θεσμικά επιβεβλημένες, μεταποστολικές, φιλοσοφικές συνοδικές αποφάσεις, υπόσχονται την λύτρωση μέσω αυτών. Διαφημίζουν δε την Παντοδυναμία του Πανάγαθου Θεού, που θα την αποδείξει εξαλείφοντας την ανθρωπότητα και τον κακό υλικό κόσμο, μέσω της εκπύρωσης, καταδικάζοντας τις αθάνατες ψυχές των θνητών απίστων σε ακατάπαυστα βασανιστήρια. Είναι αυτοί που μυωπάζοντες κινδυνολογούν μονίμως, αρνούμενοι να βιώσουν τον καρπό του ολοκληρωμένου και Αιώνιου έργου της σταύρωσης και της ανάστασης του μοναδικού Λυτρωτή και Σωτήρα Ιησού Χριστού, τον οποίον αποδέχονται, σύμφωνα όμως με τα καταστατικά τους.
«ὁ γὰρ καρπὸς τοῦ φωτὸς ἐν πάσῃ ἀγαθωσύνῃ καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ.» (Εφ. 5:9)
Οι Εγκεκριμένοι Ιουδαίοι Απόστολοι έλαβαν Θεϊκή Εντολή και τελείωσαν με επιτυχία την Αποστολή τους
«Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, συνεργούντος του Κυρίου και βεβαιούντος το κήρυγμα διά των επακολουθούντων θαυμάτων. Αμήν.» (Μάρκ. 16:20)
Η εκτέλεση του μοναδικού και ανεπανάληπτου αποστολικού έργου, στην διάρκεια του οποίου «ο Θεός συνεπεμαρτύρει με σημεία και τέρατα και με διάφορα θαύματα και με διανομάς του Αγίου Πνεύματος κατά την θέλησιν αυτού» και η καταστροφή της κάτω Ιερουσαλήμ και του επίγειου Ναού της, με τα τυπολογικά του στοιχεία το 70 μ.Χ., τα οποία αντικαταστάθηκαν με την άνω Ιερουσαλήμ και τον επουράνιο Ναό της, σφράγισαν, α) την εκπλήρωση των Μεσσιανικών Προφητειών, που είχαν πανανθρώπινη και οικουμενική διάσταση και β) την ολοκλήρωση/το τέλος του βιβλικού Ιουδαϊσμού. (Εβρ. 2:4, 12:22, Γαλ. 4:25-26, Αποκ. 21:2, 22),
«Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη, και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» (Ματθ. 24:14)
Ο Ιησούς προειδοποιούσε τους Ιουδαίους μαθητές Του για τον επικείμενο ερχομό Του, την επικείμενη καταστροφή του επίγειου Ναού της Ιερουσαλήμ και το τέλος του Μωσαϊκού Νόμου και όχι για το τέλος του υπάρχοντος, κακού, κατά τους Γνωστικούς, ορατού αισθητού κόσμου. Για την αρχέγονη εκκλησία ήταν επικείμενα («εν τάχει») τα εξής:
α) Η Παρουσία του Κυρίου Ιησού με τη Δόξα του Πατέρα («έρχομαι ταχύ») (Αποκ. 22:20)
Σημείωση: Το «έρχομαι» είναι ρήμα μέσης φωνής, α΄ ενικό της οριστικής ενεστώτα. Ο ενεστώτας είναι «π α ρ ο ν τ ι κ ό ς» χρόνος, και δηλώνει ότι κάτι γίνεται στο παρόν και όχι στο μέλλον.
β) Η καταστροφή (λύση) με φωτιά, του ορατού επίγειου Ναού και των στοιχείων τα οποία τον συνιστούσαν που ήταν οι τύποι των αόρατων επουρανίων «στοιχεία δὲ καυσούμενα λυθήσεται». (Β΄ Πέτρ. 3:10)
γ) Η κρίση των ασεβών Ιουδαίων που πότισαν με το αίμα των Προφητών, των Αγίων και των Αποστόλων το χώμα της Αγίας γης «γη και τα εν αυτή έργα ευρεθήσεται», όπως είχε μαρτυρήσει και ο Ιερεμίας στο σαρκικό λαό Ισραήλ, την «καρποφόρον άμπελον» του Κυρίου: «εν ταις χερσίν σου ευρέθησαν αίματα ψυχών αθώων … ». (2:34, LXX)
Για τους εν ζωή τυπολάτρες και ασεβείς εκ των Ιουδαίων των χρόνων εκείνων που απέρριπταν «το Σωτήριον του Θεού» που είδε ο Συμεών με τα μάτια του, η ημέρα του Κυρίου Ιησού θα ερχόταν ως «κλέπτης εν νυκτί». (Λουκ. 2:30, Α΄ Θεσ. 5:2-6, Ιούδας 1:15)
Η Οικονομία του Μυστηρίου
«Η οικονομία του μυστηρίου του αποκεκρυμμένου από των αιώνων εν τω Θεώ τω τα πάντα κτίσαντι», που δεν είχε γνωστοποιηθεί στις προηγούμενες γενεές [να είναι δηλαδή οι Εθνικοί κατά σάρκα (τα θηρία) συγκληρονόμοι και σύσσωμοι και συμμέτοχοι της επαγγελίας της ζωής, με το δωδεκάφυλο έθνος του Ισραήλ (τα πρόβατα)], τελικά αποκαλύφτηκε δια Πνεύματος Αγίου, μέσω του κηρύγματος των Αποστόλων, στην εκκλησία του Ιησού Χριστού. (Εφ. Κεφ. 2, 3:9, Ρωμ. 16:25-27, Κολ. 1:21-28)
«Και ελθών εκήρυξεν ευαγγέλιον ειρήνης εις εσάς τους μακράν (κατά σάρκα Εθνικοί) και εις τους πλησίον (δωδεκάφυλο Ισραήλ), διότι δι' αυτού (του Ιησού Χριστού) έχομεν αμφότεροι την είσοδον προς τον Πατέρα δι' ενός Πνεύματος». (Εφ. 2:17-18)
Το κοσμοϊστορικό αυτό γεγονός που ήταν το Αιώνιο ευαγγέλιο της Σωτηρίας, το «εἰς πάντα τὰ ἔθνη γνωρισθέντος» και «τοῦ κηρυχθέντος ἐν πάσῃ κτίσει τῇ ὑπὸ τὸν οὐρανόν» ανέτρεψε εκ θεμελίων άπαξ και δια παντός, το σύγχρονο του εβραϊκό εθνικισμό (Σιωνισμό), τις πανάρχαιες εβραϊκές και άλλες εθνικές απόκρυφες ή μεταφυσικές κοσμοθεωρήσεις και θεογονικές και ανθρωπογονικές πεποιθήσεις όπως Καμπάλα, Ζωροαστρισμό, Γνωστικισμό, Πλατωνισμό, Ερμητισμό. Επίσης ανέτρεψε κάθε αρχαία θρησκευτική δοξασία, που ήταν προϊόν ανθρώπινης ερμηνείας και λογικής και ανίσχυρη να σταθεί μπροστά στην δύναμη του ευαγγελίου του Ιησού Χριστού, του οποίου το μήνυμα ήταν:
Η Βασιλεία των ουρανών, συνεπώς ο θρίαμβος και η κυριαρχία Του επί των επουράνιων πονηρών δυνάμεων, των αγγέλων, των αρχών και των εξουσιών. (Α' Πέτρ. 3:22)
Η γνώση του Αληθινού Θεού, της Μίας Αρχής και η «εν Πνεύματι Αγίω» λατρεία Του. (Ιωάν. 4:23)
Η έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον. (Ματθ. 22:39)
Η κοινωνική δικαιοσύνη. (Ματθ. 6:1 αρχ.)
Η δωρεά της αθανασίας, μέσω της σταύρωσης και της ανάστασης Του, για τους Ιουδαίους, τους Έλληνες Ιουδαίους και τους κατά σάρκα Εθνικούς, υπό προϋποθέσεις. (Εφ. 1:2, Κολ. 2:15, Α΄ Πέτρ. 3:22, Ιωάν. 1:18, 13:34, 3:14, Α΄ Ιωάν. 5:20)
Η επικείμενη Παρουσία Του με τη Δόξα του Πατέρα και η Κρίση Του για το αίμα των Προφητών, των Αγίων και των Αποστόλων που χύθηκε στην Ιερουσαλήμ από το θεοκρατικό της σύστημα. (Ησ. 4:4, Ματ. 23:29-31, Αποκ. 16:5-6)
Το τέλος/ολοκλήρωση του αιώνα του βιβλικού Ιουδαϊσμού και του τυπικού του. (Ρωμ. 10:4)
Ο ατελεύτητος αιώνας της χάριτος. (Εβρ. 13:8)
Η Βασιλεία του Ιησού Χριστού δεν ήταν από τούτο τον κόσμο
Ο Ιησούς Χριστός δεν νίκησε την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ή άλλη, ανθρώπινη βασιλεία, με σκοπό να γίνει ο ρυθμιστής των πολιτικών και στρατηγικών της εξελίξεων και των θρησκευτικών της μεταρρυθμίσεων. Η Επουράνια Βασιλεία Του δεσπόζει στον ουρανό και στην γη και δεν απειλείται, από τις ηττημένες και καταργημένες πονηρές πνευματικές εξουσίες και τους νικημένους κοσμοκράτορες του σκότους, ούτε από τα εμπόλεμα, ουτοπικά φιλοσοφικό - θρησκευτικά συστήματα των ανθρώπων. (Ματθ. 28:28, Εβρ. 2:14, Ψαλμ. 8:2, Α΄ Χρον. 29:12)
«Απεκρίθη ο Ιησούς· Η βασιλεία η εμή δεν είναι εκ του κόσμου τούτου· εάν η βασιλεία η εμή ήτο εκ του κόσμου τούτου, οι υπηρέται μου ήθελον αγωνίζεσθαι, διά να μη παραδωθώ εις τους Ιουδαίους· τώρα δε η βασιλεία η εμή δεν είναι εντεύθεν.» (Ιωάν. 18:36)
«Ερωτηθείς δε υπό των Φαρισαίων, πότε έρχεται η βασιλεία του Θεού, απεκρίθη προς αυτούς και είπε· Δεν έρχεται η βασιλεία του Θεού ούτως ώστε να παρατηρήται· ουδέ θέλουσιν ειπεί· Ιδού, εδώ είναι, ή Ιδού εκεί· διότι ιδού, η βασιλεία του Θεού είναι εντός υμών.» (Λουκ. 17:20-21)
Η ζωή νίκησε τον θάνατο
«[…] φανερωθείσαν δε τώρα (η χάρις) διά της επιφανείας του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, όστις κατήργησε μεν τον θάνατον, έφερε δε εις φως την ζωήν και την αφθαρσίαν διά του ευαγγελίου.» (Απόστολος Παύλος, Β΄ Τιμ. 1:10)
Ο απεσταλμένος από τον Θεό, Ιησούς [αραμαϊκά (Γεσούα), εβραϊκά (Γεχοσούα) που σημαίνει «ο Θεός είναι σωτηρία»], ήταν η ίδια η Ζωή που φανερώθηκε, για να νικήσει και να καταργήσει τον θάνατο, ο οποίος είχε βασιλεύσει εξ αιτίας της παραβάσεως του πρώτου χοϊκού ανθρώπου. Όσοι θνητοί, εκ του δωδεκάφυλου Ισραήλ και από τους κατά σάρκα Εθνικούς, έλαβαν τον αναστημένο Ιησού, τον έσχατο, δεύτερο άνθρωπο που ήταν εξ ουρανού, έλαβαν την Ζωή, ζωοποιήθηκαν με αυτόν, έγιναν αθάνατοι / αιώνιοι, έγιναν πνευματικά τέκνα του Θεού και αποκάλεσαν τον Ιησού «Εμμανουήλ», που σημαίνει «Μεθ΄ ημών ο Θεός» αναγνωρίζοντας Τον έτσι ως τον Ένα Ζώντα και Αληθινό Θεό, την Μία Αρχή, που δίνει ζωή. (Ματθ. 1:23, Α΄Ιωάν. 1:2, 5:20, Α΄ Κορ. 15:45-47, Γαλ. 6:1, Κολ. 2:13, Α΄ Τιμ. 6:19 WH)
«Ο γὰρ ἄρτος τοῦ θεοῦ ἐστιν ὁ καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ζωὴν διδοὺς τῷ κόσμῳ.» (Ιωάν. 6:33)
Ο Ιησούς λοιπόν ήταν «ο Άρτος της Ζωής», «ο Αίρων» την αμαρτία του κόσμου, ο Νικητής του θανάτου και ο Δωρητής της Ζωής. (Ιωάν. 1:29, 6:33, 10:10)
Ήταν ο Εξαγοραστής των Εβραίων, εκ της κατάρας του Μωσαϊκού Νόμου, ώστε να έλθει και στα έθνη η ευλογία του Αβραάμ. (Γαλ. 3:13-14)
Ήταν Αυτός που απογύμνωσε τις αρχές και τις εξουσίες στα επουράνια και κατήργησε τον έχοντα το κράτος του θανάτου, δηλαδή τον διάβολο, τον πνευματικό πονηρό άρχοντα, του κόσμου τούτου. (Κολ. 2:15, Εβρ. 2:14, Εφ. 2:2, Ιωάν. 16:33)
Ήταν Αυτός, που έκανε την Παλιγγενεσία. (Ματθ. 19:28, Τιτ. 3:5)
Ήταν ο Λόγος της Ζωής, που γέννησε τη Νέα, τη Ζωντανή Κτίση, η οποία δεν είναι πλέον σαρκική, αλλά είναι πνευματική και αιώνια «καθ΄ εικόνα και καθ΄ ομοίωση» του Πατέρας της.
Ο Ιάκωβος απευθυνόμενος στις δώδεκα διεσπαρμένες φυλές του Ισραήλ έγραψε.
«Εξ ιδίας αυτού θελήσεως εγέννησεν (απεκύησεν) ημάς (ο Θεός) διά του λόγου της αληθείας, διά να ήμεθα ημείς απαρχή τις των κτισμάτων αυτού.» (Ιάκωβος 1:18)
«Ώστε ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις, τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονεν καινά.» (Β΄ Κορ. 5:17)
Το έργο που επετέλεσε ο Τελειωτής του Νόμου και ο Νικητής της βασιλείας του θανάτου και του διαβόλου, ο Ιησούς / η Ζωή, δεν εξελίσσεται, ούτε αναβαθμίζεται, ούτε μεταβάλλεται, ούτε χρειάζεται κάποια μεταρρύθμιση ή δογματική αποκρυστάλλωση ή θρησκειοποίηση. Ο δε Νικητής παραμένει πάντοτε Νικητής, χτες και σήμερα και εις τους αιώνες και δεν αναμένεται επαναληπτική αναμέτρηση (ρεβάνς) με τις δυνάμεις του σκότους. (Ρωμ. 5:17, 10:4, Εβρ. 13:8)
Οι θρησκείες εξελίσσονται
Αντιθέτως τα ποικίλα νεκρά, θρησκευτικά συστήματα, εξελισσόντουσαν και διαμορφωνόντουσαν σύμφωνα με το οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τους περιβάλλον και από την μεταξύ τους αλληλεπίδραση και αφομοίωση με στοιχεία άλλων θρησκειών. Το αυτό δε θα πράττουν πάντοτε, παράγοντας συνεχώς νέες θρησκευτικές αποχρώσεις μη δυνάμενες να διαφωτίσουν ή να ζωοποιήσουν. Εξ αυτών, τα επικρατέστερα συμμαχούσαν με την κοσμική εξουσία, ενίοτε και την εξασκούσαν, μεταβαλλόμενα έτσι σε ολοκληρωτικά θρησκευτικοπολιτικά συστήματα.
Αυτό συνέβαινε και συμβαίνει, διότι οι θρησκείες εξυπηρετούν φιλοδοξίες επίγειων συμφερόντων, εθνικών, προσωπικών, ή συντεχνιακών, με πρόφαση το θέλημα του Θεού και ουτοπικά θρησκευτικά ιδεώδη, όπως ότι ο επίγειος χαμένος παράδεισος θα ανακτηθεί με την έλευση του Μεσσία που θα εγκαθιδρύσει μια χιλιετή ειρηνική βασιλεία επί της γης ή ότι θα έρθει η επίγεια βασιλεία του σαρκικού «Ισραήλ» ή ότι θα αναβιώσει το «χριστιανικό» Βυζάντιο ή ότι θα έρθει η επίγεια βασιλεία του Ισλάμ ή η επίγεια βασιλεία του ιστορικού Αντίχριστου ή ότι επίκειται το τέλος της ιστορίας και άλλα φαιδρά.
Δημιουργώντας δε οι θρησκείες κατάλληλες δομές εξουσίας με ευκαιρίες καριέρας και κινδυνολογώντας προς εκφοβισμό (Αντίχριστος, αιώνια κόλαση, αρπαγή εκκλησίας, συντέλεια του κόσμου) χειραγωγούν την πνευματική ελευθερία των αδαών θρησκευόμενων, αδρανοποιώντας τους την ικανότητα της κριτικής σκέψης και καθιστώντας τους θρησκόληπτους, οπαδούς κερκίδας και παθητικούς δέκτες μυθοπλασιών.
Συμπέρασμα
Ο αποστολικός Χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία προσδοκιών αλλά είναι η εκπλήρωση των προφητειών του Ιουδαϊσμού «το τέλος του Νόμου είναι ο Χριστός», ούτε είναι θρησκεία του Βιβλίου «ταύτα δε εγράφησαν διά να πιστεύσητε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντες να έχητε ζωήν εν τω ονόματι αυτού».
Ο αποστολικός Χριστιανισμός δεν έχει χρεία μεσιτών, ιερατείων και επίγειων Ναών. Ο Νόμος έδωσε την θέση του στην Χάρη και η Σάρκα στο Πνεύμα. Ο επουράνιος Χριστός Ιησούς είναι ο αληθινός Ναός του Θεού (Ιωάν. 2:20-21) και όσοι είναι εν Χριστώ είναι το σώμα Του, γνωρίζουν Αυτόν και γνωρίζονται από Αυτόν «πάντες θέλουσι με γνωρίζει από μικρού έως μεγάλου αυτών» και «έγνω κύριος τοὺς ὄντας αὐτοῦ».
===============================================